Εμείς οι εξαγωγείς έχουμε μάθει να βλέπουμε το ποτήρι μισογεμάτο. Εκεί που οι άλλοι βλέπουν προβλήματα, εμείς βλέπουμε ευκαιρίες και ως τέτοια αντιμετωπίζουμε και το Brexit.
Πιστεύουμε ότι αυτή η αλλαγή μας δίνει την ευκαιρία να ενισχύσουμε τις διμερείς μας σχέσεις και τη συνεργασία μας και σε νέους τομείς που δεν εστιάσαμε στο παρελθόν.
Στη νέα, post-Brexit, εποχή, η Ελλάδα πρέπει να έχει έναν καθοριστικό ρόλο στις σχέσεις Ευρωπαϊκής Ένωσης-Ηνωμένου Βασιλείου, δηλαδή να αποτελέσει το δίαυλο επικοινωνίας και το παράθυρο της Ευρώπης.
Ας μην ξεχνάμε ότι οι σχέσεις Ελλάδας και Ηνωμένου Βασιλείου ήταν ανέκαθεν εξαιρετικές σε όλους τους τομείς, από την ανεξαρτησία της Ελλάδας από την Οθωμανική Αυτοκρατορία, όταν η Βρετανία έπαιξε έναν καθοριστικό ρόλο στην απελευθέρωση της χώρας μας.
Δύο αιώνες μετά, έρχεται η στιγμή να επιβεβαιώσουμε την εμπιστοσύνη από τη δική μας πλευρά και να αναπτύξουμε περαιτέρω τις φιλικές και συνεργατικές σχέσεις που δημιουργήθηκαν τότε.
Παραδοσιακά, οι σχέσεις του Ηνωμένου Βασιλείου με την Ελλάδα ήταν ισχυρότερες απ’ ότι με άλλες ευρωπαϊκές χώρες, όπως η Γερμανία και η Γαλλία και πάνω σε αυτές πρέπει να επενδύσουμε στο μέλλον.
Το Ηνωμένο Βασίλειο είναι ο 7ος σημαντικότερος εξαγωγικός προορισμός της Ελλάδας με εξαγωγές ύψους 1,2 δις ευρώ, ενώ παράλληλα είναι ο σημαντικότερος εταίρος σε ότι αφορά στις υπηρεσίες με τις εισπράξεις να ανέρχονται σε 3,8 δις ευρώ
Παράλληλα, η σφαίρα επιρροής του Ηνωμένου Βασιλείου εκτείνεται σε πολλά αγγλόφωνα κράτη, κάποια από τα οποία συνιστούσαν την πάλαι ποτέ Βρετανική Κοινοπολιτεία.
Σε αυτά τα κράτη βλέπουμε εμπορικούς εταίρους και εν δυνάμει επενδυτές, δηλαδή υφιστάμενους και δυνητικούς συμμάχους, σε οικονομικό και πολιτικό επίπεδο.
Η Αγγλόσφαιρα αποτελεί μία ομάδα χωρών, με την οποία η Ελλάδα πρέπει να έχει άριστες σχέσεις.
Εδώ και δύο αιώνες Ηνωμένο Βασίλειο και Ελλάδα συνεργάζονται απρόσκοπτα και έχουν αναπτύξει και μία γεωστρατηγική σχέση, η οποία είχε ως αποτέλεσμα την ανάπτυξη συνεργειών σε πολλούς τομείς, όπως στον ναυτιλιακό, με πολλές ελληνικές εταιρείες να έχουν έδρα στο Σίτι του Λονδίνου.
Ο Πειραιάς και η Θεσσαλονίκη τα νέα αντίστοιχα «Σίτι» της Ευρώπης
Και όλοι πλέον γνωρίζουμε ότι στο Σίτι του Λονδίνου βρίσκεται το επίκεντρο της ναυτιλιακής δραστηριότητας παγκοσμίως, όντας το δεύτερο μεγαλύτερο ναυτιλιακό κέντρο στον κόσμο μετά την Σιγκαπούρη. Εδώ δημιουργείται μία τεράστια ευκαιρία για την Ελλάδα.
Ο Πειραιάς, αλλά και η Θεσσαλονίκη, θα πρέπει να έχουν στόχο να καταστούν τα νέα αντίστοιχα «Σίτι» της Ευρώπης, διότι οι προοπτικές ως γεωστρατηγικά λιμάνια και εμπορευματικά κέντρα υφίστανται.
Αρκεί λοιπόν να αναπτυχθεί ένα σύμπλεγμα συμπληρωματικών υπηρεσιών υψηλού επιπέδου, όπως νομικές και ασφαλιστικές υπηρεσίες προσανατολισμένες στον ναυτιλιακό τομέα. Δεν είναι όμως μόνο ο ναυτιλιακός κλάδος που συνδέει τα δύο κράτη.
