Παρά τις συνεχιζόμενες δύσκολες συνθήκες στην αγορά, η Jungheinrich AG κατέγραψε ισχυρή επιχειρηματική ανάπτυξη τους πρώτους εννέα μήνες του 2024.
Οι εισερχόμενες παραγγελίες σε όλους τους τομείς δραστηριότητας -νέες πωλήσεις, βραχυπρόθεσμες μισθώσεις, μεταχειρισμένο εξοπλισμό και υπηρεσίες μετά την πώληση- έφτασαν τα 3.931 εκατ. ευρώ κατά την υπό εξέταση περίοδο, ελαφρώς αυξημένες από τα 3.873 εκατ. ευρώ της προηγούμενης χρονιάς (αύξηση 1,5%).
Οι εκκρεμείς παραγγελίες στις νέες πωλήσεις ανήλθαν σε 1.497 εκατ. ευρώ στις 30 Σεπτεμβρίου 2024, σημειώνοντας μείωση κατά 90 εκατ. ευρώ ή 5,7% σε σχέση με το προηγούμενο έτος (1.587 εκατ. ευρώ).
Ωστόσο, σε σύγκριση με το τέλος του 2023, όπου οι εκκρεμείς παραγγελίες ήταν 1.441 εκατ. ευρώ, καταγράφηκε άνοδος κατά 56 εκατ. ευρώ ή 3,9%.
Τα συνολικά έσοδα της εταιρείας για την υπό εξέταση περίοδο ανήλθαν σε 3.923 εκατ. ευρώ, ελαφρώς χαμηλότερα από τα 4.020 εκατ. ευρώ του προηγούμενου έτους. Η μείωση των εσόδων από τις νέες πωλήσεις, λόγω των δύσκολων συνθηκών της αγοράς, αντισταθμίστηκε εν μέρει από την ανάπτυξη στον τομέα των υπηρεσιών μετά την πώληση και την αύξηση των εσόδων από τις βραχυχρόνιες μισθώσεις και τον μεταχειρισμένο εξοπλισμό.
Τα μέτρα που ξεκίνησαν για την προστασία των κερδών απέδωσαν καρπούς κατά τους πρώτους εννέα μήνες του έτους· ωστόσο, δεν κατάφεραν να αντισταθμίσουν πλήρως τις αυξημένες δαπάνες, που οφείλονται κυρίως σε επιπτώσεις από συλλογικές συμβάσεις και την αύξηση του προσωπικού που πραγματοποιήθηκε σε μεγάλο βαθμό την προηγούμενη χρονιά.
Ως εκ τούτου, τα κέρδη προ τόκων και φόρων (EBIT) για την υπό εξέταση περίοδο ήταν χαμηλότερα από τα 338,8 εκατ. ευρώ του προηγούμενου έτους, διαμορφούμενα στα 320,2 εκατ. ευρώ, όπως αναμενόταν.
Το περιθώριο EBIT ήταν στο 8,2%, ελαφρώς χαμηλότερο από το 8,4% του προηγούμενου έτους. Το χρηματοοικονομικό αποτέλεσμα ανήλθε στα –18,6 εκατ. ευρώ (προηγούμενο έτος: –24,1 εκατ. ευρώ), επηρεασμένο κυρίως από βελτιωμένο αποτέλεσμα στους τόκους.
Τα κέρδη προ φόρων (EBT) διαμορφώθηκαν στα 301,6 εκατ. ευρώ, σημειώνοντας μείωση κατά 4,1% σε σχέση με το προηγούμενο έτος (314,6 εκατ. ευρώ).
Το περιθώριο EBT ήταν στο 7,7%, έναντι 7,8% του προηγούμενου έτους. Τα καθαρά κέρδη ανήλθαν στα 214,1 εκατ. ευρώ (προηγούμενο έτος: 231,3 εκατ. ευρώ). Τα κέρδη ανά προνομιούχο μετοχή ήταν 2,11 ευρώ (προηγούμενο έτος: 2,28 ευρώ).
Στις 30 Σεπτεμβρίου 2024, το καθαρό χρέος του ομίλου Jungheinrich ανήλθε σε 72 εκατ. ευρώ (31 Δεκεμβρίου 2023: 262 εκατ. ευρώ). Η μείωση κατά 190 εκατ. ευρώ σε σύγκριση με το τέλος του 2023 οφείλεται κυρίως στις ισχυρές ελεύθερες ταμειακές ροές των 314 εκατ. ευρώ κατά τους πρώτους εννέα μήνες του 2024.
Αντίθετα, η αρνητική ελεύθερη ταμειακή ροή την ίδια περίοδο του προηγούμενου έτους (-98 εκατ. ευρώ) είχε επηρεαστεί από την πληρωμή ύψους 307 εκατ. ευρώ για την εξαγορά της Storage Solutions.
