Σαράντα χρόνια παρουσίας συμπλήρωσε στην Ελλάδα η DHL Express, της οποίας η πρώτη ταχυμεταφορά ήταν έγγραφα της (τότε) Citibank.
Σήμερα, η εταιρεία, ολοκληρώνοντας ένα επενδυτικό πλάνο 20 εκατ. ευρώ, διαθέτει μερίδιο αγοράς 55% στις εξερχόμενες αποστολές από την Ελλάδα και ένα από τα πιο σύγχρονα κέντρα διαλογής στα Βαλκάνια που είναι εγκατεστημένο στο «Ελ. Βενιζέλος».
Η εταιρεία, εξαιτίας της ανόδου των ελληνικών εξαγωγών, αλλά και εισαγωγών, σε συνδυασμό με την άνθηση του ηλεκτρονικού εμπορίου, διάγει – τα τελευταία χρόνια – ανοδική πορεία.
Σύμφωνα με τον διευθύνοντα σύμβουλο της εταιρείας, Ελευθέριο Σαμαρά το 20% των εσόδων προέρχεται, πλέον, από εξερχόμενες αποστολές ελληνικών επιχειρήσεων.
«Ανοίγουμε το παράθυρο του κόσμου για τις ελληνικές επιχειρήσεις, με το δίκτυο, την ταχύτητα και την αξιοπιστία μας», ανέφερε ο κ. Σαμαράς, συμπληρώνοντας ότι ολοένα και περισσότερες ΜμΕ ελληνικές επιχειρήσεις εξάγουν προϊόντα στο εξωτερικό.
Συνοπτικά, η DHL Express διακινεί στην Ελλάδα περί τα 3 εκατ. αποστολές (περίπου 22,7 εκατ. κιλά) ετησίως, διαθέτει 170 οχήματα και 3 αεροσκάφη, απασχολώντας 500 εργαζόμενους.
Σήμερα, λειτουργεί 42 σημεία εξυπηρέτησης, μαζί με τις αυτόματες θυρίδες παραλαβής δεμάτων που διαθέτει.
Σε διεθνές επίπεδο και αναφορικά με τις τάσεις του ηλεκτρονικού εμπορίου, ο κ. Σαμαράς υποστήριξε ότι, το 2017, 1,6 δισ. πελάτες αγόρασαν μέσω του Διαδικτύου, με τις παγκόσμιες πωλήσεις του ηλεκτρονικού εμπορίου να προβλέπεται ότι θα φτάσουν τα 3,4 τρισ. δολάρια το 2019.
Μάλιστα, ως το 2020 οι διασυνοριακές πωλήσεις ηλεκτρονικού εμπορίου θα ανέλθουν στα 900 δισ. δολάρια, ποσό τριπλάσιο έναντι του 2015.