Την έντονη αντίθεσή της εκφράζει η Κεντρική Ένωση Επιμελητηρίων (ΚΕΕ), δια στόματος του προέδρου Κωνσταντίνου Μίχαλου, αναφορικά με τη θεσμοθέτηση κινήτρων και προτεραιοτήτων για περιοχές που περιγράφονται σε μελέτη της Γενικής Γραμματείας Βιομηχανίας, με τίτλο «Επιχειρησιακό Σχέδιο Ανάπτυξης Επιχειρηματικών Πάρκων στην Ελληνική Επικράτεια».
Η ΚΕΕ δηλώνει ότι δεν μπορεί να συναινέσει στην εξέλιξη των γεγονότων όπως έχουν σχεδιαστεί από τις υπηρεσίες της Γ.Γ. Βιομηχανίας, συμπληρώνοντας ότι «οδηγούν στη θεσμοποίηση ενός απαράδεκτου, για το σύνολο της ενδιαφερόμενης αγοράς, Επιχειρησιακού Σχεδίου (ΕΣ) ανάπτυξης Επιχειρηματικών Πάρκων (ΕΠ) στην Ελληνική Επικράτεια».
Πέραν αυτού, σημειώνει ότι απουσιάζει παντελώς οποιαδήποτε πρόβλεψη ανάπτυξης Επιχειρηματικών Πάρκων εφοδιαστικής από την Αττική.
Κατά τα λοιπά, στην επιστολή της Ένωσης αναφέρεται ότι διαπιστώνονται αποκλίσεις και ελλείψεις από τα δεδομένα τις πραγματικής οικονομίας, ιδίως σε ότι αφορά τις προβλέψεις για τα Πάρκα Εφοδιαστικής, και ζητείται εξαντλητικός διάλογος, με όλους τους ενδιαφερόμενους, τοπικά και περιφερειακά, και σε κάθε περίπτωση με τα Επιμελητήρια και τους φορείς των επιχειρήσεων.
Η επιστολή της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων έχει ως εξής:
«Αγαπητέ κ. Γενικέ,
Με το σχετικό, εκφράσαμε την απορία μας για τον αιφνιδιασμό δημοσιοποίησης του εν θέματι Επιχειρησιακού Σχεδίου, τον τρόπο και τον ελάχιστο χρόνο διαβούλευσης που είχε υιοθετηθεί επί των σχετικών κειμένων, χωρίς καν να είναι δημόσια γνωστά και τις πρώτες επιφυλάξεις μας όσον αφορά στην ουσία και στο περιεχόμενο του Επιχειρησιακού Σχεδίου.
Με το ίδιο σχετικό, ζητήσαμε παράταση της διαβούλευσης, έως τις 31/01/2018, προκειμένου να δοθεί η δυνατότητα στα Μέλη μας να παρέμβουν στα σχετικά κείμενα και να υποβάλουν προτάσεις και σχόλια, εφόσον βέβαια αυτά (τα κείμενα) τους γνωστοποιηθούν με κάποιο επίσημο τρόπο και εγκαίρως. Για την πρόταση μικρής αναβολής που υποβάλαμε, θα πρέπει να συνεκτιμηθεί και το γεγονός ότι τα Επιμελητήρια, ήδη από αρχές Δεκεμβρίου, βρίσκονται εν μέσω εκλογικής περιόδου του χώρου.
Επί της ως άνω πρότασης – παράκλησης που σας υποβάλαμε, ουδεμία απάντηση λάβαμε. Αντιθέτως, ενημερωθήκαμε ότι είχαμε τον περιορισμό να διατυπώσουμε σχόλια και προτάσεις επί κειμένων που μερικώς έχουν γίνει γνωστά, όπως έχουν γίνει γνωστά, μέχρι 22/12/2017 λόγω θεσμικών δεσμεύσεων του υπουργείου σας. Αυτό τουλάχιστον κατατέθηκε επισήμως από τα αρμόδια και εξουσιοδοτημένα στελέχη της υπηρεσίας σας κατά τη συνεδρίαση του Συμβουλίου Ανάπτυξης & Ανταγωνιστικότητας Εφοδιαστικής, στις 13/12/2017, στο οποίο συμμετέχει η Ένωση μας.
