Από μία «κλωστή» κρέμεται η έγκαιρη ολοκλήρωση των μεγάλων οδικών έργων, καθώς εκκρεμεί, εδώ και δύο μήνες, η υπογραφή των τελικών συμβάσεων της κυβέρνησης με τους παραχωρησιούχους και χάνεται πολύτιμος χρόνος και χρήμα ως προς την καταληκτική προθεσμία ολοκλήρωσής τους.
Οι συμφωνίες θα έπρεπε, όπως προβλέπουν τα «πλαίσια συναντίληψης – MOU», να έχουν υπογραφεί μέχρι τις 31 Μαρτίου, ώστε τα έργα να έχουν τελειώσει μέχρι τις 31 Μαρτίου του 2017, ημερομηνία κλεισίματος του προηγούμενου ΕΣΠΑ 2007-2013.
Μέχρι σήμερα δεν υπάρχει καμία εξέλιξη, με αποτέλεσμα να κινδυνεύει η χρηματοδότηση των πολύ υψηλών ρυθμών κατασκευής που απαιτούνται, λόγω της ασφυκτικής προθεσμίας.
Η «31η Μαρτίου του 2017» αποκαλείται ως προθεσμία «λειτουργικής ολοκλήρωσης» των έργων και ο εναπομείνας χρόνος των 10 μηνών είναι οριακός, καθώς απαιτούνται πολυσύνθετες κατασκευές, αλλά και φυσικά και η απαιτούμενη ρευστότητα για την υλοποίησή τους.
Λίγα είναι τα τμήματα που έχουν παραπεμφθεί για τις 31 Αυγούστου 2017, τα οποία έχουν χαρακτηριστεί ως «έργα αποπεράτωσης».
Οι συνέπειες από τη μη τήρηση των χρονοδιαγραμμάτων
Αν η Ελλάδα δεν έχει τελειώσει τα έργα μέχρι τις 31 Μαρτίου του 2017, τότε οι επιπτώσεις θα είναι ιδιαίτερα αρνητικές. Η πρώτη και άμεση συνέπεια είναι πως η χώρα μας θα κληθεί να επιστρέψει τις κοινοτικές ενισχύσεις ύψους 4 δισ. ευρώ που έχει λάβει προκειμένου να χρηματοδοτήσει την ολοκλήρωση των έργων.
Επιπλέον, θα πρέπει να βρει ποσό 1 δισ. ευρώ, ώστε να καλύψει οικονομικά το πέρας των κατασκευών. Για να γίνει αντιληπτό το μέγεθος της οικονομικής ζημιάς, αρκεί να αναλογιστεί κανείς ότι αυτή θα αντιστοιχεί σε ένα ακόμη τριετές Μνημόνιο, παρόμοιο με αυτό που νομοθέτησε η κυβέρνηση μέσα από μέτρα για την ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης.
Το Ιδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ) έχει υπολογίσει πως το μετρήσιμο μακροοικονομικό αποτέλεσμα στο ΑΕΠ είναι άνω του 1% κατά τη διάρκεια της κατασκευής. Αν τα έργα σκοντάψουν, η αυτόματη ύφεση θα είναι της τάξης του -1%, ενώ θα πληγεί κι ένας από τους πιο δυναμικούς εξαγωγικούς κλάδους.
Μεγάλο, όμως, θα είναι και το πλήγμα στην οικονομία και την ανάπτυξη. Αφενός μία τέτοια αρνητική εξέλιξη θα μπορούσε να αποθαρρύνει οποιαδήποτε άλλη επένδυση και προοπτική ανάπτυξης στο ορατό μέλλον.
Επενδυτές δεν θέλουν να μπουν σε μία οικονομία που θα είναι πάλι σε κρίση και ύφεση.Αφετέρου και στην απασχόληση οι επιπτώσεις θα είναι δραματικές. Για να γίνει πιο σαφές: Τα οδικά έργα θα μπορούσαν να εικονογραφηθούν σαν ένα απέραντο εργοτάξιο κατά μήκος περίπου 500 χιλιομέτρων δρόμων, γεφυρών, σηράγγων και βοηθητικών υποδομών όπου απασχολούν άμεσα και έμμεσα συνολικά 20.000 εργαζόμενους.
Επιπλέον, ένας κλάδος σημαντικός για την ελληνική οικονομία, αυτός των κατασκευαστικών εταιρειών, θα δοκιμαστεί σκληρά.
Ηδη, οι τρεις μεγάλοι όμιλοι της χώρας, που καλούνται να φέρουν σε πέρας το πολύ δύσκολο έργο της λειτουργικής ολοκλήρωσης έχουν συσσωρευμένες τεράστιες ζημιές στα χρόνια της ύφεσης.
Ακόμα και πέρυσι, χρονιά πλήρους εξέλιξης των κατασκευαστικών εργασιών στα μέτωπα των μεγάλων έργων, εμφάνισαν ζημιές που έρχονται να προστεθούν σε αυτές του 2014, ύψους 150 εκατ. ευρώ. Για όλο δε, τον κλάδο, οι ζημιές ξεπερνούν το 1 δισ. ευρώ.
Οι κατασκευές και οι υποδομές έχουν υψηλούς πολλαπλασιαστές επιδράσεων στην ελληνική οικονομία. Στον πρώτο τομέα αυτός είναι 1,8 και στον δεύτερο 2. Διαχέουν δηλαδή στην οικονομική δραστηριότητα και την απασχόληση διπλάσιο όφελος. Οι αρνητικές επιπτώσεις από τη μη ολοκλήρωση των έργων θα έχουν αντίκτυπο και στα μακροοικονομικά.
Το Ιδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ) έχει υπολογίσει πως το μετρήσιμο μακροοικονομικό αποτέλεσμα στο ΑΕΠ είναι άνω του 1% κατά τη διάρκεια της κατασκευής. Αν τα έργα σκοντάψουν, η αυτόματη ύφεση θα είναι της τάξης του -1%, ενώ θα πληγεί κι ένας από τους πιο δυναμικούς εξαγωγικούς κλάδους.
Οι κατασκευαστικές εταιρείες λόγω της ύφεσης, την τελευταία πενταετία, βγήκαν εκτός συνόρων, υλοποιώντας σημαντικά έργα υποδομής συνεισφέροντας στην ελληνική οικονομία και το εμπορικό ισοζύγιο.
Φυσικά από ένα ντόμινο ύφεσης δεν θα μείνουν ανεπηρέαστες και οι τράπεζες. Ανακεφαλαιοποιήθηκαν πριν από λίγους μήνες και με την επανεκκίνηση των έργων έχουν σημαντική έκθεση.
Συνεπώς και, σύμφωνα με εκτιμήσεις, είναι απόλυτη ανάγκη να μη διαταραχθεί ούτε στο ελάχιστο η δυναμική που έχει αναπτυχθεί από το περσινό καλοκαίρι στα έργα και φυσικά και η εύρυθμη λειτουργία των ελληνικών κατασκευαστικών επιχειρήσεων.
Πρέπει να γίνει αντιληπτό ότι ακόμη και μία απώλεια βηματισμού ή ρυθμού στην εκτέλεση των έργων, όπως για παράδειγμα μία ασυνεννοησία των συναρμόδιων υπηρεσιών, απειλεί να διακινδυνεύσει την καταληκτική προθεσμία παράδοσής τους με οδυνηρές συνέπειες.
Χρήστος Κολώνας, «Έθνος της Κυριακής»