Οι ναυτιλιακές δραστηριότητες του λιμανιού του Πειραιά θα ξεπεράσουν και αυτή την πανδημική «τρικυμία».
Αυτό ήταν και το βασικό συμπέρασμα, μεταξύ άλλων, στο οποίο κατέληξε η τηλεδιάσκεψη του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Πειραιώς (ΕΒΕΠ), στην οποία έλαβαν μέρος και ο υπουργός Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής Γιάννης Πλακιωτάκης, ο περιφερειάρχης Αττικής Γιώργος Πατούλης και η αντιπεριφερειάρχης Πειραιά Σταυρούλα Αντωνάκου.
Ειδικότερα, στη διάρκεια της τηλεδιάσκεψης, η συζήτηση περιστράφηκε γύρω από δέσμη ερωτημάτων προς τον υπουργό, τον περιφερειάρχη και την αντιπεριφερειάρχη που αφορούσαν:
-στην ανάπτυξη μακροχρόνιων σε αρόδο ζώνη αγκυροβόλιων για να καταστεί εφικτή η ανάπτυξη ναυπηγοεπισκευαστικών και τροφοεφοδιαστικών δραστηριοτήτων
-τα επόμενα βήματα αναφορικά με την πλατφόρμα port community system
-τους σχεδιασμούς για την ανάπτυξη επενδυτικών σχεδίων στην ευρύτερη περιοχή του Πειραιά ώστε να επιτευχθεί ο στόχος της βιώσιμης ανάπτυξης αλλά και της δημιουργίας σχέσεων εμπιστοσύνης και δημιουργικής συνεργασίας μεταξύ όλων των εμπλεκόμενων πλευρών μέσα από ένα εποικοδομητικό διάλογο με επίκεντρο το ΕΒΕΠ.
-το χωροταξικό και τις οχλούσες δραστηριότητες δεδομένου ότι τα υφιστάμενα όρια στις ιπποδυνάμεις και παρά τον εκσυγχρονισμό των μηχανημάτων ματαιώνουν επενδύσεις
-την επισκευαστική ζώνη, τα σχέδια τόνωσης των δραστηριοτήτων της, αλλά και για την πορεία των ναυπηγείων Ελευσίνας
-τα βήματα που έχουν γίνει στο πλαίσιο της προσπάθειας συνεργασίας της Περιφέρειας με το ΥΝΝΠ
-τα επιχειρηματικά πάρκα και την αξιοποίηση ανενεργών εργοστασίων
-την κρουαζιέρα και τους ορίζοντες διασύνδεσης του θαλάσσιου με τον ιατρικό τουρισμό και τις δράσεις που θα πρέπει να αναπτυχθούν.
Όπως επισημάνθηκε, η ανάπτυξη των δραστηριοτήτων της ναυπηγοεπισκευής στον ευρύτερο Πειραϊκό χώρο αποτελούσε και αποτελεί το ζητούμενο για το σύνολο των επιχειρήσεων που ενυπάρχουν στο Επιμελητήριο, αλλά και σε άλλους φορείς, που σχετίζονται με τις εξειδικευμένες δραστηριότητες και δεξιότητες, οι οποίες αναπτύχθηκαν διαχρονικά στο λιμάνι του Πειραιά.
Όσον αφορά στο θέμα της ανάπτυξης ναυπηγοεπισκευαστικών δραστηριοτήτων από τον ΟΛΠ, σημειώθηκε ότι το ΕΒΕΠ πιστεύει ακράδαντα στην αναγκαιότητα διαλόγου και, μάλιστα, προτείνει να γίνει μέσω τηλεδιάσκεψης, στην οποίο θα πρέπει να λάβουν μέρος τα συναρμόδια υπουργεία Ανάπτυξης και Ναυτιλίας, η ΟΛΠ-COSCO και οι αρμόδιοι φορείς, που εκφράζουν το σύνολο των επιχειρήσεων του ναυπηγοεπισκευαστικού τομέα.
Να σημειωθεί ότι ο πρόεδρος του Επιμελητηρίου, Βασίλης Κορκίδης, τόνισε πως σε μια εποχή, που η χώρα έχει εισέλθει, παρά την πανδημία, σε τροχιά επανεκκίνησης της οικονομίας, η εξεύρεση κοινής γραμμής πλεύσης για την ανάπτυξη της ναυπηγοεπισκευαστικής ζώνης πρέπει να αποτελέσει το επίκεντρο, ώστε οι όποιες επενδύσεις, ναι μεν να διατηρήσουν τη βιωσιμότητά τους, αλλά και οι ελληνικές ναυπηγοεπισκευαστικές επιχειρήσεις και τα μικρά ναυπηγεία να έχουν «ανοικτή πρόσβαση» στην αποκλειστική δραστηριότητά τους.
Μάλιστα, ο ίδιος ευχαρίστησε για μία ακόμη φορά τον υπουργό για την πρόσφατη παρέμβασή του στο θέμα της ναυπηγοεπισκευής που ανέκυψε με την απόφαση του ΣτΕ.
Όσον αφορά στη «ρότα» που πρέπει να ακολουθήσει ο Πειραιάς την επόμενη της πανδημίας ως υγειονομικά ασφαλές λιμάνι, προτάθηκε να γίνουν τεστ για τον κορωνοϊό από τον Ιατρικό Σύλλογο Πειραιά στα πληρώματα των mega yacht, αλλά και να δημιουργηθούν μίνι διαγνωστικά κέντρα εντός των κρουαζιερόπλοιων που θα χρησιμοποιούν το λιμάνι του Πειραιά ως home port στο πλαίσιο της ενεργής προσπάθειας σύνδεσης του θαλάσσιου με τον ιατρικό τουρισμό, αλλά και εμπέδωσης του αισθήματος της ασφάλειας για τους επιβάτες.
Όπως τονίστηκε, ο Πειραιάς πρέπει να αξιοποιήσει τις δυνατότητες εφοδιασμού πλοίων, τις εγκαταστάσεις ναυπηγοεπισκευής, δεξαμενισμού, ελλιμενισμού, τα βιομηχανικά πάρκα και τις δεξιότητες του εργατικού του δυναμικού, ώστε να ανακτήσει ένα μεγάλο κομμάτι της ναυτιλιακής οικονομίας που έχει απολέσει από γείτονες χώρες, εκτός ΕΕ.
Συμπερασματικά, διαπιστώθηκε ότι, στην μετά καραντίνα εποχή, θα υπάρξουν κάποιες διαρκείς αλλαγές οι οποίες πρέπει να εντοπιστούν εγκαίρως και να αξιοποιηθούν μέσα από μία ευέλικτη πολιτική με γνώμονα την ανάπτυξη των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων.