Αύξηση των εξαγωγών και συγκράτηση των εισαγωγών στο α’ τρίμηνο του έτους διαπιστώνει η Eurobank σε ανάλυσή της, που τιτλοφορείται «7 ΗΜΕΡΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ» (Τεύχος 464), προσθέτοντας ότι θα είναι υψηλό το εξωτερικό έλλειμμα τη διετία 2023-24 σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Αναλυτικότερα, το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών διαμορφώθηκε σε έλλειμμα €3,9 δισ. στο α’ τρίμηνο 2023, μειωμένο κατά €3,1 δισ. (44,8%) σε σύγκριση με το α’ τρίμηνο του περασμένου έτους. Η εν λόγω βελτίωση προήλθε από τα ισοζύγια των αγαθών και των δευτερογενών εισοδημάτων.
Το μεν πρώτο ενισχύθηκε κατά €1,8 δισ., αντανακλώντας την πολύ υψηλότερη άνοδο των εξαγωγών καυσίμων και αγαθών εκτός καυσίμων και πλοίων από την αντίστοιχη των εισαγωγών, το δε δεύτερο αυξήθηκε κατά €2 δισ., αντανακλώντας τις εισπράξεις της γενικής κυβέρνησης: Πρώτον από την τελευταία δόση του ESM στο πλαίσιο της επιστροφής των κερδών από τα ελληνικά ομόλογα (ANFA/SMP) και δεύτερον από πόρους προερχόμενους από το σκέλος των επιχορηγήσεων του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (ΤΑΑ).
Παρά ταύτα, η προαναφερθείσα αύξηση του ισοζυγίου δευτερογενών εισοδημάτων δύναται να αποδειχτεί προσωρινή, καθότι τους επόμενους μήνες η σύγκριση θα γίνεται με μήνες του 2022 στους οποίους πραγματοποιήθηκαν παρόμοιες εκταμιεύσεις ANFA/SMP και πόρων του ΤΑΑ (σκέλος επιχορηγήσεων).
Όπως παρουσιάζεται στον Πίνακα 1, οι εξαγωγές (εισπράξεις) αγαθών και υπηρεσιών ενισχύθηκαν σε ετήσια βάση κατά €2,5 δισ. (13,6%) σε τρέχουσες τιμές στο α’ τρίμηνο 2023, από €3,9 δισ. (19,3%) στο δ’ τρίμηνο 2022.
Οι κατηγορίες των καυσίμων και των αγαθών εκτός καυσίμων και πλοίων είχαν την υψηλότερη συμμετοχή στην αύξηση του συνόλου των εξαγωγών, ενώ ακολούθησαν οι ταξιδιωτικές και οι λοιπές υπηρεσίες.
Αναλυτικά, οι εξαγωγές καυσίμων ενισχύθηκαν κατά €1 δισ. (30,8%), των αγαθών εκτός καυσίμων και πλοίων κατά €1 δισ. (12,1%), των ταξιδιωτικών υπηρεσιών κατά €0,3 δισ. (63,8%) και των λοιπών υπηρεσιών κατά €0,3 δισ. (22,4%).
Σε ό,τι αφορά την πλευρά της χρέωσης των εξωτερικών συναλλαγών της ελληνικής οικονομίας, οι εισαγωγές (πληρωμές) αγαθών και υπηρεσιών αυξήθηκαν σε ετήσια βάση κατά €0,8 δισ. (2,8%) στο α’ τρίμηνο 2023, από €6,3 δισ. (24,2%) στο δ’ τρίμηνο 2022.
Η εν λόγω επιβράδυνση, αρκετά εντονότερη από την αντίστοιχη των εξαγωγών, προήλθε κυρίως από τον τομέα των αγαθών, με τον ετήσιο ρυθμό ανόδου των εισαγωγών καυσίμων να μειώνεται στα €0,1 δισ. (2,1%) στο α’ τρίμηνο 2023, από €3,3 δισ. (59,7%) στο δ’ τρίμηνο 2022, και τον αντίστοιχο ρυθμό αύξησης των εισαγωγών αγαθών χωρίς καύσιμα και πλοία να μειώνεται στα €0,1 δισ. (0,7%) στο α’ τρίμηνο 2023, από €1,3 δισ. (9,2%) στο δ’ τρίμηνο 2022.
Βάσει των παραπάνω στοιχείων, το έλλειμμα του ισοζυγίου αγαθών και υπηρεσιών βελτιώθηκε σε ετήσια βάση κατά €1,8 δισ. (21,7%) στο α’ τρίμηνο 2023, από χειροτέρευση €2,5 δισ. (40,2%) στο δ’ τρίμηνο 2022 (βλέπε Πίνακα 1, Τμήμα Γ).
Αποδεικνύεται ότι η ετήσια μείωση των διεθνών τιμών του πετρελαίου στο α’ τρίμηνο 2023 (16,8% από αύξηση 14,6% στο δ’ τρίμηνο 2022) επηρέασε εντονότερα τις εισαγωγές από ό,τι τις εξαγωγές καυσίμων.
Το εν λόγω αποτέλεσμα, μέσω της συνιστώσας των καθαρών εξαγωγών στην ταυτότητα του ΑΕΠ, αναμένεται να έχει θετική συνεισφορά στον ετήσιο ρυθμό μεγέθυνσης του α’ τρίμηνου 2023 (ανακοίνωση από την ΕΛΣΤΑΤ στις 7 Ιουνίου 2023).
Από την άλλη πλευρά ωστόσο, η υψηλή μείωση του ρυθμού ανόδου των εισαγωγών, όχι μόνο των καυσίμων αλλά και των αγαθών χωρίς καύσιμα και πλοία, δύναται να συνοδευτεί από ισχυρή επιβράδυνση του ρυθμού αύξησης της εγχώριας ζήτησης (κατανάλωση + επενδύσεις παγίων + μεταβολή αποθεμάτων).
Εν κατακλείδι, στο α’ τρίμηνο 2023, η αύξηση των εξαγωγών, η συγκράτηση των εισαγωγών και οι μεταβιβάσεις πόρων από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή (ANFA/SMP και επιχορηγήσεις του ΤΑΑ) είχαν ως αποτέλεσμα τη βελτίωση του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών κατά €3,1 δισ. (44,8%) σε ετήσια βάση. Σύμφωνα με τις πρόσφατες εαρινές προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (ΕΕπ), το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών στην Ελλάδα, παρά την προβλεπόμενη μείωσή του, αναμένεται να παραμείνει σε υψηλά επίπεδα τη διετία 2023-2024 (7,3% και 6,0% του ΑΕΠ αντίστοιχα).
Όπως παρουσιάζεται στο Σχήμα 1, η ελληνική οικονομία το 2022 είχε το υψηλότερο έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών ανάμεσα στις χώρες της Ευρωζώνης (Ελλάδα -9,7% του ΑΕΠ, Κύπρος -9,1%, Σλοβακία -8,2%, Λετονία -6,4%, Μάλτα -5,8%, Λιθουανία -5,1%, Φινλανδία -3,9%, Βέλγιο -3,6%, Κροατία -3,3%, Εσθονία -2,2%, Γαλλία -2,1%, Ιταλία -1,3%, Πορτογαλία -1,3%, Ευρωζώνη -1,0%, ΕΕ-27 -0,6%, Σλοβενία -0,4%, Αυστρία +0,2%, Ισπανία +0,6%, Γερμανία +4,2%, Ολλανδία +4,4% και Λουξεμβούργο +5%).