Οι μεταφορές παίζουν κρίσιμο ρόλο στη μετάβαση της Ευρώπης στην κλιματική ουδετερότητα. Για να πετύχουμε τους στόχους μας στο πλαίσιο της Συμφωνίας του Παρισιού, θα πρέπει να μειωθούν οι εκπομπές ρύπων στις μεταφορές κατά 90% έως το 2050.
Θα χρειαστούν γενναίες πολιτικές με στόχο την πράσινη μετάβαση, αλλά συγχρόνως και την ασφάλεια, την ποιότητα και το προσιτό κόστος των μεταφορών, ώστε να μην αφήσουμε κανέναν πίσω.
Ως συντονίστρια της πολιτικής μου ομάδας στην Επιτροπή Μεταφορών και Τουρισμού (TRAN) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου χειρίζομαι τα θέματα της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας.
Έχω θέσει επιτακτικά τις ιδιαιτερότητες που αντιμετωπίζει η Ελλάδα ως προς την πράσινη μετάβαση, στις νησιωτικές και απομακρυσμένες περιοχές, αλλά και αναφορικά στις υποδομές και τα οικονομικά και κοινωνικά χαρακτηριστικά της πατρίδας μας.
Το μεταφορικό κόστος σε περιφέρειες και προορισμούς, που εξαρτώνται από τις αεροπορικές και ακτοπλοϊκές μεταφορές, είναι ήδη δυσβάσταχτο, γεγονός που επηρεάζει και τον τουρισμό όχι μόνο στη χώρα μας αλλά και σε ολόκληρη την Ευρώπη λόγω της ενεργειακής κρίσης.
Και για να μη διογκωθεί περαιτέρω με τα μέτρα της πράσινης μετάβασης, θα πρέπει να υπάρξει στήριξη και παροχή κινήτρων, με βάση τις ιδιαιτερότητες κάθε περιοχής, ώστε να έχουν επαρκή συνδεσιμότητα.
Η ΕΕ και τα κράτη μέλη οφείλουν να μεριμνήσουν ειδικά για τις νησιωτικές και ακριτικές περιοχές, ώστε η μετάβαση να είναι οικονομικά προσιτή, για τους κατοίκους και ειδικά για τις ευάλωτες ομάδες του πληθυσμού, ώστε να μην αντιμετωπίσουν οικονομικό αποκλεισμό. Για τη χώρα μας η κοινωνικά δίκαια μετάβαση έχει έντονα δημογραφικό, αλλά και γεωστρατηγικό χαρακτήρα.
Η Ελλάδα έχει λάβει χρηματοδοτήσεις 700 εκατ. ευρώ την τελευταία σχεδόν δεκαετία από το Connecting Europe Facility, εκ των οποίων το 90% για τις σιδηροδρομικές υποδομές. Έχει επίσης προβλεφθεί για τη χώρα μας επιπλέον χρηματοδότηση 130 εκατ. ευρώ, μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας
Στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας έχω αναλάβει εκ μέρους της πολιτικής μου ομάδας ως σκιώδης εισηγήτρια μια σειρά από νομοθετικές προτάσεις.
Ήμουν εισηγήτρια της πολιτικής μου ομάδας σε ένα πολύ σημαντικό φάκελο που συνδιαμόρφωσα για τους νέους κανόνες των υποδομών εναλλακτικών καυσίμων AFIR και υπερψηφίστηκε από την Ολομέλεια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.
Κεντρικός στόχος είναι να εξασφαλιστεί άμεσα η επάρκεια και εύκολη πρόσβαση σε σταθμούς φόρτισης ηλεκτρικών οχημάτων σε όλη την ΕΕ. Ειδικά για την ηλεκτροκίνηση στις πόλεις, επιμείναμε να εξασφαλιστεί επαρκής αριθμός σταθμών φόρτισης, με βάση τις ανάγκες των κατοίκων αλλά και των επαγγελματικών ομάδων, όπως οι οδηγοί ταξί και φορτηγών.
Ακόμα κι όταν κυριαρχήσει η ηλεκτροκίνηση στις οδικές μεταφορές, βασικός πυλώνας της μετάβασης είναι η μεγαλύτερη διείσδυση του σιδηροδρόμου τόσο στις επιβατικές όσο στις εμπορευματικές μεταφορές. Η στρατηγική της ΕΕ προβλέπει αύξηση στην ΕΕ κατά 50% της χρήσης μέσων σταθερής τροχιάς έως το 2030. Θα χρειαστούν επομένως μεγάλες δημόσιες επενδύσεις.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει επενδύσει εκατομμύρια ευρώ με τη μορφή επιχορηγήσεων από τα ευρωπαϊκά ταμεία στους σιδηροδρόμους, ως το μεταφοράς του μέλλοντος, βασικό πυλώνα της πράσινης μετάβασης και «κλειδί» για τη βιωσιμότητα των μεταφορών και της οικονομίας.
