Οι μεταβολές και προοπτικές εξέλιξης του κλάδου των υγρών και αέριων καυσίμων παρουσιάζονται στην τελευταία κλαδική μελέτη της ICAP, όπου προκύπτει ότι τα πετρελαιοειδή καύσιμα κατέχουν κορυφαία θέση στο ενεργειακό ισοζύγιο της Ελλάδας, καταλαμβάνοντας διαχρονικά σημαντικό μερίδιο στην εγχώρια κατανάλωση ενέργειας.
Ο δε τομέας των μεταφορών -κυρίως οδικές, αλλά και ακτοπλοϊκές και αεροπορικές- αποτελεί τον κυριότερο «καταναλωτή» του κλάδου των πετρελαιοειδών αποσπώντας μερίδιο της τάξεως του 40%.
Όπως προκύπτει από την μελέτη της ICAP, τα υγρά καύσιμα αποτελούν τυποποιημένα προϊόντα και δεν υπάρχει ουσιαστική διαφοροποίηση, με συνέπεια ο ανταγωνισμός μεταξύ των εταιρειών να εστιάζεται στην ανάπτυξη του δικτύου διανομής, στην εξυπηρέτηση και στην τιμολογιακή πολιτική της κάθε εταιρείας.
Η εγχώρια αγορά πετρελαιοειδών ουσιαστικά λειτουργεί σε τρία επίπεδα (διύλιση, χονδρική και λιανική εμπορία). Οι δύο εγχώριες εταιρείες διύλισης προμηθεύουν με έτοιμα καύσιμα τις 54 εταιρείες χονδρικής εμπορίας καυσίμων.
Η εγχώρια παραγωγή πετρελαιοειδών καυσίμων (σε όγκο) αυξήθηκε το 2016 κατά 7,3%, γεγονός που οφείλεται στη διεύρυνση της εξαγωγικής δραστηριότητας των επιχειρήσεων διύλισης.
Σύμφωνα με την Ελευθερία Παραμερίτη, Consultant Οικονομικών Μελετών της ICAP Group, αναφέρει ότι η ευρύτερη αγορά πετρελαιοειδών καυσίμων κατέγραψε πτωτική πορεία την περίοδο 2010- 2016 με μέσο ετήσιο ρυθμό μείωσης της τάξης του 5%, ενώ η σωρευτική μείωση στο ίδιο διάστημα διαμορφώθηκε στο 26%.
Ειδικότερα, η «εσωτερική αγορά» (βενζίνη, πετρέλαιο, μαζούτ, άσφαλτος, υγραέριο, κηροζίνη) δεν παρουσίασε ιδιαίτερες μεταβολές σε σχέση με το 2015 (οριακή μείωση 0,8%).
Αξίζει να σημειωθεί ότι τη διετία 2015-2016, η αύξηση της κατανάλωσης πετρελαίου κίνησης ξεπέρασε τη μείωση στην κατανάλωση βενζίνης. Η κατανάλωση πετρελαίου θέρμανσης μετά τη σημαντική αύξηση που κατέγραψε το 2015, εμφάνισε μείωση 13,6% το 2016.Το 2016, η ζήτηση για βενζίνη μειώθηκε 1,3% σε σχέση με το 2015.
Πτώση της τάξεως του 5% εμφάνισε και η κατανάλωση μαζούτ την περίοδο 2016/15. Κερδισμένη εμφανίζεται η κατανάλωση υγραερίου σημειώνοντας άνοδο 4,6% το 2016 σε σχέση με το 2015.
Όσον αφορά στον τομέα καυσίμων «Διεθνούς αγοράς», η κατανάλωση αεροπορικών καυσίμων παρουσίασε άνοδο 1,2%, με τα ναυτιλιακά καύσιμα (μαζούτ και πετρέλαιο) να μειώνονται συνολικά κατά 1,9% το 2016/15.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις παραγόντων της αγοράς το 2017 εκτιμάται ότι η κατανάλωση πετρελαιοειδών κυμάνθηκε στα ίδια επίπεδα με το 2016, παρουσιάζοντας χαμηλούς ρυθμούς μεταβολής ±1%. Το ασταθές οικονομικό και φορολογικό περιβάλλον σε συνδυασμό με τα σοβαρά προβλήματα ρευστότητας στην αγορά και την πίεση που δέχονται τα εισοδήματα των ελληνικών νοικοκυριών δεν αφήνουν ιδιαίτερα περιθώρια αισιοδοξίας στον κλάδο.
