Σημαντικές καθυστερήσεις στην έκδοση αδειών οδήγησης εντοπίζει το υπουργείο Υποδομών και Μεταφορών, που κατά μέσο όρο φτάνουν τις 85 ημέρες, με δυσμενείς συνέπειες τόσο για τους πολίτες όσο και τους επαγγελματίες οδηγούς και δη αυτούς που εκτελούν διεθνείς οδικές μεταφορές.
Ειδικότερα, σύμφωνα με Εγκύκλιο του υπουργείου, τονίζεται ότι: «Αρμόδιες είναι οι Υπηρεσίες Μεταφορών και Επικοινωνιών των Π.Ε. των Περιφερειών, στις οποίες και υποβάλλονται η αίτηση και τα απαιτούμενα δικαιολογητικά, είτε απευθείας [με φυσική παρουσία και για ορισμένες διαδικασίες με ηλεκτρονική υποβολή) είτε μέσω των Κέντρων Εξυπηρέτησης Πολιτών (ΚΕΠ)].
Μετά την «ενημέρωση» του Πληροφοριακού Συστήματος (Π.Σ.) (καταχώρηση πληρότητας υποβληθέντος φακέλου, καταχώρηση επιτυχούς πρακτικής εξέτασης κ.ο.κ) από τους αρμόδιους υπαλλήλους των Υπηρεσιών Μεταφορών και Επικοινωνιών τα εκτυπώσιμα στις άδειες οδήγησης στοιχεία (φωτογραφία, υπογραφή κ.ο.κ.) αποστέλλονται, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην κ.υ.α. 18623/2372/2008 (Β΄ 1697), στη Διεύθυνση Διαβατηρίων και Εγγράφων Ασφαλείας του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας του υπουργείου Προστασίας του Πολίτη, από την οποία γίνεται η εκτύπωση των εντύπων των αδειών οδήγησης.
Μετά την εκτύπωση τα έντυπα αποστέλλονται στις Υπηρεσίες Μεταφορών και Επικοινωνιών προκειμένου να αποδίδονται στους πολίτες.
Αναφορικά με την ηλεκτρονική υποβολή της αίτησης και των δικαιολογητικών, σημειώνεται ότι παρέχεται η δυνατότητα σε όλη την Επικράτεια για τις διαδικασίες:
-χορήγησης αντιγράφου άδειας οδήγησης λόγω απώλειας ή κλοπής ή φθοράς ή αλλοίωσης
-αντικατάστασης εντύπου
-ενημέρωσης στοιχείων άδειας οδήγησης (όπως καταχώρηση ΑΦΜ)
-ανανέωσης της άδειας οδήγησης.
Στις ως άνω περιπτώσεις ηλεκτρονικής υποβολής, τα εκτυπώσιμα στοιχεία αποστέλλονται από τις Υπηρεσίες Μεταφορών και Επικοινωνιών στη Διεύθυνση Διαβατηρίων και Εγγράφων Ασφαλείας προς εκτύπωση ηλεκτρονικά, χωρίς φυσικό φάκελο».
Πώς προέκυψαν οι καθυστερήσεις
Όπως διευκρινίζεται στην Εγκύκλιο, «κατόπιν ενδελεχούς αξιολόγησης στοιχείων που διατίθενται στο υπουργείο μας τα οποία αφορούν σε εκδοθείσες άδειες οδήγησης μετά από επιτυχή πρακτική εξέταση (αρχικές χορηγήσεις και επεκτάσεις σε άλλη κατηγορία) για το χρονικό διάστημα από τον Ιούλιο του 2022 μέχρι και τα μέσα Φεβρουαρίου του 2023, προέκυψαν τα εξής:
Ο μέσος όρος του συνολικά απαιτούμενου χρονικού διαστήματος για την έκδοση άδειας οδήγησης μετά από επιτυχή πρακτική εξέταση (αρχική χορήγηση ή επέκταση σε άλλη κατηγορία) ανέρχεται σε 85 ημέρες, εκ των οποίων οι 65 ημέρες συνιστούν τον μέσο όρο του χρόνου που απαιτείται στις Υπηρεσίες Μεταφορών και Επικοινωνιών και οι 20 ημέρες τον μέσο όρο του χρόνου που απαιτείται στη Διεύθυνση Διαβατηρίων και Εγγράφων Ασφαλείας.
Ως συνολικά απαιτούμενος χρόνος, ο μέσος όρος του οποίου δυστυχώς παρουσιάζει αυξητική τάση, λαμβάνεται ο χρόνος που μεσολαβεί από την επιτυχή πρακτική εξέταση του υποψηφίου μέχρι την εκτύπωση της άδειας οδήγησης από τη Διεύθυνση Διαβατηρίων της Ελληνικής Αστυνομίας.
Ως χρόνος που απαιτείται στις Υπηρεσίες Μεταφορών και Επικοινωνιών λαμβάνεται ο χρόνος που μεσολαβεί από την επιτυχή πρακτική εξέταση μέχρι και την αποστολή των εκτυπώσιμων στοιχείων στη Διεύθυνση Διαβατηρίων και Εγγράφων Ασφαλείας προς εκτύπωση. Αναφορικά με τον χρόνο αυτόν σημειώνονται τα εξής:
- Σε περισσότερες από τις μισές Υπηρεσίες Μεταφορών και Επικοινωνιών της χώρας ο μέσος όρος του δεν υπερβαίνει τις 50 ημέρες.
- Σε αρκετές Υπηρεσίες Μεταφορών και Επικοινωνιών ο μέσος όρος του υπερβαίνει τις 100 ημέρες, σε άλλες υπερβαίνει τις 150 ημέρες, ενώ υπάρχουν και μερικές περιπτώσεις, στις οποίες, κατά τη διάρκεια ορισμένων μηνών, υπερβαίνει ακόμη και τις 200 ημέρες.
Ας σημειωθεί, επιπλέον, ότι παρατηρείται το φαινόμενο ο απαιτούμενος χρόνος σε Υπηρεσία Μεταφορών και Επικοινωνιών να είναι 40 ημέρες ενώ σε Υπηρεσία όμορης Π.Ε. να είναι 150 ημέρες, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την επίτευξη συνθηκών ενιαίας και ομοιόμορφης αντιμετώπισης των πολιτών ανά την επικράτεια.
Καθίσταται προφανές αφενός ότι το πρόβλημα αναφορικά με τις καθυστερήσεις στην έκδοση αδειών οδήγησης εξακολουθεί να είναι ιδιαίτερα έντονο, με επακόλουθο δυσμενέστατες επιπτώσεις για τους συναλλασσόμενους πολίτες στην καθημερινότητά τους, στην άσκηση του επαγγέλματός τους (ιδιαίτερα στους επαγγελματίες οδηγούς και δη σε αυτούς που εκτελούν διεθνείς οδικές μεταφορές) κ.α., αφετέρου ότι εστιάζεται κυρίως στην μη εύρυθμη λειτουργία των Υπηρεσιών Μεταφορών και Επικοινωνιών, τουλάχιστον σε αυτόν τον τομέα, και συνεπώς εκεί απαιτείται να επικεντρωθούν οι ενέργειες για την αντιμετώπισή του».