Τις προοπτικές και τις επενδυτικές δυνατότητες που προσφέρει η ναυτιλιακή, παραναυτιλιακή και λιμενική βιομηχανία της Ελλάδος, υπό το πρίσμα της συνεχούς βελτίωσης των οικονομικών δεικτών της εθνικής οικονομίας, παρουσίασε ο υπουργός Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, Γιάννης Πλακιωτάκης, μιλώντας στο 21ο ετήσιο φόρουμ της Capital Link “Invest in Greece”.
Ο κ. Πλακιωτάκης αναφέρθηκε διεξοδικά στη δυναμική της ναυτιλίας των Ελλήνων, στις προκλήσεις που αντιμετωπίζει, αλλά και στην πολυεπίπεδη προσφορά της στο παγκόσμιο εμπόριο και την παγκόσμια οικονομία.
Επίσης, έδωσε αναλυτικά στοιχεία για το προφίλ της (cluster, εταιρείες, πλοία, απασχόληση), καθώς και για την συνεισφορά της στο ΑΕΠ της χώρας.
Σύμφωνα με τον ίδιο, «ο ελληνικός εμπορικός στόλος αριθμεί 670 πλοία. Εκτός από τον εθνικό στόλο, οι Έλληνες πλοιοκτήτες ελέγχουν έναν εντυπωσιακό αριθμό περίπου 5.000 σκαφών διαφόρων κατηγοριών, με χωρητικότητα μεταφοράς σχεδόν 400 εκατομμυρίων dwt, κατανεμημένα σε 43 διαφορετικές σημαίες ανά τον κόσμο.
Ο στόλος που ελέγχεται από τα ελληνικά συμφέροντα βρίσκεται σε εντυπωσιακά υψηλά επίπεδα. Ο ελληνόκτητος στόλος κατατάσσεται πρώτος αντιπροσωπεύοντας το 21% και το 53% της παγκόσμιας και της Ευρωπαϊκής dwt χωρητικότητας, αντίστοιχα.
Το ελληνικό ναυτιλιακό σύμπλεγμα είναι ένα μοναδικά επιτυχημένο και λαμπρό σημείο της ελληνικής οικονομίας. Πάνω από 1.430 ναυτιλιακές εταιρείες που δραστηριοποιούνται στην υπερπόντια ναυτιλία και επιπλέον άλλες 3.674 ναυτιλιακές εταιρείες που απασχολούνται κυρίως στις ενδομεταφορές και στις θαλάσσιες μεταφορές μικρών αποστάσεων, δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα, προβάλλοντας τον Πειραιά ως ναυτιλιακό κέντρο παγκόσμιας εμβέλειας και βάση εμπειρογνωμοσύνης στη διαχείριση των πλοίων.
Οι εταιρείες αυτές προσφέρουν άμεση απασχόληση σε περισσότερους από 16.000 εργαζόμενους και αποτελούν την κινητήρια δύναμη για ολόκληρο το ναυτιλιακό σύμπλεγμα, απασχολώντας είτε άμεσα είτε έμμεσα σχεδόν 200.000 άτομα.
Η ελληνική ναυτιλία παραμένει ένας αξιόπιστος στρατηγικός προμηθευτής ποιοτικών υπηρεσιών θαλάσσιων μεταφορών για τους εμπορικούς της εταίρους, κρατικούς και ιδιωτικούς, με το 22,5% της δραστηριότητας του ελληνόκτητου στόλου να απασχολείται στις ΗΠΑ. Επιπρόσθετα, το μεγαλύτερο ποσοστό της δραστηριότητας του στόλου υπό ελληνική ιδιοκτησία, ήτοι 31,8%, λαμβάνει χώρα στην Ασία εξυπηρετώντας τις ταχέως αναπτυσσόμενες ασιατικές οικονομίες.
Παρά το οικονομικό τοπίο που προσφέρει λίγα επενδυτικά κίνητρα, οι εισπράξεις από το ισοζύγιο πληρωμών υπηρεσιών από τις θαλάσσιες μεταφορές, ανήλθαν σε 16,6 δισ. ευρώ το 2018, αντιπροσωπεύοντας το 9% του εθνικού ΑΕΠ».
Όσον αφορά τον προσδιορισμό των προτεραιοτήτων της ναυτιλιακής πολιτικής, ο κ. Πλακιωτάκης τόνισε ότι «η μεγαλύτερη έμφαση δίδεται στη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας του ναυτιλιακού τομέα γενικά, στην υιοθέτηση νέων ευκαιριών από την ψηφιοποίηση και τον αυτοματισμό, οι οποίες μπορούν να μειώσουν το λειτουργικό κόστος και να αυξήσουν την αποτελεσματικότητα και τον ανθρώπινο παράγοντα, καθώς και την ανάγκη να διατηρηθεί η ναυτική τεχνογνωσία εξασφαλίζοντας τη συνεχή αναβάθμιση της ναυτικής εκπαίδευσης.
Η βιωσιμότητα της ναυτιλιακής επιχείρησης θεωρείται κορυφαία πολιτική προτεραιότητα. Μια παγκόσμια βιομηχανία σαν την ναυτιλία απαιτεί παγκόσμιους κανόνες και διεθνείς κανονισμούς για την ομαλή λειτουργία της με ίσους όρους ανταγωνιστικότητας.
Εξίσου, λόγω της παγκόσμιας φύσης του, το πρόβλημα της κλιματικής αλλαγής δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά με οποιονδήποτε άλλο τρόπο παρά μόνο με ενιαία παγκόσμια δράση. Πρέπει λοιπόν να έχουμε πίστη στο έργο του ΙΜΟ που μέχρι στιγμής έχει διεξαχθεί τόσο ικανοποιητικά για έναν σχεδόν αιώνα, για την ανάπτυξη των συναινετικών κανόνων που θα επιτρέψουν την ανάπτυξη μιας βιώσιμης ναυτιλίας τις επόμενες δεκαετίες.
Η ρεαλιστική εφαρμογή της πρωταρχικής στρατηγικής του ΙΜΟ για τη μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου από τη ναυτιλία και η συνεπής και ομαλή εφαρμογή του νέου ορίου περιεκτικότητας σε θείο 0,5% από την 01.01.2020, εξασφαλίζοντας παγκόσμια διαθεσιμότητα ασφαλών συμμορφούμενων καυσίμων, παραμένουν στην ατζέντα μας».
Όσον αφορά την αξιοποίηση των περιφερειακών λιμένων, ο υπουργός ανακοίνωσε ότι «το ΤΑΙΠΕΔ πολύ σύντομα θα μας παρουσιάσει μελέτες βιωσιμότητας για τα υπόλοιπα 10 μεγάλα περιφερειακά λιμάνια της χώρας για τα οποία υπάρχει ήδη έντονο επενδυτικό ενδιαφέρον. … Για το κάθε λιμάνι πραγματοποιούμε ξεχωριστή μελέτη βιωσιμότητας.
Θέλουμε να διαπιστώσουμε τις πραγματικές τους δυνατότητες ώστε να είναι στοχευμένες οι αποφάσεις μας για την αξιοποίησή τους και αυτό γιατί πιστεύουμε ότι τα λιμάνι μπορούν να γίνουν ατμομηχανές ανάπτυξης τόσο για την περιφέρεια όσο και για την εθνική οικονομία της Ελλάδος».