Ανοίγει το δρόμο για internet υψηλών ταχυτήτων στα τρένα η Deutsche Bahn (DB), η οποία ξεκινά δοκιμές για την εγκατάσταση δίκτυο 5G.
Η δοκιμή αποτελεί μέρος ερευνητικού έργου, ύψους 6,4 εκατ. ευρώ, που χρηματοδοτείται από το Ομοσπονδιακό Υπουργείο Ψηφιακών Υποδομών και Μεταφορών (BMDV).
Στο «Gigabit Innovation Track» (GINT), όπως είναι γνωστό το έργο, συμμετέχουν πέραν της DB, η Ericsson, η Telefónica Germany και η Vantage Towers.
Ήδη, παρατρόχιοι ραδιοιστοί ύψους 15 μέτρων εγκαθίστανται κατά μήκος σιδηροδρομικού δικτύου μήκους 10 χλμ. στο κρατίδιο Μεκλεμβούργου – Δυτικής Πομερανίας.
Παράλληλα, δοκιμάζονται διαφορετικοί συνδυασμοί ραδιοφωνικών μονάδων και κεραιών χρησιμοποιώντας 13 κατασκευές κατά μήκος ενός τμήματος μη ηλεκτροδοτούμενης μονής σιδηροδρομικής γραμμής μεταφοράς εμπορευμάτων μεταξύ Karow – Malchow.
Σύμφωνα με την Deutsche Bahn, όλοι οι ιστοί εγκαταστάθηκαν σε διάστημα 1 μηνός μέσω μιας καινοτόμου κατασκευαστικής διαδικασίας που δεν περιλαμβάνει βάσεις από σκυρόδεμα, ενώ τα επιμέρους προκατασκευασμένα στοιχεία κάθε παρατρόχιου ιστού συναρμολογούνται επιτόπου και στερεώνονται στο έδαφος με χαλύβδινες άγκυρες.
Το έργο στοχεύει να επιτρέψει στους επιβάτες να χρησιμοποιούν υψηλούς ρυθμούς δεδομένων κατά τη διάρκεια του ταξιδιού τους για αδιάλειπτη συνδεσιμότητα, καθιστώντας έτσι το τρένο μια πιο ελκυστική ταξιδιωτική επιλογή.
Επιπλέον, η υποδομή συμβάλλει στην περαιτέρω ψηφιοποίηση των σιδηροδρομικών λειτουργιών με το Future Rail Mobile Communication System (FRMCS), καθώς οι νέοι ιστοί έχουν σχεδιαστεί έτσι ώστε οι εταιρείες σιδηροδρόμων και κινητής τηλεφωνίας να μπορούν να τους χρησιμοποιούν από κοινού.
«Το έργο GINT δείχνει ότι μπορούμε να προσφέρουμε υψηλής ταχύτητας onboard και παρατρόχιες κινητές επικοινωνίες σε χρόνο ρεκόρ», σύμφωνα με τη Dr. Daniela Gerd tom Markotten, μέλος του ΔΣ της DB για την ψηφιοποίηση και την τεχνολογία.
Όπως είπε, «Αυτή η τεχνολογία όχι μόνο μετατρέπει το τρένο σε εν κινήσει γραφείο ή home cinema, αλλά δημιουργεί επίσης τη βάση για μελλοντική ψηφιοποίηση των σιδηροδρομικών μεταφορών με το FRMCS».