Tο Γενικό Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης ακύρωσε την έγκριση κρατικής ενίσχυσης από την Ολλανδία, ύψους 3,4 δισ. ευρώ, υπέρ της KLM στο πλαίσιο της πανδημίας COVID-19.
Υπενθυμίζεται ότι, το 2020, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενέκρινε την ολλανδική κρατική ενίσχυση προς την KLM που συνίσταται σε κρατική εγγύηση για τραπεζικό δάνειο και κρατικό δάνειο. Ο συνολικός προϋπολογισμός της βοήθειας ήταν 3,4 δισ. ευρώ. Στόχος του μέτρου ήταν να παράσχει στην KLM προσωρινή ρευστότητα στο πλαίσιο της πανδημίας Covid-19.
Ωστόσο, το 2021, το Γενικό Δικαστήριο ακύρωσε την απόφαση της Κομισιόν λόγω μη αιτιολογίας όσον αφορά τον προσδιορισμό του δικαιούχου του εν λόγω μέτρου. Επιπλέον, αποφάσισε να αναστείλει τα αποτελέσματα της ακύρωσης εν αναμονή της έκδοσης νέας απόφασης από την Κομισιόν.
Στη συνέχεια, στις 16 Ιουλίου 2021, η Κομισιόν εξέδωσε νέα απόφαση, με την οποία διαπίστωσε ότι η κρατική ενίσχυση ήταν συμβατή με την εσωτερική αγορά και ότι η KLM και οι θυγατρικές της ήταν οι μοναδικοί δικαιούχοι της ενίσχυσης, με εξαίρεση τις άλλες εταιρείες στο τον όμιλο Air France-KLM.
Με την προσφυγή που άσκησε η Ryanair, το Γενικό Δικαστήριο ακυρώνει εκ νέου, με την απόφασή του που εκδόθηκε σήμερα, την έγκριση της εν λόγω ενίσχυσης. Θεωρεί ότι η Κομισιόν υπέπεσε σε σφάλμα κατά τον καθορισμό των δικαιούχων της χορηγηθείσας κρατικής ενίσχυσης, αποκλείοντας από αυτούς τους δικαιούχους την Air France-KLM holding και την Air France, δύο εταιρείες που ανήκουν στον όμιλο Air France-KLM.
Συνεπώς, το Δικαστήριο της ΕΕ εξετάζει τους κεφαλαιακούς, οργανικούς, λειτουργικούς και οικονομικούς δεσμούς μεταξύ των εταιρειών του ομίλου Air France-KLM, το συμβατικό πλαίσιο βάσει του οποίου χορηγήθηκε η επίμαχη ενίσχυση, καθώς και το είδος του μέτρου της ενίσχυσης που χορηγήθηκε και το πλαίσιο στο οποίο χορηγήθηκε.
Στη βάση αυτών καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η Air France-KLM holding και η Air France ήταν σε θέση να επωφεληθούν, τουλάχιστον έμμεσα, από το πλεονέκτημα που χορηγήθηκε από την εν λόγω κρατική ενίσχυση.
Β. Βεγιάζη