Σε δεύτερο lockdown εισήλθε η χώρα, τουλάχιστον έως τις 30 Νοεμβρίου. Αυτή τη φορά είμαστε όλοι πιο εκπαιδευμένοι και ελπίζουμε οι αρνητικές συνέπειες της πανδημίας, σε όλα τα επίπεδα, να είναι οι μικρότερες.
Αναμφίβολα, ένας από τους κλάδους της οικονομίας, ο οποίος θα έχει την περίοδο αυτή και πάλι την «τιμητική» του είναι οι ταχυμεταφορές / εταιρείες courier.
Μπορεί η άνοδος του ηλεκτρονικού εμπορίου και των παραδόσεων / παραγγελιών να μην φτάσει στα επίπεδα του πρώτου lock down, ωστόσο και στο δεύτερο lockdown αναμένεται αξιοσημείωτη αύξηση.
Στο πρώτο lockdown, οι εταιρείες λιανεμπορίου και οι εταιρείες ταχυμεταφορών πιάστηκαν… απροετοίμαστες στην «εκτόξευση» των παραγγελιών.
Οι τελευταίες δέχτηκαν αρκετή κριτική για καθυστερήσεις στις παραδόσεις και έλλειμμα επικοινωνίας με τους παραλήπτες.
Από την άλλη πλευρά, ευθύνες εντοπίστηκαν και στις εταιρείες λιανεμπορίου και όχι μόνο, οι οποίες, είτε δεν είχαν το απαραίτητο απόθεμα, είτε παρείχαν πλημμελή ενημέρωση στους καταναλωτές, δεχόμενες παραγγελίες που γνώριζαν εκ των προτέρων ότι θα… καθυστερήσουν.
Είναι ενδεικτικό ότι η ΕΕΤΤ δέχτηκε 521 καταγγελίες την περίοδο Μαρτίου – Μαΐου του 2020, έναντι 357 το αντίστοιχο διάστημα του 2019.
Τώρα, όλοι δηλώνουν πιο «έτοιμοι». Έχουν επενδύσει σε e-shop, σε εξοπλισμό, σε μηχανοργάνωση, κ.α.
Μάλιστα, όπως είναι σε θέση να γνωρίζει το metaforespress.gr, όλες οι μεγάλες εταιρείες ταχυμεταφορών έχουν επεξεργαστεί ποικίλα σενάρια και ενόψει του Black Friday, στο οποίο πέρσι σημειώθηκε ρεκόρ παραγγελιών.
Το προσεχές διάστημα θα φανεί και αξιολογηθεί η ετοιμότητά τους…
Τα μεγέθη της αγοράς ταχυμεταφορών
Σύμφωνα με τα τελευταία επίσημα στοιχεία της ΕΕΤΤ, το 2018 οι επιχειρήσεις με Γενική Άδεια (ταχυμεταφορείς) παρουσίασαν 360,27 εκατ. ευρώ έσοδα, αυξημένα κατά 7,2% σε σχέση με το προηγούμενο έτος, έχοντας διακινήσει 76,62 εκατ. ταχυδρομικά αντικείμενα, δηλαδή 8,5% περισσότερα σε σύγκριση με το 2017.
Όπως και το 2017, παρά το γεγονός ότι στην αγορά ταχυμεταφορών δραστηριοποιούνταν πολλές επιχειρήσεις, ο μεγαλύτερος όγκος των ταχυδρομικών αντικειμένων διακινήθηκε από μόλις έξι επιχειρήσεις, οι οποίες απέφεραν αντίστοιχα το μεγαλύτερο μέρος των εσόδων της αγοράς.
Το εξεταζόμενο έτος, οι έξι μεγαλύτερες επιχειρήσεις διακίνησαν το 82,5% των ταχυδρομικών αντικειμένων, καταλαμβάνοντας μερίδιο 84,4% των εσόδων της αγοράς ταχυμεταφορών.
Ο ανταγωνισμός ήταν εντονότερος στις περιοχές της Αττικής και της Μακεδονίας, απ’ όπου διακινήθηκε περίπου το 80% των ταχυδρομικών αντικειμένων προς το εσωτερικό και το εξωτερικό.