Ελεύθεροι υπό τον όρο της καταβολής χρηματικής εγγύησης αφέθηκαν, μετά τις απολογίες τους στην α’ ειδική ανακρίτρια Θεσσαλονίκης, ο κεντρικός λιμενάρχης της πόλης και οι έξι πλοηγοί που κατηγορούνται ότι χρηματίζονταν, προκειμένου να εξυπηρετούν τα συμφέροντα συγκεκριμένων εταιρειών με ρυμουλκά σκάφη έναντι άλλης ανταγωνίστριας εταιρείας, όπως μετέδωσε το ΑΜΠΕ.
Το ποσό της εγγύησης ορίστηκε σε 20.000 ευρώ για τον λιμενάρχη και σε 15.000 ευρώ για τους πλοηγούς, με σύμφωνη απόφαση ανακρίτριας και εισαγγελέως γνωμοδοτήσεων.
Κατά τη μαραθώνια σημερινή διαδικασία (κράτησε περίπου δέκα ώρες) ο κεντρικός λιμενάρχης Θεσσαλονίκης απολογήθηκε μέσω υπομνήματος και αρνήθηκε το σύνολο των κατηγοριών.
Φέρεται να ισχυρίστηκε ότι ο ίδιος, προ διετίας, είχε διατάξει ΕΔΕ, μετά από καταγγελία για χρηματισμό του πληρώματος της πλοηγίδος από ναυτικούς πράκτορες, αλλά το πόρισμα της έρευνας βγήκε απαλλακτικό.
Υποστήριξε, ακόμη, ότι διαβίβασε την καταγγελία στον αρμόδιο εισαγγελέα, ενώ έπραξε το ίδιο και με άλλη καταγγελία που έκανε η φερόμενη ως θιγόμενη εταιρεία, στην παρούσα υπόθεση.
Κατά τους ισχυρισμούς του λιμενάρχη, η δεύτερη αυτή καταγγελία «κατέληξε στο αρχείο».
Πληροφορίες αναφέρουν ότι ο κατηγορούμενος αποποιήθηκε τα περί συγκάλυψης των συγκατηγορούμενων πλοηγών, λέγοντας ότι είναι «αμέτοχος και αναρμόδιος» στις αποδιδόμενες σε εκείνους ενέργειες, ενώ σε ό,τι αφορά χρηματικό ποσό ύψους 5.000 ευρώ που κατηγορείται ότι εισέπραξε από υπάλληλο εταιρείας ρυμουλκών, φέρεται να απολογήθηκε ότι αφορούσε δωρεά για εγκατάσταση προκατασκευασμένου οικίσκου (kibo) στο χώρο όπου επρόκειτο να μεταφερθεί το λιμεναρχείο προκειμένου να εγκατασταθεί εκεί η υπηρεσία πλωτών και χερσαίων μέσων.
«Δεν σκόπευα να αποκρύψω την συναλλαγή και γι’ αυτό επέλεξα να γίνει στο γραφείο μου» είπε, κατά πληροφορίες, προσθέτοντας ότι προσωπικοί λόγοι και φόρτος εργασίας δεν επέτρεψαν την ολοκλήρωση της δωρεάς.
Συμπλήρωσε δε, ότι ως λιμενάρχης εξασφάλισε αρκετές δωρεές από επιχειρήσεις και οργανισμούς για το Κεντρικό Λιμεναρχείο Θεσσαλονίκης (όπως επισκευές πλωτών σκαφών, δύο τζιπ, πιστώσεις για συντήρηση σκαφών κ.ά.).
Σε αντίστοιχη γραμμή και οι έξι πλοηγοί του λιμανιού, οι οποίοι αρνήθηκαν το σύνολο των βαρύτατων καταγγελιών που τους απαγγέλθηκαν.
Όσον αφορά την κατηγορία της δωροληψίας, είπαν ότι επρόκειτο για «φιλοδωρήματα», μικρής κλίμακας, κάτι, που όπως σημείωσαν, συνηθίζεται σ’ όλα τα λιμάνια του κόσμου.