«Οι πρώτοι εννέα μήνες του έτους χαρακτηρίστηκαν από δύσκολες οικονομικές συνθήκες. Η συνεχιζόμενη ασθενής ανάπτυξη της γερμανικής οικονομίας έγινε και πάλι αισθητή κατά το πρώτο εννεάμηνο της τρέχουσας οικονομικής χρήσης. Παρά τις προκλήσεις αυτές, η Jungheinrich διατηρεί ένα σταθερό επίπεδο εισερχόμενων παραγγελιών και ένα ισχυρό περιθώριο κέρδους, με απόδοση EBIT στις πωλήσεις στο 8,2%. Σε αυτό το αποτέλεσμα συνέβαλαν τα μέτρα που λάβαμε για τη διασφάλιση των κερδών.
Κοιτάζοντας το υπόλοιπο του έτους, επιβεβαιώνουμε την πρόβλεψή μας για τις εισερχόμενες παραγγελίες και τα έσοδα, χωρίς να αποκλείουμε το ενδεχόμενο και οι δύο αυτοί δείκτες να κυμανθούν στο κάτω μισό των προβλεπόμενων ορίων. Παράλληλα, αυξήσαμε την πρόβλεψή μας για τις ελεύθερες ταμειακές ροές, ανεβάζοντάς την σε πάνω από 300 εκατ. ευρώ», ανέφερε ο δρ Lars Brzoska, πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου της Jungheinrich AG.
Η πρόβλεψη
Λαμβάνοντας υπόψη τις τρέχουσες επιχειρηματικές εξελίξεις, η Jungheinrich επιβεβαιώνει την πρόβλεψη που δημοσιεύθηκε στις 28 Μαρτίου 2024 και είχε πάλι επιβεβαιωθεί στην ενδιάμεση έκθεση της 30ής Ιουνίου 2024, ενώ παράλληλα τεκμηριώνει τις προσδοκίες της για τις εισερχόμενες παραγγελίες και τα έσοδα.
Ο όμιλος έχει αυξήσει την πρόβλεψη για τις ελεύθερες ταμειακές ροές. Η Jungheinrich εξακολουθεί να αναμένει ότι οι εισερχόμενες παραγγελίες θα κυμανθούν μεταξύ 5,2 και 5,8 δισ. ευρώ (2023: 5,2 δισ. ευρώ). =
Η εταιρεία προβλέπει έσοδα για τον όμιλο στην περιοχή των 5,3 έως 5,9 δισ. ευρώ (2023: 5,5 δισ. ευρώ).
Για το υπόλοιπο του έτους, το ΔΣ της Jungheinrich δεν αποκλείει το ενδεχόμενο και οι δύο αυτοί βασικοί δείκτες να κινηθούν στο κατώτερο μισό των προβλεπόμενων ορίων.
Η Jungheinrich εκτιμά ότι το EBIT για το τρέχον οικονομικό έτος θα κυμανθεί μεταξύ 420 και 470 εκατ. ευρώ (2023: 430 εκατ. ευρώ). Για τον σκοπό αυτό, το ΔΣ υλοποίησε κατάλληλα μέτρα για την προστασία των κερδών, τα οποία αποδίδουν καρπούς φέτος και αντισταθμίζουν κυρίως την αύξηση των δαπανών προσωπικού.
Επιπλέον, έχουν ληφθεί υπόψη αρνητικές επιπτώσεις από την κατανομή τιμής αγοράς για τις εξαγορές που έγιναν το 2023, ύψους 13 εκατ. ευρώ, καθώς και μεταβλητές αμοιβές περίπου 5 εκατ. ευρώ (προηγουμένως: 11 εκατ. ευρώ). Η Jungheinrich συνεχίζει να αναμένει απόδοση EBIT επί των πωλήσεων μεταξύ 7,6% και 8,4% (2023: 7,8%).
Το EBT προβλέπεται επίσης να φτάσει στα 380 έως 430 εκατ. ευρώ (2023: 399 εκατ. ευρώ), ενώ η απόδοση EBT επί των πωλήσεων αναμένεται να κυμανθεί μεταξύ 6,9% και 7,7% (2023: 7,2%).
Το ROCE για το οικονομικό έτος 2024 προβλέπεται να κυμανθεί από 14,5% έως 17,5% (2023: 15,9%). Η Jungheinrich έχει αναθεωρήσει προς τα πάνω την πρόβλεψή της για τις ελεύθερες ταμειακές ροές, ανεβάζοντας τον στόχο σε πάνω από 300 εκατ. ευρώ (προηγουμένως: πάνω από 200 εκατ. ευρώ· 2023: 15 εκατ. ευρώ).