Λαμβάνοντας υπόψη τα ανωτέρω, εκφράζουμε την ανησυχία μας και δεν μπορούμε να συναινέσουμε στην εξέλιξη των γεγονότων όπως έχουν σχεδιαστεί από τις υπηρεσίες σας, και οδηγούν στη θεσμοποίηση ενός απαράδεκτου, για το σύνολο της ενδιαφερόμενης αγοράς, Επιχειρησιακού Σχεδίου (ΕΣ) ανάπτυξης Επιχειρηματικών Πάρκων (ΕΠ) στην Ελληνική Επικράτεια.
Προεισαγωγικά, πριν τοποθετηθούμε σε σημαντικά στοιχεία του ΕΣ και ειδικότερα στα μέρη/κεφάλαια που έχουν γνωστοποιηθεί και με την επιφύλαξη να επανέλθουμε, εάν και εφόσον υπάρξει ικανός χρόνος διαβούλευσης για να καταστεί δυνατή η συμμετοχή των Επιμελητηρίων σε αυτήν, σημειώνουμε τις παρακάτω γενικές παρατηρήσεις:
Με λύπη μας διαπιστώνουμε και σήμερα ότι δεν υπήρξε και δεν υπάρχει επαρκής αιτιολογία για τον ελάχιστο χρόνο που η σχετική μελέτη δόθηκε στη δημοσιότητα για σχολιασμό, έστω και μετά την ολιγοήμερη παράταση που χορηγήθηκε. Επτά (7) ημέρες κατ’ αρχήν προθεσμία, για όσους θα είχαν την τύχη να το πληροφορηθούν και άλλες δέκα (10) ημέρες παράταση είναι ανεπαρκέστατος χρόνος για ένα τόσο σπουδαίο θεσμικό κείμενο για την ελληνική οικονομία. Υπενθυμίζεται ότι:
– η υποχρέωση εκπόνησης της μελέτης έρχεται να εκπληρωθεί 8 χρόνια μετά τη θεσμοθέτηση της στην ΥΑ 11508/2009 και 6 χρόνια μετά τον Ν.3982/2011 αντιστοίχως. Άρα ουδείς λόγος υφίσταται που να αιτιολογεί αυτή τη σπουδή.
– η σχετική μελέτη έχει εκπονηθεί και περαιωθεί ήδη από τα τέλη του 2016. Παρόλα αυτά, το ΕΣ με την περιορισμένη δημοσιότητα που έλαβε χώρα σήμερα θα ήταν θεσμικό κείμενο και κανείς, δεν θα είχε καταλάβει τι είχε συμβεί, αν δεν λαμβάναμε γνώση με τυχαίο τρόπο, έξω από κάθε θεσμική διαδικασία.
– η ΚΕΕ έχει εκπονήσει ανάλογη μελέτη, ήδη από το 2010, την οποία επικαιροποίησε το 2012, έχει κατατεθεί αρμοδίως έκτοτε σε όλους τους υπουργούς Ανάπτυξης & Περιβάλλοντος και είναι σε πλήρη γνώση των αρμοδίων υπηρεσιών της ΓΓΒ.
Σύμφωνα με αναλυτικά τεχνικά στοιχεία που έχουν γνωστοποιηθεί στην Ένωση διαπιστώνονται αποκλίσεις και ελλείψεις, ακόμα και στα απογραφικά στοιχεία της Μελέτης π.χ. χρήσεις γης που ουδόλως μπορούν να αιτιολογηθούν.
Όλοι όσοι είχαν την ευκαιρία να προσφύγουν στη Σύνοψη του ΕΣ, έστω και επιφανειακά, διαπίστωσαν τεράστιες αποκλίσεις από τα δεδομένα τις πραγματικής οικονομίας. Ιδίως δε, σε ότι αφορά τις προβλέψεις για τα Πάρκα Εφοδιαστικής, όλοι φάνηκε να συμφωνούν ότι αυτές είναι εκτός πραγματικότητας.
Από την εξέταση των βασικών στοιχείων της Μελέτης, προέκυψε αβίαστα το συμπέρασμα ότι το περιεχόμενο της δεν μπορεί και δεν πρέπει να λάβει χαρακτηριστικά και ισχύ θεσμικού κειμένου, για να αποτελέσει πλαίσιο κατευθύνσεων ανάπτυξης Επιχειρηματικών Πάρκων στην Ελληνική Επικράτεια. Και τούτο διότι, σύμφωνα με ρητή διατύπωση του Ν.3982/2011, άρθ. 42 παρ. 3, οι κατευθύνσεις αυτές, εάν θεσμοθετηθούν, θα αποτελέσουν δεσμευτικό πλαίσιο για την έγκριση ανάπτυξης ΕΠ.
