Στα “καθαρά” καύσιμα επενδύει ο όμιλος Deutsche Post DHL, καθώς η θυγατρική του DHL Express προχώρησε στην πιλοτική δρομολόγηση φορτηγών υδρογόνου για μεγάλες αποστάσεις.
Επιμέλεια: Βάσω Βεγιάζη
Μαζί με την Apple, που αποτελεί τον πρώτο πελάτη της DHL Express που επέλεξε να συμμετάσχει στο πρόγραμμα, η DHL προχώρησε στη δρομολόγηση -σε πιλοτική φάση αρχικά- φορτηγού υδρογόνου, που θα κινείται μεταξύ της πόλης Μπρέντα (Ολλανδία) και των Βρυξελλών (Βέλγιο).
Σημειωτέον, η κίνηση αποτελεί μέρος του προγράμματος Interreg NW Europe H2-Share, που συντονίζει το WaterstofNet.
Στόχος του προγράμματος είναι να διευκολύνει την ανάπτυξη βαρέων επαγγελματικών οχημάτων χαμηλών εκπομπών άνθρακα με υδρογόνο στην εφοδιαστική και να αποκτήσει πρακτική εμπειρία σε διάφορες περιοχές. Επίσης, να δημιουργήσει ένα διακρατικό εργαστήριο διαβίωσης και μια βάση για την ανάπτυξη της βιομηχανίας βαρέων επαγγελματικών οχημάτων μηδενικών εκπομπών.
«Σε έναν παγκοσμιοποιημένο κόσμο, τα βιώσιμα και καθαρά καύσιμα είναι απαραίτητα για κλιματικά ουδέτερα logistics. Όχι μόνο για τις θαλάσσιες και αεροπορικές εμπορευματικές μεταφορές, αλλά και για τις οδικές μεταφορές εμπορευμάτων, καθώς συμβάλλουν στη μείωση των εκπομπών CO2», σχολίασε ο Alberto Nobis, διευθύνων σύμβουλος της DHL Express Europe.
«Γι’ αυτό δεν δραστηριοποιούμαστε μόνο για να γίνει ο στόλος μας ηλεκτρικός, αλλά επενδύουμε και στην ανάπτυξη εναλλακτικών συστημάτων μεταφορών για πολύ μεγάλες αποστάσεις.
Το έργο δείχνει ότι μπορούμε να επιτύχουμε πραγματικά logistics χωρίς εκπομπές ρύπων στην Ευρώπη, εάν ενώσουμε τις δυνάμεις μας και αξιοποιήσουμε την εμπειρία», συμπλήρωσε.
Εξοικονόμηση έως και 350 τόνων CO2
Αυτή τη στιγμή, η DHL Express δοκιμάζει ένα βαρέως τύπου όχημα από την VDL.
Το φορτηγό, που εκμεταλλεύεται η ολλανδική Nassau Sneltransport, καλύπτει καθημερινά απόσταση περίπου 200 χλμ., εκτελώντας τη διασυνοριακή διαδρομή μεταξύ Ολλανδίας και Βελγίου.
Το όχημα ανεφοδιάζεται σε καθημερινή βάση στη Μπρέντα σε ένα κινητό πρατήριο καυσίμων από το Wystrach στο πλαίσιο του έργου.
Αξίζει να σημειωθεί ότι, κατά τη διάρκεια της πιλοτικής φάσης, υπολογίζεται ότι θα εξοικονομηθούν έως και 350 τόνοι διοξείδιού του άνθρακα.