Ο πρώην διευθύνων σύμβουλος του ΟΛΠ Νίκος Αναστασόπουλος, σε άρθρο του στην εφημερίδα Real News, κατακρίνει τη νέα τιμολογιακή πολιτική του Οργανισμού, υποστηρίζοντας ότι δεν προηγήθηκε διαβούλευση με τους φορείς / χρήστες του λιμανιού.
«Δεν έχουν παρέλθει ούτε καν δύο χρόνια από την υπογραφή της σύμβασης πώλησης του ΟΛΠ και αυτήν την εβδομάδα, ο Οργανισμός προχώρησε ξαφνικά και απροειδοποίητα σε αυξήσεις 11%-23% στα τιμολόγιά του, με άμεση εφαρμογή στις περισσότερες δραστηριότητες, εκτός της κρουαζιέρας που θα ισχύσει μετά το 2020, για να ενημερωθούν έγκαιρα οι εταιρείες του χώρου.
Δυστυχώς, η συνήθης διαδικασία διαβούλευσης ή ακόμη και ενημέρωσης των χρηστών του λιμανιού, είτε απευθείας, είτε μέσω των συνδικαλιστικών φορέων, όπως η Διεθνής Ναυτική Ενωση, δεν κρίθηκε αναγκαία.
Ενδελεχής έλεγχος από τις αρμόδιες ρυθμιστικές Αρχές, ιδιαιτέρως από τις Αρχές ανταγωνισμού, σύμφωνα με τους ισχύοντες νόμους περί ανταγωνισμού και τους αντιμονοπωλιακούς νομούς, δεν προκύπτει ότι έγινε.
Το ότι η απόφαση του ΟΛΠ θα έχει επιπτώσεις και στη Θεσσαλονίκη, το ότι τα μεταφορικά κόστη στα αγαθά που διακινούνται μέσω των δύο λιμανιών θα αυξηθούν αντίστοιχα (υπολογίζεται ότι το 20% των εισαγωγών μας και εξαγωγών διακινούνται μέσω των δύο μεγάλων λιμανιών της χώρας), το ότι οι εξαγωγές μας σε μια ιδιαίτερα ευαίσθητη εποχή συνολικής προσπάθειας της χώρας μας για ανάπτυξή της θα επηρεαστούν αρνητικά, το ότι ο τουρισμός μας, βασικός πυλώνας της εθνικής οικονομίας και μάλιστα ο τουρισμός κρουαζιέρας του συνδυασμού αρχαία – θάλασσα – ήλιος θα υποστεί και αυτός τους δικούς του κραδασμούς, προς μεγάλη χαρά του ανταγωνισμού της Τουρκίας και των άλλων μεσογειακών χωρών, δεν φαίνεται να προβλημάτισε ακόμη κανέναν.
Επιπλέον, διαμορφώνει την εμπορική του πολιτική, αναλόγως του βραχυπρόθεσμου προσδοκώμενου αποτελέσματος του ιδιώτη, προωθώντας πρακτικές γενικά σε όλους τους τομείς με γνώμονα το πρόσκαιρο κέρδος και όχι το δημόσιο συμφέρον», αναφέρει, μεταξύ άλλων, ο πρώην διευθύνων σύμβουλος του Οργανισμού, ο οποίος δεν ήθελε – εξαρχής – να πουληθεί πλειοψηφικό ποσοστό του ΟΛΠ, αλλά να χρησιμοποιηθεί η μέθοδος των επιμέρους παραχωρήσεων.