Κατά τα λοιπά, η Μελέτη που εκπονήθηκε πρέπει να εξελιχθεί σε ένα εργαλείο προόδου της έρευνας και του διαλόγου που πρέπει να διεξάγεται τακτικά. Να επαναλαμβάνεται σε συγκεκριμένα χρονικά διαστήματα, για να επικαιροποιεί τους σχεδιασμούς και τα αποτελέσματα ερευνών παρελθόντων ετών, με βάση την εξέλιξη και τις συνθήκες και ανάγκες της αγοράς και των τοπικών κοινωνιών.
Μας προξενεί εντύπωση το γεγονός ότι μέχρι σήμερα δεν έχει γίνει γνωστό το σύνολο του ΕΣ. Επιμέρους κεφάλαια του, γνωστοποιούνται αποσπασματικά και ουδείς έχει εικόνα του συνολικού σχεδιασμού και των αναλυτικών προτάσεων χωροθέτησης ΕΠ. Υποψίες που ευλόγως γεννώνται στην επενδυτική αγορά, πρέπει επειγόντως να εκλείψουν με την τήρηση κανόνων πλήρους διαφάνειας όσον αφορά στο περιεχόμενο του ΕΣ.
Όσον αφορά στις αναλυτικές προτάσεις του ΕΣ για την ανάπτυξη νέων ΕΠ, την οργάνωση Άτυπων Βιομηχανικών Συγκεντρώσεων (ΑΒΣ) κ.λπ., στα σημαντικά τουλάχιστον στοιχεία που απασχολούν όλους μας, η αντίθεση μας αλλά και όλων των ενδιαφερομένων στη θεσμοθέτηση τους, στο μέτρο που έχουν γίνει γνωστές, οφείλεται στους παρακάτω κυρίως λόγους:
Στη σύγχρονη οικονομία, στα Επιχειρηματικά Πάρκα εγκαθίστανται επιχειρήσεις από όλους του τομείς παραγωγής, όπως και ο Ν.3982/2011 καλώς επιτρέπει. Οι συνθήκες αγοράς και οικονομικής ανάπτυξης καθορίζουν κάθε φορά ποιος τομέας π.χ. μεταποίηση, εφοδιαστική κ.λπ., είναι η δεσπόζουσα δύναμη στην ανάπτυξη ΕΠ, προκειμένου οι επιχειρήσεις που αφορά να εγκαθίστανται σε αυτά (τα ΕΠ) και να αξιοποιούν τα πλεονεκτήματα τους.
Σύμφωνα με αυτό, ο διαχωρισμός που επιχειρεί η Μελέτη σε ΕΠ για τη βιομηχανία, την εφοδιαστική κ.λπ. είναι τεχνητός που δεν στηρίζεται στη διάρθρωση της πραγματικής οικονομίας, όσον αφορά στο προσδιορισμό αναγκών σε ΕΠ.
Περαιτέρω, οι υπολογιστικές μεθοδολογίες και τα μοντέλα που χρησιμοποιήθηκαν, βάσει των οποίων προκύπτουν οι κατευθύνσεις για προτεραιότητες και μεγέθη ΕΠ στην ελληνική επικράτεια, δεν οδήγησαν στην αποτίμηση των πραγματικών μελλοντικών αναγκών σε ΕΠ όλων των τύπων. Στηρίχθηκαν σε στοιχεία ιστορικού από την ανάπτυξη της βιομηχανίας και σε δεδομένα υπάρχουσας κατάστασης σε υφιστάμενες ΒΙΠΕ, δηλαδή σε στοιχεία που απεικονίζουν οικονομικές δομές παλαιών δεκαετιών, που δεν μπορούν να οδηγήσουν σε ασφαλείς προβλέψεις και κατευθύνσεις για το μέλλον.
