Στο πρώτο τρίμηνο του 2022 προσδιόρισε τον διαγωνισμό για την παραχώρηση της Αττικής Οδού το ΤΑΙΠΕΔ, όπως αναφέρεται στο επικαιροποιημένο Επιχειρησιακό Πρόγραμμα Αξιοποίησης (Asset Development Plan) του Ταμείου που ενέκρινε το ΚΥΣΟΙΠ.
Του Φώτη Φωτεινού
Το χρονοδιάγραμμα του διαγωνισμού είναι ενδεικτικό, καθώς είναι σε εξέλιξη η υφιστάμενη παραχώρηση, η οποία λήγει το 2024. Εάν δεν προκύψει κάποια αιτία ανανέωσης της υφιστάμενης σύμβασης, τότε το ΤΑΙΠΕΔ θα προκηρύξει διεθνή διαγωνισμού για την παραχώρηση του οδικού άξονα.
Η υφιστάμενη Αττική Οδός έχει μήκος 70 χλμ. και αποτελεί τον περιφερειακό δακτύλιο της ευρύτερης μητροπολιτικής περιοχής της Αθήνας και τη «σπονδυλική στήλη» του οδικού δικτύου του νομού Αττικής και είναι ο αυτοκινητόδρομος που παρουσιάζει τη μεγαλύτερη κίνηση και κερδοφορία
Εκτός αρμοδιότητας του ΤΑΙΠΕΔ, είναι οι 3 επεκτάσεις της Αττικής Οδού σε Λ. Κύμης, Ραφήνα και Λ. Βουλιαγμένης, αρχικού προϋπολογισμού 1 δις ευρώ, τις οποίες προετοιμάζει το υπουργείο Υποδομών και Μεταφορών.
Η πρώτη επέκταση, η οποία εκτιμάται ότι θα δημοπρατηθεί τους επόμενους μήνες, αφορά την σύνδεση της λεωφόρου Κύμης με την εθνική οδό Αθηνών – Λαμίας.
Όταν υλοποιηθεί, θα δώσει τέλος στο μποτιλιάρισμα που παρατηρείται τις πρωινές ώρες στην έξοδο προς την εθνική οδό.
Ένα έτος αργότερα, το 2022, εκτιμάται ότι θα προκηρυχθεί ο διαγωνισμός για την επέκταση της Αττικής Οδού έως τη Ραφήνα, η οποία θα ενισχύσει σημαντικά την ανταγωνιστικότητα του λιμένα της Ραφήνας.
Το τρίτο έργο, η σύνδεση της περιφερειακής Υμηττού με υπόγεια σήραγγα με την λεωφόρο Βουλιαγμένης και η αναμόρφωση της τελευταίας σε ελεύθερη λεωφόρο με ανισόπεδους κόμβους, δίχως φανάρια. Η επέκταση αυτή της Αττικής Οδού θεωρείται κρίσιμη για την επένδυση στο Ελληνικό.
Και οι τρεις επεκτάσεις της Αττικής Οδού θα προχωρήσουν ως δημόσια έργα, ενώ δεν αποκλείεται στις επεκτάσεις της Ραφήνας και στη σύνδεση της περιφερειακής Υμηττού να αξιοποιηθεί και η μέθοδος των πρότυπων προτάσεων.
Άγνωστο παραμένει, εάν οι τρεις σχεδιαζόμενες επεκτάσεις της Αττικής Οδού, ενταχθούν στην παραχώρηση του κύριου τμήματος μετά τη δημοπράτησή τους.