Για το αδίκημα της εκβίασης υποστηρίχθηκε ότι από πουθενά δεν προκύπτει οικονομική ζημιά εις βάρος της εταιρείας που φέρεται να εθίγη από την αποδιδόμενη εγκληματική δράση των κατηγορουμένων.
Στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκαν οι απολογίες και των τεσσάρων πλοιοκτητών που κατονόμασαν την καταγγέλλουσα εταιρεία ως υπαίτια για την εμπλοκή τους στην υπόθεση «λόγω του ανταγωνισμού που υπάρχει στην αγορά».
Δια υπομνημάτων απολογήθηκαν ότι δεν τεκμηριώνεται οικονομική ζημιά, ενώ κατά πληροφορίες, μίλησαν με τη σειρά τους για «φιλοδωρήματα» που συνιστούν «έθιμο», αναφερόμενοι στα χρηματικά ποσά που κατηγορούνται ότι λάμβαναν, οι πλοηγοί. Για εντολές που εκτελούσαν, έκαναν λόγο, κατά τις ίδιες πληροφορίες, οι υπάλληλοι των τεσσάρων εμπλεκόμενων εταιρειών.
Θυμίζουμε ότι προχθές αφέθηκαν ελεύθεροι με εγγύηση 50.000 ευρώ ο καθένας οι τέσσερις εφοπλιστές που φέρονται ως εγκέφαλοι της οργάνωσης που λυμαινόταν τουλάχιστον ένα χρόνο το λιμάνι της Θεσσαλονίκης.
Ανακρίτρια και εισαγγελέας έκριναν ότι ως ισχυροί επιχειρηματίες που δραστηριοποιούνται σε πολλές περιοχές της χώρας δεν είναι ύποπτοι για φυγή στο εξωτερικό, αλλά ούτε και για τέλεση νέων αξιόποινων πράξεων.
Ελεύθεροι, υπό τον όρο της χρηματικής εγγυοδοσίας από 2.000 έως 10.000 ευρώ κατά περίπτωση, αφέθηκαν και οι υπάλληλοι-συνεργάτες τους στις ιδιωτικές εταιρείες ρυμουλκών που διατηρούν οι τέσσερις εφοπλιστές και οι οποίοι κατηγορούνταν ότι δρούσαν κατ’ εντολήν τους.
Σε βάρος των συνολικά 18 συλληφθέντων πάντως η Εισαγγελία Θεσσαλονίκης έχει απαγγείλει κατηγορίες σε βαθμό κακουργήματος για κατά περίπτωση τα αδικήματα της σύστασης και συμμετοχής σε εγκληματική οργάνωση, εκβίασης κατ’ εξακολούθηση και κατά συνήθεια από κοινού, δωροληψίας υπαλλήλου κατ’ επάγγελμα και κατ’ εξακολούθηση, δωροδοκίας υπαλλήλου κατ’ εξακολούθηση από κοινού και νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα.
Το κύκλωμα, σύμφωνα με το κατηγορητήριο, υποχρέωνε τα πλοία που προσέγγιζαν το λιμάνι της Θεσσαλονίκης να χρησιμοποιούν περισσότερα ρυμουλκά από αυτά που χρειάζονταν, με αποτέλεσμα να αυξάνουν το κόστος ελλιμενισμού, ενώ εξυπηρετούσαν κατά προτεραιότητα τα καράβια που πλήρωναν.
Την έρευνα, που ξεκίνησε το καλοκαίρι του 2018, διενήργησε η Ενιαία Υπηρεσία Εσωτερικών Υποθέσεων Σωμάτων Ασφαλείας υπό την εποπτεία του εισαγγελέα Εφετών Θεσσαλονίκης Χαράλαμπου Παπαγεωργίου.
Μετά την ολοκλήρωση των απολογιών, η ειδική ανακρίτρια θα συνεχίσει το έργο της κι όταν αυτό περατωθεί, η υπόθεση θα εισαχθεί στο αρμόδιο δικαστικό συμβούλιο το οποίο θα αποφανθεί για την παραπομπή ή μη των εμπλεκόμενων προσώπων σε δίκη.