Τις ενστάσεις της για τον προϋπολογισμό της Αρχής Πολιτικής Αεροπορίας (ΑΠΑ) διατυπώνει η Ένωση Ελεγκτών Εναέριας Κυκλοφορίας Ελλάδας (ΕΕΕΚΕ).
Όπως επισημαίνεται σε σχετική ανακοίνωση, ναι μεν οι ελεγκτές επικροτούν τον διαχωρισμό της Υπηρεσίας Πολιτικής Αεροπορίας (ΥΠΑ) σε δύο νομικές οντότητες, ωστόσο επισημαίνουν ότι πραγματοποιήθηκε με «πρόχειρο, στρεβλό και αποσπασματικό τρόπο».
Ολόκληρη η ανακοίνωση της ΕΕΕΚΕ έχει ως εξής:
Η Ελλάδα παραμένοντας ουραγός των διεθνών εξελίξεων για δεκαετίες, προχώρησε στα πλαίσια της δέσμευσης της προς την Ευρωπαϊκή Ένωση στο διαχωρισμό της Υπηρεσίας Πολιτικής Αεροπορίας σε δύο νομικές οντότητες με την ψήφιση του Ν. 4427 / 2016 τον Οκτώβριο του 2016. Με το νόμο αυτό ιδρύθηκε η ΥΠΑ που φιλοδοξούσε μεταξύ των άλλων να αποτελέσει τον Πάροχο Υπηρεσιών Εναέριας Κυκλοφορίας και η Εποπτική Αρχή που με τη σειρά της πήρε τον τίτλο της «Αρχής Πολιτικής Αεροπορίας – ΑΠΑ».
Ο διαχωρισμός αυτός ήταν ένα από τα προαπαιτούμενα ώστε η χώρα μας να συμμορφωθεί με τις Ευρωπαϊκές επιταγές και να υπάρξει επιτέλους διάκριση του “επόπτη” από τον “εποπτευόμενο”.
Η κίνηση αυτή ήταν αναμφίβολα προς τη σωστή κατεύθυνση και πρόθεση ήταν σαφώς η μετεξέλιξη από ένα αναχρονιστικό μοντέλο προς μια πιο σύγχρονη δομή, ωστόσο πραγματοποιήθηκε με τουλάχιστον πρόχειρο, στρεβλό και αποσπασματικό τρόπο.
Η πλήρης εφαρμογή του διαχωρισμού καθυστέρησε για δύο σχεδόν χρόνια ως τα τέλη Αυγούστου του 2018, με τη δημοσίευση των σχετικών Προεδρικών Διαταγμάτων Π.Δ. 84 & 85 το περιεχόμενο των οποίων όμως περιέπλεξε την κατάσταση. Το τελευταίο βήμα προς την πλήρη υλοποίηση του Νόμου έγινε πολύ πρόσφατα, με τον καθορισμό της κατανομής των υπηρετούντων υπαλλήλων σε ΥΠΑ – ΑΠΑ αλλά και της χρηματοδότησης των δύο νέων δομών.
Η ΕΕΕΚΕ καταγγέλλει την όψιμη διαχείριση ενός τόσο ευαίσθητου ζητήματος, που αφορά στην κρίσιμη για τις αερομεταφορές οργάνωση και λειτουργία της Υπηρεσίας Πολιτικής Αεροπορίας.
Επίσης καταγγέλλει τη σκανδαλώδη διάθεση ενός υπερβολικού – πέρα από κάθε γνωστή Ευρωπαϊκή πρακτική ποσού για τη λειτουργία της ΑΠΑ, ποσό που αντιστοιχεί στο 20% των ετήσιων εσόδων από τα τέλη υπερπτήσεων (πλέον των 35 εκατ. € σε σύνολο 170 εκατ. € περίπου μόνο για το 2019) και το οποίο θα μπορούσε να αξιοποιηθεί ουσιωδώς για την αναβάθμιση των υπηρεσιών αεροναυτιλίας.
Η χώρα μας έχει ανάγκη τη σύσταση ενός σύγχρονου, ευέλικτου σε δομή και λειτουργία Παρόχου υπηρεσιών αεροναυτιλίας, εναρμονισμένου στα Ευρωπαϊκά πρότυπα και απαλλαγμένου από τις αγκυλώσεις του παρελθόντος, ικανού να αντεπεξέλθει στις ολοένα αυξανόμενες απαιτήσεις του κλάδου των αερομεταφορών ο οποίος αποτελεί κρίσιμο τομέα και μοχλό ανάπτυξης ολόκληρης της εθνικής οικονομίας».