Μετά από μακροχρόνια δικαστική διαμάχη που διήρκησε 5 χρόνια στο Ηνωμένο Βασίλειο, η γνωστή αμερικανική εταιρεία ιδιωτικών μεταφορών Uber είναι πλέον υποχρεωμένη να δώσει στους οδηγούς της τον κατώτατο μισθό, επίδομα αδείας και να καταβάλλει συνταξιοδοτικές εισφορές, όπως μετέδωσε η DW.
Η ανακοίνωση έρχεται ένα μήνα μετά την απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου της Βρετανίας, που δικαιώνει το αίτημα των οδηγών να χαρακτηριστούν ως υπάλληλοι της εταιρείας και όχι ως αυτοαπασχολούμενοι, με αποτέλεσμα περίπου 70.000 οδηγοί να λαμβάνουν πλέον τον κατώτατο μισθό, όπου από 1η Απριλίου θα αυξηθεί κατά 19 λεπτά, φτάνοντας στις 8,91 λίρες/ώρα, από την στιγμή της σύνδεσης των οδηγών στην πλατφόρμα μέχρι την αποσύνδεσή τους.
Η Uber την ίδια ώρα, ξεκαθάρισε ότι κάτι τέτοιο, παρότι θα επιφέρει υψηλότερα έξοδα για την εταιρεία, δεν θα υπάρξει ανάλογη αύξηση στις χρεώσεις των πελάτων.
Ωστόσο, αναλυτές σχολίασαν ότι αντίστοιχη απόφαση στην Καλιφόρνια είχε έως αποτέλεσμα το αντίθετο.
Η αλλαγή αυτή αποτελεί ορόσημο για τις εργασιακές σχέσεις της Uber σε όλες τις χώρες που δραστηριοποιείται, αλλά και για το σύνολο των εταιρειών του λεγόμενου «gig economy», δηλαδή «η οικονομία των επιμέρους παραδοτέων».
Ο ίδιος ο Τζέιμι Χέιγουντ, γενικός διευθυντής της Uber στη βόρεια Ευρώπη, δήλωσε ότι «ελπίζουμε πως και άλλες εταιρείες θα ακολουθήσουν το παράδειγμά μας στη βελτίωση των συνθηκών εργασίας των σημαντικών αυτών υπαλλήλων που είναι κομμάτι της καθημερινής μας ζωής».
Αμφισβήτηση για τον τρόπο λειτουργίας απέναντι στους εργαζομένους
Παρόλα αυτά, η εταιρεία έχει αμφισβητηθεί από πολλές χώρες παγκοσμίως για τον τρόπο που προσεγγίζει τις εργασιακές της σχέσεις και φημίζεται για τις δικαστικές διαμάχες που φαίνεται πως θα συνεχίσουν, καθώς ενώ κάνει το πρώτο βήμα να αναγνωρίσει τα εργασιακά δικαιώματα των οδηγών και να επαναπροσδιορίσει τη λειτουργία του λεγόμενου gig economy, ήδη γίνεται μια προσπάθεια παρερμηνίας του νόμου από τη πλευρά της Uber, στο κομμάτι του «εργασιακού χρόνου».
Η επιχείρηση προτίθεται να αποζημιώνει τους οδηγούς μόνο για το διάστημα από την επιβεβαίωση μιας διαδρομής μέχρι την ολοκλήρωσή της και όχι για το διάστημα αναμονής κατά τη διάρκεια αναζήτησης νέων πελατών, κάτι που έρχεται σε αντίθεση με τον ορισμό του δικαστηρίου.
Η αμερικανική εταιρεία υποστηρίζει ότι είναι αδύνατο να πληρώνει τον οδηγό από την στιγμή που θα συνδεθεί στην εφαρμογή της, καθώς υπάρχει περίπτωση, σύμφωνα με την ίδια, ο οδηγός να εκμεταλλεύεται το διάστημα αναμονής και να εκτελεί δρομολόγια για λογαριασμό άλλης ανταγωνιστικής εταιρείας.
Σταθερό θα παραμείνει το δικαίωμα των οδηγών να διαλέγουν εκείνοι το πότε, το που και το πόσο θα εργαστούν.