Όσον αφορά στην κατανομή της συνολικής κατανάλωσης καυσίμων ανά προϊόν τo μεγαλύτερο ποσοστό συμμετοχής επί της συνολικής κατανάλωσης το 2016 απέσπασαν το πετρέλαιο κίνησης (24,5%), οι βενζίνες (22,7%) και τα ναυτιλιακά καύσιμα (21,9%).
Αξίζει να σημειωθεί ότι το 2015 ήταν η πρώτη φορά που το πετρέλαιο κίνησης εκτόπισε από την πρώτη θέση τη βενζίνη, αποσπώντας το μεγαλύτερο μερίδιο επί των συνολικών καταναλώσεων εσωτερικής και διεθνούς αγοράς, φαινόμενο που ίσχυσε και το 2016.
Όσον αφορά στα βιοκαύσιμα το 2016 εγκρίθηκε η κατανομή 132.000 χιλιολίτρων στους δικαιούχους, ποσότητα μειωμένη κατά 5,7% σε σχέση με το 2015.
Η κα. Παραμερίτη, αναφέρει επίσης ότι η συνολική κατανάλωση φυσικού αερίου μετά από μία τριετία συνεχούς πτώσης (2012-2014), εμφάνισε σημάδια ανάκαμψης το 2015. Η ανοδική πορεία συνεχίστηκε και το 2016 με εντυπωσιακά μεγαλύτερο ετήσιο ρυθμό μεταβολής (29,6%). Η εν λόγω αύξηση της κατανάλωσης οφείλεται στον τομέα της ηλεκτροπαραγωγής μέσω φυσικού αερίου.
Ωστόσο, τόσο η βιομηχανική κατανάλωση όσο και η κατανάλωση των οικιακών και εμπορικών καταναλωτών παρουσίασε μείωση, κατά 6,2% και 2,4% αντίστοιχα, παρά την συνεχή επέκταση του δικτύου διανομής φυσικού αερίου και των νέων συνδέσεων.
Εκτιμάται ωστόσο ότι τα προσεχή έτη, η κατανάλωση φυσικού αερίου για οικιακή, βιομηχανική και εμπορική χρήση θα ακολουθήσει αυξητική πορεία, υπό την προϋπόθεση ότι η ελληνική οικονομία θα επανέλθει σε τροχιά ανάκαμψης.
Με βάση τον ομαδοποιημένο ισολογισμό των 2 εταιρειών διύλισης για την περίοδο 2015-2016, προέκυψε μείωση των συνολικών τους πωλήσεων κατά 11,4% το 2016-2015, διαμορφούμενες σε 10,5 δισ. Ωστόσο, η διαμόρφωση των διεθνών περιθωρίων διύλισης, οι νομισματικές ισοτιμίες κ.ά., είχαν θετική επίδραση στα αποτελέσματα, με συνέπεια το μικτό κέρδος των εταιρειών να αυξηθεί εντυπωσιακά (47,7%) το 2016.
Επιπροσθέτως, ανάλογη πορεία ακολούθησαν και τα λειτουργικά κέρδη. Τα καθαρά κέρδη (προ φόρου εισοδήματος) υπερδιπλασιάστηκαν ανερχόμενα σε 859 εκατ. το 2016.
Στο πλαίσιο της μελέτης πραγματοποιήθηκε και χρηματοοικονομική ανάλυση των επιχειρήσεων (διύλισης, χονδρικής εμπορίας, βιοκαυσίμων) του κλάδου, βάσει επιλεγμένων αριθμοδεικτών. Επίσης, συνετάχθη ομαδοποιημένος ισολογισμός βάσει αντιπροσωπευτικού δείγματος εταιρειών.
Όσον αφορά στις εταιρείες χονδρικής εμπορίας (για την περίοδο 2015-2016), προκύπτουν τα εξής: οι συνολικές πωλήσεις (σε αξία) των 12 αντιπροσωπευτικών εταιρειών (για τις οποίες υπάρχουν διαθέσιμοι ισολογισμοί της τελευταίας διετίας) σημείωσαν αύξηση κατά 3,6% το 2016. To μικτό κέρδος αυξήθηκε κατά 15,1%.
Σε επίπεδο λειτουργικού αποτελέσματος υπήρξε σημαντική βελτίωση της κερδοφορίας το 2016/15 (10%), γεγονός που οδήγησε στη διεύρυνση των συνολικών κερδών προ φόρου κατά 7,2% το 2016. Τα κέρδη EBITDA ενισχύθηκαν κατά 2% περίπου το 2016 σε σχέση με το 2015.