Μετά από μια δεκαετία πτώσης και στασιμότητας, ούριος άνεμος πνέει στην ακτοπλοΐα. Αυτό φανερώνει η τελευταία έκθεση της XRTC για την εγχώρια ακτοπλοΐα, με τίτλο «Εκκίνηση νέου κύκλου με πολλά ισοδύναμα», η οποία στηρίζεται στα απολογιστικά μεγέθη του 2017.
Όπως αναφέρεται σε αυτή, η αύξηση της τουριστικής κίνησης, η υποχώρηση των διεθνών τιμών πετρελαίου σε σχέση με το πρόσφατο παρελθόν και οι αυξημένες μεταναστευτικές ροές έδωσαν μία σημαντική ανάσα στα οικονομικά των εταιρειών.
«Τα στοιχεία της φετινής μελέτης εμφανίζουν έντονα σημάδια της έναρξης ενός νέου ανοδικού κύκλου της ακτοπλοϊκής αγοράς, μετά από μία δεκαετία πτώσης και στασιμότητας», υπογραμμίζεται στην έκθεση.
Ωστόσο, παρά την τάση που προδιαγράφεται, για μία ακόμα χρονιά, οι ακτοπλοϊκές εταιρείες δείχνουν να έχουν περιορισμένη αποτελεσματικότητα, αναφορικά με την αξιοποίηση της αυξημένης ζήτησης από το εξωτερικό, στηρίζοντας το μεγαλύτερο ποσοστό των εσόδων τους στην κίνηση που προέρχεται από εμπορεύματα, καθώς επίσης και στον εσωτερικό τουρισμό.
Παράλληλα, ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας, η συνολική ακτοπλοϊκή κίνηση παρουσιάζει ανοδική τάση, την οποία φαίνεται να εκμεταλλεύονται περισσότερο οι μικρότεροι «παίκτες» της αγοράς και λιγότεροι οι τέσσερις «παραδοσιακοί» (ANEK, Minoan, Attica, HSW).
Τα βασικά συμπεράσματα
Κατά τη διάρκεια του τελευταίου έτους (2017 και μέχρι τον Ιούλιο του τρέχοντος έτους), οι σημαντικότερες εξελίξεις για τον κλάδο συνοψίζονται στην πώληση του 48,53% της Hellenic Seaways (HSW), που βρισκόταν υπό τον έλεγχο της Minoan Lines. Αγοραστής ήταν ο όμιλος Attica, ο οποίος πλέον ελέγχει το 98,83% της Hellenic Seaways.
Επίσης, σημαντική ήταν και η είσοδος της Minoan Lines στη γραμμή Πειραιάς-Χανιά, μια αγορά που ήταν στον αποκλειστικό έλεγχο της κοινοπραξίας ANEK-Attica.
Μετά τις τελευταίες αυτές αγοραπωλησίες, ο όμιλος Attica αποτελεί το μεγαλύτερο σχήμα στην ελληνική ακτοπλοΐα, που καλύπτει το 30% της προσφοράς της χωρητικότητας και το 33% της ζήτησης σε επιβάτες.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, η αύξηση της ακτοπλοϊκής κίνησης ήταν της τάξεως του 10%, ποσοστό όμως το οποίο κατά το μεγαλύτερο μέρος καρπώθηκαν οι υπόλοιπες εταιρείες (μη εισηγμένες), των οποίων η παρουσία αυξάνει συνεχώς, τόσο σε επίπεδο στόλου, όσο και σε επίπεδο κίνησης.
Ειδικότερα, σύμφωνα με την ανάλυση της XRTC, «οι εισηγμένες και η HSW έχοντας να αντιμετωπίσουν το βαρίδι των υψηλών επενδύσεών τους, άρα και των δανείων τους, έπρεπε να προχωρήσουν σε στρατηγικές απομόχλευσης.
Με σκοπό την αποφυγή της χρεοκοπίας συρρικνώθηκαν, διαθέτοντας προς πώληση πλοία και εξορθολογίζοντας ταυτόχρονα τόσο τις γραμμές όπου δραστηριοποιούνται όσο και τον αριθμό των δρομολογίων».
Ωστόσο, όπως τονίζεται, η ολοκλήρωση της αναδιάρθρωσής τους, καθώς και οι νέες συνθήκες ανταγωνισμού με τις υπόλοιπες εταιρείες ίσως αποτελέσει κίνητρο για μεγάλους επενδυτές να επενδύσουν στις εισηγμένες εταιρείες του κλάδου και στη HSW.
Απαραίτητη βέβαια προϋπόθεση είναι και η συμμετοχή των τραπεζών, αφού η έλλειψη της τραπεζικής χρηματοδότησης αποτελεί τροχοπέδη για οποιαδήποτε επενδυτική κίνηση.
Εν μέσω αυτού του επιχειρηματικού περιβάλλοντος, νέοι “παίκτες” αποφάσισαν να επενδύσουν στην ακτοπλοϊκή αγορά, αυξάνοντας την προσφερόμενη χωρητικότητα, εισερχόμενοι σε γραμμές όπου οι εισηγμένες και η HSW αναγκάστηκαν να συρρικνωθούν.
Είναι χαρακτηριστικό ότι, μέχρι το 2013, οι μεγάλοι «παίκτες» του κλάδου κατείχαν μερίδιο 64% της επιβατικής κίνησης. Από το 2014, το ποσοστό αυτό μειώνεται διαρκώς για να φτάσει το 2017 μόλις στο 43%.
Στις εταιρείες που έχουν κερδίσει μερίδιο αγοράς περιλαμβάνονται οι Seajets, Golden Star Ferries, Fast Ferries, Zante Ferries και Dodekanisos Seaways.
Η XRTC επισημαίνει πάντως την επιτακτική ανάγκη εκσυγχρονισμού του θεσμικού πλαισίου, το οποίο θα εξασφαλίζει την ανταγωνιστικότητα των εταιρειών και συνθήκες υγιούς ανταγωνισμού.
Οι κίνδυνοι
Οι κυριότεροι κίνδυνοι που απασχολούν τον κλάδο εξακολουθούν και είναι η μεταβλητότητα των τιμών του πετρελαίου και η συναλλαγματική ισοτιμία ευρώ / δολαρίου Αμερικής.
Το 2017, η απειλή του πετρελαίου έκανε και πάλι την εμφάνισή της, η οποία είχε ως αποτέλεσμα το σημαντικό περιορισμό του περιθωρίου κέρδους των τεσσάρων παραδοσιακών «παικτών».
Ωστόσο, ο κίνδυνος της μειωμένης ζήτησης που προερχόταν από την κατάσταση της ελληνικής οικονομίας φαίνεται να έχει απομακρυνθεί, μιας και η εμπιστοσύνη, τόσο της εσωτερικής, όσο και της εξωτερικής ζήτησης αποκαθίσταται και παρουσιάζει αισθητά σημάδια ανάκαμψης.