Ο εξερχόμενος τουρισμός από την Ελλάδα την περίοδο 2005-2021 είναι το αντικείμενο της νέας μελέτης του ΙΝΣΕΤΕ, στην οποία πραγματοποιείται μία εκτενής ανάλυση ως προς τις αναχωρήσεις, τις διανυκτερεύσεις, τις πληρωμές, καθώς και βασικών δεικτών (Μέση κατά Κεφαλήν Δαπάνη, Μέση Δαπάνη ανά Διανυκτέρευση, Μέση Διάρκεια Παραμονής).
Πρόκειται για μία ανάλυση, που συμπληρώνει την εικόνα για την τουριστική δραστηριότητα της Ελλάδας, προσφέροντας χρήσιμα συμπεράσματα κυρίως για επιχειρήσεις των οποίων οι πελάτες είναι μόνιμοι κάτοικοι της χώρας. Επιπλέον, τα στοιχεία, πέρα από την ταξιδιωτική συμπεριφορά των μόνιμων κατοίκων, χαρτογραφούν πτυχές της αγοραστικής τους δύναμης.
Η καταγραφή γίνεται για τους 15 μεγαλύτερους προορισμούς του εξερχόμενου τουρισμού από Ελλάδα, που αντιπροσωπεύουν για το 2021 το 69% των αναχωρήσεων, το 67,7% των διανυκτερεύσεων και το 70,2% των πληρωμών. Μέσα από τη μελέτη εξετάζεται η διαχρονική πορεία των κύριων τουριστικών δεικτών αναδεικνύοντας τις τάσεις για τους 15 αυτούς προορισμούς.
Το πιο ενδιαφέρον χαρακτηριστικό όλης της περιόδου είναι ότι, παρά την οικονομική κρίση που ξεκίνησε το 2008, ο αριθμός ταξιδιών στο εξωτερικό (αναχωρήσεις) όχι μόνο δεν περιορίστηκε αλλά αντιθέτως αυξήθηκε.
Ταυτόχρονα, άλλαξαν και οι προτιμήσεις των ταξιδιωτών προς χώρες της ΕΕ εκτός της ζώνης του Ευρώ, κυρίως στις όμορες γειτονικές χώρες όπου η τουριστική δαπάνη είναι χαμηλότερη. Με την ανάκαμψη της οικονομίας μετά το 2017 και μέχρι την έναρξη της πανδημίας η ζήτηση για ταξίδια στις χώρες της Ευρωζώνης ανέκαμψε.
Τα κυριότερα ευρήματα της μελέτης
Σύμφωνα με την ανάλυση τα κύρια σημεία έχουν ως εξής:
- Ο εξερχόμενος τουρισμός από Ελλάδα εμφάνισε διακυμάνσεις, καθ’ όλη την εξεταζόμενη περίοδο, οι οποίες μπορούν να διαχωριστούν σε τέσσερεις διακριτές υποπεριόδους:
- Την περίοδο 2005-2008 πριν την ελληνική οικονομική κρίση, όταν εμφάνισε ήπια αυξητική πορεία: +4% οι αναχωρήσεις (από 3,6 εκατ. το 2005 σε 3,8 εκατ. το 2008), +5% οι διανυκτερεύσεις (από 34,1 εκατ. το 2005 σε 35,9 εκατ. το 2008) και +10% οι πληρωμές (από € 2,4 δισ. το 2005 σε € 2,7 δισ. το 2008),
- Την περίοδο της ελληνικής οικονομικής κρίσης, 2008-2017, όταν η εικόνα ήταν μικτή, με τις αναχωρήσεις να σημειώνουν έντονη αύξηση +104% (από 3,8 εκατ. το 2008 σε 7,7 εκατ. το 2017) και τις διανυκτερεύσεις ήπια αύξηση +18% (από 35,9 εκατ. το 2008 σε 42,2 εκατ. το 2017) ενώ αντίθετα οι πληρωμές σημείωσαν μείωση -29% (από € 2,7 δισ. το 2008 σε € 1,9 δισ. το 2017),
- Την περίοδο ανάκαμψης 2017-2019, η εικόνα ήταν θετική με ιδιαίτερα έντονη αύξηση +44% των πληρωμών (από € 1,9 δισ. το 2017 σε € 2,7 δισ. το 2019) και σε πολύ μικρότερο βαθμό +6% των διανυκτερεύσεων (από 42,2 εκατ. το 2017 σε 44,9 εκατ. το 2019) και οριακά +2% των αναχωρήσεων (από 7,7 εκατ. το 2017 σε 7,8 εκατ. το 2019),
- Την περίοδο 2019-2021 κατά την οποία ξέσπασε η πάνδημία, με σημαντικά μειωμένες -74% τις αναχωρήσεις (από 7,8 εκατ. το 2019 σε 2 εκατ. το 2021) καθώς και -αν και σε μικρότερο βαθμό- τις διανυκτερεύσεις (-47%, από 44,9 εκατ. το 2019 σε 24 εκατ. το 2021) και τις πληρωμές (-59%, από € 2,7 δισ. το 2019 σε € 1,1 δισ. το 2021).
- Μεταξύ 2008 και 2017 μειώθηκε η Μέση κατά Κεφαλή Δαπάνη (-65%, από € 712 το 2008 σε € 248 το 2017) με επιλογή φθηνότερων προορισμών (μείωση της Μέσης Δαπάνη ανά Διανυκτέρευση κατά -40%, από € 75 το 2008 σε € 45 το 2017) αλλά και της διάρκειας του ταξιδιού (μείωση της Μέσης Διάρκειας Παραμονής κατά -42%, από 9,5 διανυκτερεύσεις το 2008 σε 5,5 διανυκτερεύσεις το 2017).
- Με την ανάκαμψη της οικονομίας μετά το 2017 και μέχρι την έναρξη της πανδημίας η ζήτηση για ταξίδια στις χώρες της Ευρωζώνης ανέκαμψε με πολύ υψηλότερο ρυθμό σε σχέση με τις άλλες περιοχές, τόσο σε αριθμό ταξιδιών, όσο και διανυκτερεύσεων αλλά και πληρωμών.
Για το πλήρες περιεχόμενο της μελέτης του ΙΝΣΕΤΕ πατήστε ΕΔΩ