Σύμφωνα με τα στοιχεία και τη δυναμική της αγοράς αλλά και την Εθνική Στρατηγική, η εφοδιαστική αλυσίδα αποτελεί ανερχόμενο και δυναμικό κλάδο της σύγχρονης οικονομίας της χώρας μας. Ως εκ τούτου αναμένεται να εξελιχθεί σε δεσπόζουσα δύναμη ζήτησης χώρων εγκατάστασης.
Το πλήθος και τα μεγέθη των υποδομών logistics που πρέπει να αναπτυχθούν στα επόμενα χρόνια, μόνο σε οργανωμένους υποδοχείς (ΕΠ) μπορούν να κατασκευαστούν. Με τον τρόπο αυτό, θα ενισχυθεί ο τομέας της εφοδιαστικής και ταυτόχρονα θα τηρηθούν ταυτοχρόνως βασικοί κανόνες χωροταξικής ευνομίας, περιβαλλοντικής προστασίας και ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων.
Με βάση τα παραπάνω, οι ανάγκες σε ΕΠ Εφοδιαστικής δεν μπορούν να προκύπτουν ως ποσοστό της υπάρχουσας βιομηχανικής υποδομής. Ούτε μπορούν να εκτιμηθούν από τη στατική εικόνα του μεταφορικού έργου σήμερα, χωρίς να υπεισέρθουν στον υπολογισμό των αναγκών, συντελεστές αποτίμησης της αναμενόμενης εξέλιξης του κλάδου.
Σύμφωνα με τα αναφερόμενα στο παραπάνω εδάφιο, οι ανάγκες των επιχειρήσεων της εφοδιαστικής σε Πάρκα, θα καλυφθούν από υποδοχείς γενικής επιχειρηματικότητας, σε περιοχές και μεγέθη που συγκεντρώνουν το κατάλληλο επενδυτικό ενδιαφέρον και εκπληρώνουν τα θεσμοθετημένα και αναγκαία κριτήρια χωροθέτησης που έχουν θεσμοθετηθεί στο Ειδικό Χωροταξικό Πλαίσιο Βιομηχανίας (ΥΑ 11508/2009).
Με βάση τα παραπάνω, δεν μπορεί να γίνει αποδεκτό το προτεινόμενο μέγεθος συνολικής επιφάνειας ΕΠ με διακριτή χρήση εφοδιαστική αλυσίδα (11.500 στρ.). Ούτε μπορούμε να αποδεχτούμε και να συμφωνήσουμε άκριτα στη χωροθέτηση συγκεκριμένων περιοχών ανάπτυξης ΕΠ Εθνικής Εμβέλειας, καθώς αυτό αντίκειται στους κανόνες της αγοράς και του ελεύθερου ανταγωνισμού και δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή η δημιουργία υπεραξίας ιδιωτικών πόρων, με αποκλεισμούς ανταγωνιστών.
Είναι δε πλήρως αναιτιολόγητη η εκδοχή του ΕΣ, από το οποίο απουσιάζει παντελώς πρόβλεψη ανάπτυξης ΕΠ Εφοδιαστικής από την Αττική. Υπενθυμίζουμε ότι η ενδιαφερομένη αγορά υποστηρίζει ότι στην Αττική είναι εγκατεστημένο μέγεθος επιχειρήσεων που ξεπερνάει το 50% του μεγέθους του εθνικού χώρου.
Αποτελεί στοιχείο μείζονος προτεραιότητας για την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας και για την ΚΕΕ, η οργάνωση των Άτυπων Συγκεντρώσεων. Κάθε προσπάθεια οργανωτική, θεσμική, χρηματοδοτική κ.λπ. πρέπει να θέτει αυτήν την προτεραιότητα. Λαμβάνοντας υπόψη ότι οι δεκάδες άτυπες συγκεντρώσεις της χώρας, είναι εκ των πραγμάτων μεικτοί υποδοχείς και θα εξελίσσονται πάντοτε ως μεικτοί υποδοχείς, η Μελέτη θα έπρεπε να προβλέπει συγκεκριμένο χρονικό και οικονομικό προγραμματισμό, με προτεραιότητες στις κυριότερες άτυπες συγκεντρώσεις που εντοπίζονται στην ελληνική επικράτεια.
