Σύμφωνα με νέα έκθεση του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου (ΕΕΣ), οι τελωνειακοί έλεγχοι δεν έχουν ακόμη εναρμονιστεί επαρκώς μεταξύ των κρατών μελών ώστε να προστατεύονται δεόντως τα οικονομικά συμφέροντα της ΕΕ.
Ο σχεδιασμός των ενωσιακών κανόνων, παρά τα πρόσφατα βήματα προς τη σωστή κατεύθυνση, δεν διασφαλίζει επαρκώς ότι τα κράτη μέλη επιλέγουν με ενιαίο τρόπο τις εισαγωγές που θα υποβληθούν σε έλεγχο.
Μάλιστα, εφαρμόζοντας τους κανόνες με πολύ διαφορετικό τρόπο, παρέχουν ενδεχομένως σε οικονομικούς φορείς τη δυνατότητα να στοχεύουν σημεία εισόδου στην ΕΕ με χαμηλότερα επίπεδα ελέγχων.
Οι ελεγκτές προειδοποιούν επίσης ότι ορισμένα κράτη μέλη δεν υποβάλλουν το σύνολο των διασαφήσεων στην απαιτούμενη ανάλυση κινδύνου και ότι ενδέχεται να μην προτεραιοποιούνται για έλεγχο οι εισαγωγές που παρουσιάζουν υψηλότερη επικινδυνότητα.
«Προκειμένου να μην επιτρέπεται σε δόλιους εισαγωγείς να στοχεύουν σε συνοριακά σημεία εισόδου με χαμηλότερο επίπεδο ελέγχων ώστε να αποφεύγουν την καταβολή δασμών, οι διαδικασίες επιλογής των ελέγχων πρέπει να εφαρμόζονται με ενιαίο τρόπο στο σύνολο της τελωνειακής ένωσης», δήλωσε ο Jan Gregor, Μέλος του ΕΕΣ και αρμόδιος για την έκθεση.
«Προς το παρόν, οι τελωνειακοί έλεγχοι δεν είναι επαρκώς εναρμονισμένοι σε επίπεδο ΕΕ, γεγονός που βλάπτει τα οικονομικά συμφέροντά της», ανέφερε.
Τα βασικά σημεία της ειδικής έκθεσης του ΕΕΣ
Στο πλαίσιο της τελωνειακής ένωσης της ΕΕ, η ενιαία εφαρμογή των τελωνειακών ελέγχων από τα κράτη μέλη είναι απαραίτητη προκειμένου να αποτρέπεται το φαινόμενο της στόχευσης, από δόλιους εισαγωγείς, συνοριακών σημείων εισόδου με χαμηλότερο επίπεδο ελέγχων.
Ο ενωσιακός τελωνειακός κώδικας, απαιτεί από την Επιτροπή να λάβει τα αναγκαία μέτρα προκειμένου να διασφαλίσει ότι τα κράτη μέλη διενεργούν με ενιαίο τρόπο τους τελωνειακούς ελέγχους.
Για την επίτευξη αυτού του στόχου, η Επιτροπή εξέδωσε πρόσφατα την εκτελεστική απόφαση για τον καθορισμό κοινών κριτηρίων και προτύπων δημοσιονομικού κινδύνου, η οποία συνοδεύεται από κατευθυντήριες οδηγίες που εγκρίθηκαν από τα κράτη μέλη. Τα δύο αυτά έγγραφα συναποτελούν το πλαίσιο τελωνειακών χρηματοοικονομικών κινδύνων.
Στο πλαίσιο του εν προκειμένω ελέγχου, αξιολογήσαμε, αφενός, κατά πόσον η ανωτέρω αναφερόμενη απόφαση και οι σχετικές κατευθυντήριες οδηγίες της Επιτροπής σχεδιάστηκαν κατά τρόπο που να διασφαλίζει την κατ’ εναρμονισμένο τρόπο επιλογή των διασαφήσεων εισαγωγής που θα υποβάλλονταν σε ελέγχους και, αφετέρου, τον τρόπο με τον οποίο τα κράτη μέλη τις εφάρμοζαν.
Καταλήξαμε στο συμπέρασμα ότι η εφαρμογή του νέου πλαισίου τελωνειακών χρηματοοικονομικών κινδύνων συνιστά σημαντικό βήμα προς την κατεύθυνση της ενιαίας εφαρμογής των ελέγχων.
Ωστόσο, ο σχεδιασμός του πλαισίου δεν διασφαλίζει επαρκώς ότι τα κράτη μέλη επιλέγουν με εναρμονισμένο τρόπο τους ελέγχους. Επιπλέον, τα κράτη μέλη εφαρμόζουν την απόφαση και τις κατευθυντήριες οδηγίες με διαφορετικούς τρόπους.
Συνιστούμε στην Επιτροπή να ενισχύσει την ενιαία εφαρμογή των τελωνειακών ελέγχων, καθώς και να αναπτύξει και να υλοποιήσει ολοκληρωμένη ικανότητα ανάλυσης και συντονισμού σε επίπεδο ΕΕ. Για την πραγματοποίηση προόδου είναι αναγκαία η στήριξη και, κατά περίπτωση, η έγκριση των κρατών μελών.