Η Ελλάδα έχει λάβει χρηματοδοτήσεις 700 εκατ. ευρώ την τελευταία σχεδόν δεκαετία από το Connecting Europe Facility, εκ των οποίων το 90% για τις σιδηροδρομικές υποδομές. Έχει επίσης προβλεφθεί για τη χώρα μας επιπλέον χρηματοδότηση 130 εκατ. ευρώ, μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας.
Παρόλ’ αυτά η Ελλάδα υπολείπεται σημαντικά στο σιδηροδρομικό δίκτυο. Μείζον ζήτημα αποτελεί η ασφάλεια και η βιωσιμότητα των σιδηροδρόμων, που στη χώρα μας ανέδειξε με τον πλέον τραγικό τρόπο το δυστύχημα των Τεμπών, αλλά και οι φονικές πλημμύρες στην Θεσσαλία.
Αποτελεί αδιαπραγμάτευτη αναγκαιότητα ο σιδηρόδρομος να αποκτήσει κεντρικό ρόλο στο μεταφορικό δίκτυο της χώρας μας. Εξαιτίας όμως της ανεπαρκούς αξιοποίησης από την ελληνική κυβέρνηση των διαθέσιμων ευρωπαϊκών πόρων, δεν έχουν προχωρήσει ουσιαστικά έργα αναβάθμισης και πράσινης μετάβασης στο σιδηροδρομικό δίκτυο, το οποίο σήμερα παρουσιάζει εικόνα τραγικής εγκατάλειψης.
Ο κεντρικός σιδηροδρομικός άξονας Αθήνας- Θεσσαλονίκης δεν είναι καν στοιχειωδώς λειτουργικός. Οι υπόλοιπες γραμμές, σε κάθε κακοκαιρία, υπολειτουργούν, και σημειώνονται διακοπές, καθυστερήσεις ή ακυρώσεις.
Το σύστημα τηλεματικής ETCS που η κυβέρνηση παρέλαβε το 2019, θα έπρεπε να είναι λειτουργικό το 2020, ωστόσο, έκτοτε έχουν ζητηθεί αλλεπάλληλες αναβολές από τις ελληνικές αρχές.
Πλέον, μετά τις σφοδρές πλημμύρες, καταστράφηκαν και οι υπάρχουσες υποδομές του ευρωπαϊκού δικτύου ERTMS στην κεντρική γραμμή.
Το δε πόρισμα του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Σιδηροδρόμου διαπιστώνει σοβαρές παραβιάσεις, ζήτημα για το οποίο κατέθεσα ερώτηση ζητώντας από την Κομισιόν να τοποθετηθεί για τις ενέργειες που έχουν γίνει, με επίκεντρο πρωτίστως την ασφάλεια.
Με γνώμονα το στρατηγικό ρόλο της Ελλάδας στις ευρωπαϊκές μεταφορές, διεκδίκησα με προτάσεις που κατέθεσα και πέτυχα την ενσωμάτωση σε νομοθετική έκθεση της TRAN, της οδικής και σιδηροδρομικής σύνδεσης της Ελλάδας με την Αλβανία στον διάδρομο Δυτικών Βαλκανίων (σύνδεση Ηγουμενίτσας – Δυρραχίου), αλλά και τη δυνατότητα προσθήκης στο διευρωπαϊκό δίκτυο λιμανιών της χώρας με γεωστρατηγική σημασία, όπως το λιμάνι της Αλεξανδρούπολης.
Σήμερα, έστω και τώρα, χρειαζόμαστε ένα συνεκτικό σχέδιο, που ακόμη απουσιάζει για την αποτελεσματική αντιμετώπιση των κρίσεων και την πρόληψη στον τομέα των ελληνικών μεταφορών, και μία ολοκληρωμένη στρατηγική που επείγει, διότι δεν έχουμε περιθώρια άλλης καθυστέρησης στην ανάπτυξη βιώσιμων, ασφαλών και ανθεκτικών μεταφορικών υποδομών και δικτύων στη χώρα μας.
Έλενα Κουντουρά,
Eυρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία και συντονίστρια της Κοινοβουλευτικής Ομάδας «The LEFT» («Αριστερά») στην Επιτροπή Μεταφορών και Τουρισμού (TRAN) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, αναδημοσίευση από το ΑΠΕ – ΜΠΕ