Οι επιχειρησιακές συνθήκες στον ελληνικό τομέα μεταποίησης βελτιώθηκαν τον Ιούνιο, μολονότι σε οριακό βαθμό. Η άνοδος ήταν αποτέλεσμα της αύξησης στις νέες παραγγελίες και στην παραγωγή. Το γεγονός αυτό συνέβαλε, με τη σειρά του, σε άλλον ένα γύρο δημιουργίας θέσεων εργασίας.
Η δραστηριότητα αγορών μειώθηκε και πάλι, αλλά σε ελάχιστο μόνο βαθμό. Εν τω μεταξύ, η αύξηση των τιμών εισροών παρέμεινε αμετάβλητη από το χαμηλό έξι μηνών του Μαΐου, αλλά ήταν παρ’ όλ’ αυτά αισθητή, γεγονός το οποίο συνέβαλε στην αύξηση των μέσων τιμών πώλησης.
Οι επιχειρήσεις παρέμειναν αισιόδοξες σε σχέση με την αύξηση της παραγωγής τους επόμενους 12 μήνες.
Ο εποχικά προσαρμοσμένος Δείκτης Υπευθύνων Προμηθειών της IHS Markit για τον τομέα μεταποίησης στην Ελλάδα (Purchasing Managers’ Index – PMI) -ένας σύνθετος δείκτης που έχει σχεδιαστεί για να μετρά την απόδοση της μεταποιητικής οικονομίας- υπέδειξε επέκταση κατά τη διάρκεια του Ιουνίου, καταγράφοντας τιμή πάνω από το σημείο μηδενικής μεταβολής των 50.0 μονάδων.
Η πρόσφατη τιμή των 50.5 μονάδων του Ιουνίου, υψηλότερη από τις 49.6 μονάδες του Μαΐου, υπέδειξε την πρώτη βελτίωση των συνθηκών του ελληνικού μεταποιητικού τομέα από τον περασμένο Αύγουστο. Παρ’ όλ’ αυτά, ο ρυθμός ανάπτυξης ήταν μόλις οριακός.
Η άνοδος των νέων παραγγελιών για δεύτερη μόλις φορά σε διάστημα περίπου τριών ετών πρωτοστάτησε στη βελτίωση του ελληνικού τομέα μεταποίησης.
Ωστόσο, ο ρυθμός επέκτασης ήταν συνολικά μηδαμινός, καθώς οι αναφορές για υψηλότερη ζήτηση από την πλευρά των πελατών αντισταθμίστηκαν ως επί το πλείστον από τις αναφορές περί πολιτικής αστάθειας. Αντιθέτως, οι νέες παραγγελίες από το εξωτερικό εξακολούθησαν να υποχωρούν τον Ιούνιο, αν και σε ελάχιστο βαθμό.
Παράλληλα με την αύξηση των συνολικών νέων παραγγελιών σημειώθηκε άνοδος της παραγωγής, η πρώτη από τον Αύγουστο του 2016. Ο ρυθμός αύξησης ήταν, ωστόσο, μόλις οριακός.
Η αύξηση της παραγωγής δεν κατάφερε να εμποδίσει την περαιτέρω υποχώρηση των αποθεμάτων ετοίμων προϊόντων, ωστόσο ο ρυθμός υποχώρησης εξασθένησε σε σχέση με τον Μάιο.
Στηριζόμενοι στην υψηλότερη ζήτηση των πελατών, οι Έλληνες κατασκευαστές αύξησαν τον αριθμό των εργαζομένων τους για δεύτερο συνεχή μήνα τον Ιούνιο. Επιπλέον, ο ρυθμός δημιουργίας θέσεων εργασίας ήταν ο εντονότερος σε διάστημα περίπου ενός έτους. Τα υψηλότερα επίπεδα μισθοδοσίας οδήγησαν σε εντονότερη μείωση των ανεκτέλεστων εργασιών.
Παρά την ανοδική τάση των νέων παραγγελιών, οι επιχειρήσεις προέβησαν σε περαιτέρω περικοπές των αγορών τους τον Ιούνιο.
Παρ’ όλ’ αυτά, ο ρυθμός μείωσης ήταν αμετάβλητος από τον Μάιο και σε γενικές γραμμές μηδαμινός. Ταυτόχρονα, τα αποθέματα προμηθειών συνέχισαν να μειώνονται με έντονο ρυθμό.
Εν τω μεταξύ, οι τιμές εισροών με τις οποίες βρέθηκαν αντιμέτωποι οι Έλληνες κατασκευαστές αυξήθηκαν για δέκατο πέμπτο συνεχή μήνα. Ο ρυθμός αύξησης παρέμεινε έντονος παρότι διατηρήθηκε σταθερός στο χαμηλό έξι μηνών του Μαΐου.
Κατ’ επέκταση, οι επιχειρήσεις αύξησαν τις μέσες τιμές πώλησης καθώς προσπάθησαν να μετακυλήσουν την υψηλότερη επιβάρυνση κόστους στους πελάτες τους.
Ο μέσος χρόνος παράδοσης προμηθειών εξακολούθησε να αυξάνεται τον Ιούνιο, μολονότι με τον ασθενέστερο ρυθμό που έχει καταγραφεί από τον Μάρτιο.
Τέλος, οι επιχειρήσεις παρέμειναν αισιόδοξες σχετικά με την αύξηση της παραγωγής τους επόμενους 12 μήνες.
Ο Alex Gill, οικονομολόγος της IHS Markit, ο οποίος καταρτίζει την έρευνα του ελληνικού Δείκτη Υπευθύνων Προμηθειών PMI είπε: «Μετά το απογοητευτικό ξεκίνημα του 2017, τα πρόσφατα δεδομένα της έρευνας αποτελούν ευχάριστη είδηση για τους Έλληνες κατασκευαστές, καθώς ο κύριος δείκτης PMI κατέγραψε ανάπτυξη για πρώτη φορά από τον περασμένο Αύγουστο.
»Η συνολική βελτίωση των συνθηκών του κλάδου ενισχύθηκε από την αύξηση της παραγωγής και των νέων παραγγελιών, αν και σε οριακό βαθμό.
Η δεύτερη κατά σειρά αύξηση της απασχόλησης ευνόησε επίσης την ανάπτυξη που καταγράφηκε τον Ιούνιο και θα δημιουργήσει περισσότερες ελπίδες για περαιτέρω μείωση του σημαντικού ποσοστού ανεργίας στη χώρα (22,5%).
»Τα θετικά δεδομένα καταγράφονται στον απόηχο της συμφωνίας μεταξύ Ευρωπαϊκής Ένωσης και Ελλάδας για την αποδέσμευση του επόμενου πακέτου δανείων που προορίζεται να διασφαλίσει ότι η Ελλάδα θα είναι σε θέση να προβεί σε αποπληρωμή των χρεών της τον Ιούλιο.
Παρότι το γεγονός αυτό μπορεί να κατευνάσει κάποια βραχυπρόθεσμη αβεβαιότητα, ο δρόμος προς τη μακροπρόθεσμη, βιώσιμη ανάπτυξη παραμένει μακρύς, καθώς τα μέτρα λιτότητας ενδέχεται να περιορίσουν τη ζήτηση από την πλευρά των πελατών».