Δυσλειτουργίες στην πλοηγική υπηρεσία καταγγέλλει η Διεθνής Ναυτική Ένωση. Με επιστολή στο υπουργείο Ναυτιλίας, η ΔΝΕ υπογραμμίζει ότι οι δυσλειτουργίες της πλοηγικής υπηρεσίας εστιάζονται, κυρίως, στην έλλειψη του απαιτουμένου αριθμού πλοηγών, σε σχέση με τον αυξημένο αριθμό προσεγγίσεων εμπορικών πλοίων και κρουαζιερόπλοιων.
Όπως υποστηρίζει η ΔΕΝ, αποτέλεσμα είναι οι πολύωρες καθυστερήσεις στην πλοήγηση των πλοίων αυτών, με συνέπεια να ανατρέπονται οι χρονικοί προγραμματισμοί των ναυτιλιακών εταιρειών, οι οποίες αναγκάζονται σε τροποποιήσεις των προσεγγίσεων των πλοίων σε άλλα λιμάνια, δημιουργώντας, ως εκ τούτου, επιβαρύνσεις, τόσο για τις εταιρείες – μέλη, όσο και για ένα μεγάλο μέρος παράπλευρων ναυτιλιακών επιχειρήσεων.
Η επιστολή της ΔΝΕ
Υπενθυμίζουμε ότι με την ανωτέρω σχετική επιστολή μας, είχαμε υπογραμμίσει ότι στον χώρο των εμπορικών λιμένων, αλλά και των επιβατηγών πλοίων Κρουαζιέρας, εμφανίζονται έντονες δυσλειτουργίες από πλευράς της Πλοηγικής Υπηρεσίας, το αρνητικό επίπεδο των παρεχομένων υπηρεσιών της οποίας – παρά τις φιλότιμες προσπάθειες των Πλοηγών – , έχει κατ’ επανάληψη επισημανθεί από την Ένωσή μας στις αρμόδιες Υπηρεσίες του Υπουργείου Ναυτιλίας, όπου και Διοικητικά υπάγεται η Υπηρεσία αυτή.
Οι δυσλειτουργίες της Πλοηγικής Υπηρεσίας εστιάζονται βασικά στην έλλειψη του απαιτουμένου αριθμού πλοηγών, σε σχέση με τον αυξημένο αριθμό προσεγγίσεων εμπορικών πλοίων ως και κρουαζιεροπλοίων.
Αποτέλεσμα είναι οι πολύωρες καθυστερήσεις στην πλοήγηση των πλοίων αυτών, με συνέπεια να ανατρέπονται οι χρονικοί προγραμματισμοί των Ναυτιλιακών Εταιρειών, αναγκαζόμενες σε τροποποιήσεις των προσεγγίσεων των πλοίων τους σε άλλα λιμάνια, δημιουργώντας ως εκ τούτου επιβαρύνσεις τόσο για τις Εταιρείες – Μέλη μας, όσο και για ένα μεγάλο μέρος παράπλευρων Ναυτιλιακών επιχειρήσεων.
Οι προαναφερόμενες καθυστερήσεις πλοήγησης πλοίων και οι παρεπόμενες δυσμενείς επιπτώσεις, έχουν λάβει σχεδόν μόνιμο χαρακτήρα καθ’ όσον οι οργανικές θέσεις πλοηγών του Πλοηγικού Σταθμού Πειραιώς, σύμφωνα με τις διατάξεις του π.δ. 103/2014, μειώθηκαν σε 24 πλοηγούς και (1) Αρχιπλοηγό, μετά από τροποποίηση του προϊσχύσαντος υπ’ αριθ. 242/1999 π.δ., που προέβλεπε 41 πλοηγούς και 1 Αρχιπλοηγό.
Η υπάρχουσα σήμερα δύναμη είναι 21 πλοηγοί και 1 Αρχιπλοηγός. Αλλά και η δύναμη αυτή είναι πλασματική, εάν ληφθεί υπόψη ότι τρείς (3) τουλάχιστον πλοηγοί αποσπώνται σε τακτική βάση προς υποβοήθηση άλλων επαρχιακών λιμένων (Μύκονος-Καβάλα), καθώς επίσης και οι εύλογες απουσίες των πλοηγών λόγω αδειών, ασθενειών κλπ.
Σημειώνεται επίσης ότι τα πλοηγούμενα σε 24ωρη βάση πλοία ανέρχονται κατά μέσο όρο σε 1.400 τον μήνα, με πρόσφατη αύξηση κατά 15% – 20% σε όλους τους τύπους των πλοίων και με προοπτική περαιτέρω αυξήσεων μετά την ιδιωτικοποίηση του ΟΛΠ.ΑΕ.
Λαμβανομένου υπόψη ότι οι προσεγγίσεις των πλοίων, όπως είναι εύλογο, δεν κατανέμονται ισόχρονα κατά την διάρκεια του 24ώρου, αλλά κατά κανόνα συμπίπτουν ιδιαίτερα τις πρωϊνές ώρες (π.χ. κρουαζιερόπλοια), αντιλαμβάνεσθε κ. Υπουργέ τις επικρατούσες δυσμενείς συνθήκες, με ότι αυτό συνεπάγεται για την γενικώτερη εικόνα της αναξιοπιστίας που εκπέμπεται από τα εμπορικά και τουριστικά λιμάνια της Χώρας μας στο εξωτερικό.
Κατόπιν των ανωτέρω εκτεθέντων, αβίαστα προκύπτει ότι καθίσταται αναγκαία η επείγουσα προώθηση της διαδικασίας πρόσληψης του πράγματι αναγκαιούντος αριθμού μονίμων πλοηγών, με βάση τα προβλεπόμενα αξιολογικά κριτήρια, ούτως ώστε να παρέχονται ασφαλείς υπηρεσίες πλοήγησης στα λιμάνια και να προστατεύεται η ανθρώπινη ζωή στην θάλασσα, σύμφωνα με τα διεθνή πρότυπα και τους κανόνες ασφαλείας.
Σημειώνουμε τέλος ότι όλες οι δαπάνες της Πλοηγικής Υπηρεσίας, βαρύνουν το κεφάλαιο της Πλοηγικής Υπηρεσίας το οποίο δεν χρηματοδοτείται ούτε επιδοτείται από τον Κρατικό Προϋπολογισμό.
Η Διοίκηση της Ενώσεώς μας κ. Υπουργέ, θα ευρίσκεται στην διάθεσή σας για περαιτέρω παροχή διευκρινίσεων και πληροφοριών, ώστε να γίνει κατανοητή η έκταση και το μέγεθος του προβλήματος, και ότι η πρόσληψη πλοηγών είναι και άμεση και αναγκαία, προκειμένου να αποφευχθούν ενδεχόμενες καταστρεπτικότερες συνέπειες γενικής απαξίωσης των λιμένων και κυρίως του Πειραιά, τόσο για το εισαγωγικό και εξαγωγικό εμπόριο όσο και για την οικονομία της Χώρας μας γενικότερα.