Στο πλαίσιο αυτό, το πλήθος, η θέση και το μέγεθος των Άτυπων Συγκεντρώσεων που πρέπει να οργανωθούν ως ΕΠ ή και ΕΠΕ, είναι μέρος του Εθνικού Σχεδίου Ανάπτυξης ΕΠ και όχι κάτι ξεχωριστό από το Πρόγραμμα Ανάπτυξης νέων ΕΠ. Όλα δε τα ΕΠ (νέα, ΕΠΕ/ΑΒΣ) θα υποδεχτούν, ταυτόχρονα και παράλληλα, τη βιομηχανία, την εφοδιαστική, τις υπηρεσίες κ.λπ. Δοθέντος αυτού, οι τεχνικοί διαχωρισμοί της Μελέτης δεν αντιπροσωπεύουν συνθήκες πραγματικής οικονομίας.
Η μεθοδολογία του πολυκριτηριακού συστήματος που εφαρμόστηκε για την εκπόνηση του ΕΣ, έχει την αφετηρία της στα τέλη της δεκαετίας του 1990. Δεν φαίνεται να οδηγεί σε αποτελέσματα συμβατά με τις πραγματικές ανάγκες σε ΕΠ, τόσο σε προτεραιότητες Περιφερειακών Ενοτήτων όσο και σε μεγέθη, όπως προκύπτει από μία πρώτη αναγνώριση τους, σε συνδυασμό με τις ανάγκες των επιχειρήσεων – μελών του Συνδέσμου, όπως κατά καιρούς έχουν διατυπωθεί.
Ακραίο παράδειγμα, που ήδη έχει αναφερθεί ενδεικτικά, είναι οι κατευθύνσεις για την Αττική, όπου η Περιφέρεια δεν λαμβάνει τη δέουσα θέση που της αξίζει στο Επιχειρησιακό Σχέδιο, βάσει πραγματικών αναγκών και συνθηκών, ούτε σε προτεραιότητες, ούτε σε μεγέθη, ούτε σε τυπολογία ΕΠ.
Στο ίδιο πλαίσιο, ενώ η ανάπτυξη του τουρισμού, στο νησιωτικό χώρο, επιβάλλει την χωροταξική οργάνωση των επαγγελματικών χρήσεων με όρους περιβαλλοντικής προστασίας σε ΕΠ μικρής έστω κλίμακας και υπάρχουν πρωτοβουλίες φορέων για τέτοιες επενδύσεις στον νησιωτικό χώρο, το ΕΣ ρητά αποφαίνεται ότι τέτοιου είδους ανάγκη (ανάπτυξης ΕΠ) δεν υφίσταται.
Το συμπέρασμα αυτό, εκτός από λάθος, είναι και αναπτυξιακά αδόκιμο. Όπως αδόκιμο και αντιαναπτυξιακό είναι να αποκλείονται περιοχές ριζικά από τη δυνατότητα ανάπτυξης ΕΠ, όπου μάλιστα Επιμελητήρια – Μέλη μας, έχουν αναπτύξει ανάλογες σημαντικές δραστηριότητες, όπως ενδεικτικά Κέρκυρα, Χίος, Λέσβος κ.λπ. Σχετικές διαμαρτυρίες έχουν ήδη διατυπωθεί προς την Ένωση μας.
Συμπερασματικά, δεν αποδεχόμαστε την θεσμοθέτηση του ΕΣ, όπως δημοσιοποιήθηκε και ήδη χρησιμοποιείται ως εργαλείο υποστήριξης επιλογών. Ζητάμε εξαντλητικό διάλογο, με όλους τους ενδιαφερόμενους, τοπικά και περιφερειακά, και σε κάθε περίπτωση με τα Επιμελητήρια και τους φορείς των επιχειρήσεων.
Ένα σύγχρονο ΕΣ που στηρίζεται σε πραγματικές ανάγκες, θα πρέπει να εκπονηθεί με μία επιστημονική μεθοδολογία που θα τις αποτυπώνει και θα τις αξιολογεί/ ιεραρχεί αντικειμενικά, χωρικά, περιβαλλοντικά και επενδυτικά.
Στον διάλογο που ζητάμε να αναπτυχθεί, η ΚΕΕ επιφυλάσσεται να προβεί στην επικαιροποίηση του «Εθνικού Σχεδίου Δράσης Ανάπτυξης Οργανωμένων Υποδοχέων για τη Βιομηχανία – Επιχειρηματικότητα 2012 – 2030».