Τη λύση της συμφωνίας του με την ισπανική Globalia για την απόκτηση του υπόλοιπου 80% της Air Europa, έναντι τιμήματος 400 εκατ. ευρώ, ανακοίνωσε ο όμιλος International Airlines (IAG), μητρική των British Airways, Iberia, Aer Lingus και Vueling.
Η IAG, η οποία κατέχει ήδη το 20% του ισπανικού αερομεταφορέα, προέβη στην ανακοίνωση της εν λόγω απόφασης με τη δημοσίευση των εξαμηνιαίων οικονομικών αποτελεσμάτων της.
Υπενθυμίζεται ότι, στις 23 Φεβρουαρίου, ο όμιλος είχε συνάψει συμφωνία με την Globalia για την αγορά του υπόλοιπου μετοχικού κεφαλαίου της Air Europa Holdings. Η εξαγορά υποβλήθηκε σε έγκριση από τις αρμόδιες αρχές ανταγωνισμού.
Σύμφωνα με τον όμιλο, η εξαγορά «δεν ήταν πλέον πιθανή» και ως εκ τούτου «αποφάσισε να αποσυρθεί από το deal». Το ΔΣ κατέληξε στο συμπέρασμα ότι «στο τρέχον ρυθμιστικό περιβάλλον δεν θα ήταν προς το συμφέρον των μετόχων να συνεχίσουν τη συναλλαγή».
Ο όμιλος θα καταβάλει πλέον στην Globalia 50 εκατ. ευρώ ως «τέλος διακοπής» σύμφωνα με τους όρους της συμφωνίας και θα συνεχίσει να κατέχει το 20% στην Air Europa.
Προβληματισμός σχετικά με τον ανταγωνισμό από την ΕΕ
Από την πλευρά της, η Κομισιόν σχολίασε ότι μέχρι τη διακοπή της συναλλαγής, οι συζητήσεις με την IAG και την Air Europa και το προτεινόμενο πακέτο διορθωτικών μέτρων «δεν ήταν σε θέση να αντιμετωπίσουν επαρκώς τα προβλήματα ανταγωνισμού».
Η ίδια είχε ξεκινήσει διεξοδική έρευνα για την προτεινόμενη συναλλαγή στις 24 Ιανουαρίου και απέστειλε δήλωση αιτιάσεων στην IAG στις 26 Απριλίου.
Σύμφωνα με την Margrethe Vestager, αρμόδια για θέματα ανταγωνισμού, η εις βάθος ανάλυση της Κομισιόν έδειξε ότι η συγχώνευση θα είχε «επηρεάσει αρνητικά τον ανταγωνισμό» σε μεγάλο αριθμό εσωτερικών, μικρών και μεγάλων διαδρομών εντός, προς και από την Ισπανία στην οποία οι δύο αεροπορικές εταιρείες ανταγωνίζονται στενά.
«Ανησυχούμε ότι η συναλλαγή μπορεί να είχε αρνητικές επιπτώσεις για τους επιβάτες -τους επαγγελματίες και τους καταναλωτές- όσον αφορά τις αυξημένες τιμές ή τη μειωμένη ποιότητα των υπηρεσιών. Η IAG προσέφερε διορθωτικά μέτρα, αλλά λαμβάνοντας υπόψη τα αποτελέσματα της δοκιμής αγοράς, τα διορθωτικά μέτρα που υποβλήθηκαν δεν αντιμετώπισαν πλήρως τις ανησυχίες μας σχετικά με τον ανταγωνισμό», κατέληξε η ίδια.