Στην απαγόρευση των αθέμιτων εμπορικών πρακτικών στην αλυσίδα εφοδιασμού των τροφίμων στοχεύει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ώστε να προσφέρει σε γεωργούς και ΜμΕ μεγαλύτερη ασφάλεια και μικρότερη ανάγκη να διαχειρίζονται κινδύνους επί των οποίων έχουν ελάχιστο ή μηδενικό έλεγχο.
Ουσιαστικά, η Επιτροπή προτείνει να απαγορευτούν οι πιο επιβλαβείς αθέμιτες εμπορικές πρακτικές όσον αφορά στην αλυσίδα εφοδιασμού τροφίμων ώστε να εξασφαλιστεί πιο δίκαιη αντιμετώπιση για μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις τροφίμων και γεωργικές επιχειρήσεις.
Επιπλέον, η πρόταση περιλαμβάνει αποτελεσματικές διατάξεις επιβολής των κανόνων: οι εθνικές αρχές μπορούν να επιβάλουν κυρώσεις στην περίπτωση διαπίστωσης παραβάσεων.
Οι μικρότερες επιχειρήσεις στην αλυσίδα εφοδιασμού τροφίμων, συμπεριλαμβανομένων των γεωργικών, είναι ευάλωτες σε αθέμιτες εμπορικές πρακτικές που ασκούνται από εταίρους τους στην αλυσίδα. Αυτές οι επιχειρήσεις συχνά δεν διαθέτουν διαπραγματευτική ισχύ και εναλλακτικές λύσεις ώστε να διοχετεύσουν τα προϊόντα τους στους καταναλωτές.
Οι αθέμιτες εμπορικές πρακτικές που πρόκειται να απαγορευτούν είναι οι εκπρόθεσμες πληρωμές όσον αφορά ευπαθή προϊόντα, οι ακυρώσεις παραγγελιών την τελευταία στιγμή, οι μονομερείς ή αναδρομικές αλλαγές σε συμβάσεις και ο εξαναγκασμός του προμηθευτή να πληρώνει για χαλασμένα προϊόντα
Άλλες πρακτικές θα επιτρέπονται μόνο εάν υπόκεινται σε σαφή και ακριβή εκ των προτέρων συμφωνία μεταξύ των μερών: ο αγοραστής επιστρέφει απούλητα τρόφιμα στον προμηθευτή· ο αγοραστής χρεώνει κάποιο ποσό στον προμηθευτή προκειμένου να εξασφαλίσει ή να διατηρήσει μια συμφωνία προμήθειας τροφίμων· ο προμηθευτής πληρώνει για την προώθηση ή το μάρκετινγκ των τροφίμων που πωλούνται από τον αγοραστή.
Η πρόταση της Επιτροπής απαιτεί τα κράτη-μέλη να ορίσουν μια δημόσια αρχή ως αρμόδια για την επιβολή των νέων κανόνων. Σε περίπτωση αποδεδειγμένης παράβασης, ο αρμόδιος φορέας θα είναι αρμόδιος να επιβάλει μια αναλογική και αποτρεπτική κύρωση. Αυτή η αρχή επιβολής θα είναι σε θέση κινήσει διαδικασία έρευνας με δική της πρωτοβουλία ή με βάση μια καταγγελία.
Στην περίπτωση αυτή, τα μέρη που υποβάλλουν καταγγελία θα έχουν τη δυνατότητα να ζητήσουν εμπιστευτικότητα και ανωνυμία προκειμένου να προστατεύσουν τη θέση τους έναντι των εμπορικών τους εταίρων. Η Επιτροπή θα δημιουργήσει έναν μηχανισμό συντονισμού μεταξύ των αρχών επιβολής, προκειμένου να καταστεί δυνατή η ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών.
Τα προτεινόμενα μέτρα είναι συμπληρωματικά προς τα μέτρα που υφίστανται στα κράτη-μέλη και τον κώδικα δεοντολογίας της εθελοντικής πρωτοβουλίας για την αλυσίδα εφοδιασμού. Τα κράτη-μέλη μπορούν να λαμβάνουν περαιτέρω μέτρα κατά την κρίση τους.
Η πρόταση της Επιτροπής θα έχει τη μορφή ευρωπαϊκού νόμου (οδηγία) και θα υποβληθεί τώρα, μαζί με εκτίμηση επιπτώσεων, στους δύο συννομοθέτες, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, όπου εκπροσωπούνται οι κυβερνήσεις των κρατών-μελών.
Οι προτάσεις που προωθεί η Ευρωπαϊκή Επιτροπή βασίζονται σε έναν υφιστάμενο προαιρετικό κώδικα ορθής πρακτικής στην αλυσίδα εφοδιασμού, γνωστό ως η πρωτοβουλία για την αλυσίδα εφοδιασμού (Supply Chain Initiative, SCI).
Η πρωτοβουλία για την αλυσίδα εφοδιασμού αναλήφθηκε το 2013 από επτά οργανώσεις σε επίπεδο ΕΕ που καλύπτουν τη βιομηχανία τροφίμων και ποτών, κατασκευαστές προϊόντων σήματος, τον κλάδο του λιανικού εμπορίου, μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, καθώς και κατόχους γεωργικών εκμεταλλεύσεων.
Η πρωτοβουλία αυτή αναπτύχθηκε ως αποτέλεσμα του υπό την καθοδήγηση της Επιτροπής φόρουμ υψηλού επιπέδου για τη βελτίωση της λειτουργίας της αλυσίδας εφοδιασμού τροφίμων, που δημιουργήθηκε το 2010 για να συμβάλει στην ανάπτυξη πολιτικής στον τομέα των τροφίμων και των ποτών και να συνεισφέρει στη βελτίωση της λειτουργίας της αλυσίδας εφοδιασμού τροφίμων.
Στο link που ακολουθεί διαβάστε περισσότερες πληροφορίες για την πρόταση της Επιτροπής κατά των αθέμιτων εμπορικών πρακτικών στην αλυσίδα εφοδιασμού τροφίμων