«Περισσότερο από ποτέ είναι η ώρα να επενδύσουμε σε τομείς που έχουμε συγκριτικό πλεονέκτημα, λόγω της στρατηγικής μας θέσης. Όπως πρώτα απ’ όλα είναι τα logistics. Αλλά και οι συνδυασμένες μεταφορές, με τα σιδηροδρομικά έργα και τα λιμάνια μας, που μπορούν να γίνουν μεγάλα εμπορευματικά κέντρα, και η νέα γενιά έργων υποδομών που θα αναζωογονήσουν την αγορά και θα αλλάξουν την εικόνα της χώρας», ανέφερε, στην τοποθέτησή του στο 23ο Πανελλήνιο Συνέδριο Logistics, ο υφυπουργός Υποδομών και Μεταφορών Γιάννης Κεφαλογιάννης.
Ο υφυπουργός Μεταφορών έκανε λόγο για «νέα εθνική στρατηγική», η οποία προβλέπει την εξέλιξη της Ελλάδας σε κόμβο υποδομών και μεταφορών της ευρύτερης περιοχής.
Ιδιαίτερη αναφορά έκανε στο πρόγραμμα υποδομών του υπουργείου, ύψους 13 δις ευρώ, αλλά και σε ενέργειες για την ενίσχυση των εμπορευματικών φορτίων μέσω των συνεργειών λιμένων, σιδηροδρόμου και οδικών αξόνων.
Συγκεκριμένα, ο κ. Κεφαλογιάννης προέταξε τη σημασία των λιμένων Πειραιά και Θεσσαλονίκης, τον εκσυγχρονισμό του σιδηροδρομικού δικτύου και την αναβάθμιση των περιφερειακών αεροδρομίων, τα οποία συνδυαστικά δημιουργούν ενισχύουν το ρόλο της Ελλάδας στο διαμετακομιστικό εμπόριο.
«Όλες αυτές οι δράσεις μαζί, συνιστούν ένα ολοκληρωμένο Αναπτυξιακό Σχέδιο για τις συνδυασμένες μεταφορές. Διότι ο Πειραιάς μπορεί να γίνει λιμάνι μεταφόρτωσης, αλλά και λιμάνι εξόδου για τα προϊόντα από τη ΝΑ Ευρώπη.
Η ταχεία διασύνδεση Θεσσαλονίκης-Καβάλας-Αλεξανδρούπολης και Αλεξανδρούπολης-Μαύρης Θάλασσας, μπορεί να αναβαθμίσει στρατηγικά όλη τη Βόρεια Ελλάδα. Συνδυάζοντας αυτές τις δυνατότητες, η Ελλάδα μπορεί να καταστεί, όχι απλώς ανταγωνιστική, αλλά πρωταγωνίστρια», υπογράμμισε ο υφυπουργός Μεταφορών.
Στη συνέχεια, ο κ. Κεφαλογιάννης τόνισε ότι η ελληνική κυβέρνηση «βλέπει» για τον χώρο των logistics έναν κεντρικό ρόλο τα επόμενα χρόνια, επισημαίνοντας ότι «είναι αυτονόητο ότι σε αυτή την προσπάθεια χρειαζόμαστε να έχουμε αρωγούς όλους όσους δραστηριοποιούνται στον τομέα».
Τέλος, επισήμανε ότι το Ταμείο Ανάκαμψης αποτελεί μοναδική αναπτυξιακή ευκαιρία για τη χώρα, υποστηρίζοντας ότι με τους πόρους που θα εισρεύσουν, δύναται να γίνει επαναφορά στους ρυθμούς ανάπτυξης στα προ-κορωνοϊού επίπεδα.