Σε «αναβρασμό» βρίσκονται τα ελληνικά φορτηγά και δεκάδες μεταφορικές εταιρείες. Αιτία οι αυξήσεις που επέβαλλαν στο ναυλολόγιο των φορτηγών, από τις αρχές του 2020, οι ακτοπλοϊκές εταιρείες Grimaldi, ATTICA (BlueStar, Superfast, HSW) και ΑΝΕΚ, τόσο στην Αδριατική, όσο και στην εγχώρια ακτοπλοΐα.
Του Φώτη Φωτεινού
Οι αυξήσεις, όπως αναφέρουν οι εταιρείες, επήλθαν λόγω των ακριβότερων καυσίμων που υποχρεούνται να καταναλώνουν εφεξής και των επενδύσεων που πραγματοποίησαν ή πραγματοποιούν σε scrubbers (συστήματα καθαρισμού καυσαερίου), εξαιτίας των νέων κανόνων του ΙΜΟ (Διεθνής Ναυτιλιακός Οργανισμός).
Σύμφωνα με τον ΙΜΟ, το ποσοστό του θείου (sulphur) στα νέα καύσιμα υποχρεούται να είναι μειωμένο στα 0,5%, από 3,5% που ίσχυε μέχρι πρότινος.
Για τις ναυτιλιακές εταιρείες υπάρχουν τρεις επιλογές, προκειμένου να συμμορφωθούν με αυτό τον κανονισμό:
Α) να αρχίσουν να καίνε τα ακριβά καύσιμα VLSFO, με χαμηλό ποσοστό θείου 0,5%,
Β) να εγκαταστήσουν σύστημα καθαρισμού καυσαερίων (scrubber), με το οποίο θα μπορούν να καίνε τα σημερινά φτηνότερα καύσιμα HSFO, με 3,5% ποσοστό θείου,
Γ) να κάνουν μεγάλης έκτασης και ακριβές τροποποιήσεις /μετατροπές στις μηχανές των πλοίων και να αρχίσουν να καίνε υγροποιημένο φυσικό αέριο Liquid Natural Gas (LNG).
Οι ακτοπλοϊκές μετακύλησαν μέρος του κόστους στα φορτηγά
Οι ακτοπλοϊκές εταιρείες αποφάσισαν να μετακυλήσουν μέρος του πρόσθετου κόστους στα φορτηγά. Το metaforespress.gr δίνει σήμερα στη δημοσιότητα τις επιστολές των εταιρειών Grimaldi και ATTICA στις ενδιαφερόμενες εταιρείες σχετικά με τις ανατιμήσεις στο ναυλολόγιο των φορτηγών.
Οι αυξήσεις στα πλοία του ομίλου Grimaldi στην Αδριατική τέθηκαν σε ισχύ την 1η Ιανουαρίου, μέσω της εφαρμογής του επίναυλου «Environmental Sulphur Surcharge IMO 2020», ο οποίος διαμορφώθηκε στα 8 ευρώ ανά μέτρο στα δρομολόγια Ανκόνα – Πάτρα, Βενετία – Πάτρα, Βενετία – Ηγουμενίτσα και στα 5 ευρώ στα δρομολόγια Πάτρα – Μπάρι, Πάτρα – Μπρίντιζι και Ηγουμενίτσα – Μπρίντιζι.
Σημειώνεται ότι αντίστοιχες αυξήσεις εφάρμοσε ο όμιλος Grimaldi και σε άλλα δρομολόγια που δραστηριοποιείται στη Σαρδηνία και μεταξύ Ιταλίας με Ισπανία, Μαρόκο, Τυνησία και Μάλτα.
Αντίστοιχα, αυξήσεις εφάρμοσε στην Αδριατική και η κοινοπραξία της ATTICA (μέσω της SuperFast) με την ANEK.
Από την 1η Ιανουαρίου, το νέο ναυλολόγιο των φορτηγών αναπροσαρμόστηκε κατά μέσο όρο 10% στις τιμές φορτηγού του ισχύοντος ναυλολογίου και ορίστηκε νέο ποσό επίναυλου καυσίμων, ανά κατηγορία οχημάτων και ανά διαδρομή από και προς Ελλάδα / Ιταλία, σύμφωνα με τα παρακάτω:
-Γραμμή Μπάρι: 3 ευρώ ανά μέτρο, όπως ορίζεται η αντίστοιχη κατηγορία οχήματος.
-Γραμμή Ανκόνα: 7 ευρώ ανά μέτρο, όπως ορίζεται η αντίστοιχη κατηγορία οχήματος.
-Γραμμή Βενετία: 6,5 ευρώ ανά μέτρο, όπως ορίζεται η αντίστοιχη κατηγορία οχήματος.
Ο όμιλος της ATTICA (BlueStar, Superfast, HSW), όπως και η ΑΝΕΚ προχώρησαν σε αυξήσεις και στο ναυλολόγιο των φορτηγών στο εγχώριο δίκτυο.
Οι αυξήσεις της Attica τέθηκαν σε ισχύ στις 11 Ιανουαρίου. H επιβάρυνση και ανά περιπτώσεις στις Κυκλάδες είναι 11 ευρώ, στα Δωδεκάνησα 31 ευρώ, στις Σποράδες 10 ευρώ και στην Κρήτη 17 ευρώ.
Αντίστοιχα, ο επίναυλος καυσίμων της ΑΝΕΚ για το Ηράκλειο καθορίστηκε στα 19 ευρώ και στα Χανιά 15 ευρώ.
Το metaforespress.gr απηύθυνε σχετική ερώτηση στην Minoan Lines, δίχως να λάβει απάντηση.
Τι υποστηρίζουν στελέχη του ΣΕΕΝ
«Βρισκόμαστε αντιμέτωποι με μεγάλες αυξήσεις στο κόστος καυσίμων», σημείωσαν στελέχη του ΣΕΕΝ στην ιστοσελίδα.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις του Συνδέσμου, η συνολική επιβάρυνση από τις υφιστάμενες ανατιμήσεις στις τιμές των «παλαιών» καυσίμων, αλλά και από τις τιμές των νέων καυσίμων υπολογίζεται στα 60 – 65 εκατ. ευρώ για το σύνολο του κλάδου.
Αντιδράσεις φορτηγών
Τα νέα ναύλα έχουν προκαλέσει την αντίδραση αρκετών ομοσπονδιών και σωματείων ιδιοκτητών Φορτηγών Δημοσίας Χρήσης. Τα ΦΔΧ κάνουν λόγο για υπέρογκες αυξήσεις, τις οποίες καλούνται να απορροφήσουν.
Επιστολές διαμαρτυρίας έχουν σταλθεί στα υπουργεία Υποδομών και Μεταφορών και Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής.
Κίνδυνος ανατιμήσεων
Η εφαρμογή των νέων τιμών, όπως αναφέρουν στελέχη του κλάδου των εμπορευματικών μεταφορών, ενδέχεται να συμπαρασύρει το μεταφορικό κόστος των προϊόντων και συνεπακόλουθα, τις τιμές των προϊόντων. Ήδη, το ζήτημα που έχει ανακύψει απασχολεί συνδέσμους βιομηχανίας και τροφίμων.