Έντονο είναι και το επενδυτικό ενδιαφέρον καθώς οι εισερχόμενες επενδύσεις από το Ηνωμένο Βασίλειο για το 2018 διαμορφώθηκαν σε 266,8 εκατ. δολάρια, το οποίο αντιστοιχεί στο 6,7% των συνολικών επενδύσεων που έγιναν στη χώρα μας.
Παράλληλα, το Ηνωμένο Βασίλειο είναι ο 7ος σημαντικότερος εξαγωγικός προορισμός της Ελλάδας με εξαγωγές ύψους 1,2 δις ευρώ, ενώ παράλληλα είναι ο σημαντικότερος εταίρος σε ότι αφορά στις υπηρεσίες με τις εισπράξεις να ανέρχονται σε 3,8 δις ευρώ.
Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι το Ηνωμένο Βασίλειο συνιστά μία ώριμη αγορά για τα ελληνικά προϊόντα με παρουσία πολλών ετών και υψηλή αναγνωρισιμότητα από τους Βρετανούς καταναλωτές.
Η υποτίμηση της λίρας έναντι του ευρώ θα καταστήσει τα ελληνικά προϊόντα πιο ακριβά, αλλά θα πρέπει να εκμεταλλευτούμε την εμπειρία μας, ώστε να διαχειριστούμε σοφά το επιπρόσθετο κόστος και όχι μόνο να παραμείνουμε στην αγορά, αλλά να κερδίσουμε και ακόμη μεγαλύτερα μερίδια.
Η συνεργασία όμως δεν σταματάει εδώ και δεν αφορά μόνο το οικονομικό σκέλος. Τα πανεπιστήμια και τα ερευνητικά κέντρα της Ελλάδας θα πρέπει να αναπτύξουν συνέργειες με εκείνα του Ηνωμένου Βασιλείου.
Ταυτόχρονα, θα πρέπει να δομηθεί ένα ευνοϊκό πλαίσιο παραμονής και μετακίνησης μεταξύ των πολιτών των δύο κρατών καθώς οι ελληνικές κοινότητες που έχουν έδρα στο Λονδίνο και στις υπόλοιπες πόλεις είναι πολλές και το γεγονός αυτό καθιστά τη διαχείριση των διμερών μας σχέσεων ακόμη πιο σημαντική.
Η Ελλάδα δύναται να καταστεί πόλος έλξης για Βρετανούς πολίτες και ιδιαίτερα συνταξιούχους που αναζητούν μία δεύτερη μόνιμη κατοικία ή για εκείνους που ψάχνουν ένα ιδανικό μέρος για αποκατάσταση στο πλαίσιο του ιατρικού τουρισμού.
Όλες αυτές οι συνέργειες θα πρέπει να θεσμοθετηθούν και να καταγραφούν σε διμερείς συμφωνίες και σε μνημόνια συνεργασίας, δείχνοντας και πρακτικά την προδιάθεση της χώρας μας για συνεργασία.
Ας μην ξεχνάμε ότι με το Ηνωμένο Βασίλειο μας συνδέουν οικονομικά, πολιτικά, πολιτιστικά συμφέροντα, τα οποία πρέπει να μετατραπούν σε πράξεις αμοιβαίας εμπιστοσύνης.
Στον ΣΕΒΕ αναπτύξαμε έναν ισχυρό μηχανισμό υποστήριξης και ενημέρωσης των επιχειρήσεων-μελών μας για το Brexit.
Καθ’ όλη τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων και μέχρι σήμερα ενημερώνουμε σε τακτά χρονικά διαστήματα με πληροφοριακά σημειώματα και δίνουμε απαντήσεις σε συγκεκριμένα ερωτήματα στα μέλη μας για την όσο το δυνατόν καλύτερη αντιμετώπιση των αλλαγών στους τομείς του εμπορίου, των μεταφορών, στη φορολογία και στις τελωνειακές συναλλαγές και διαδικασίες.
Ταυτόχρονα, προσπαθούμε με παρεμβάσεις μας να βοηθούμε στην επίλυση προβλημάτων για τη διευκόλυνση του διμερούς εμπορίου.
Η αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ε.Ε. συνιστά μία πρόκληση που πρέπει να αντιμετωπίσουμε και να εκμεταλλευτούμε στρατηγικά, αναπτύσσοντας σχέση εμπιστοσύνης.
Η Ελλάδα χρειάζεται ισχυρούς εμπορικούς εταίρους και πάνω στη συμφωνία εμπορίου και συνεργασίας μεταξύ Ε.Ε. και Ηνωμένου Βασιλείου, θα πρέπει να δομηθεί μία νέα, σύγχρονη και πολύπλευρη φιλία και συνεργασία μεταξύ των δύο κρατών.
Δρ. Γιώργος Κωνσταντόπουλος,
Πρόεδρος ΣΕΒΕ,
αναδημοσίευση από το newsletter του ΣΕΒΕ