Η ίδρυση της Ρυθμιστικής Αρχής Λιμένα Πειραιά, της Δημοτικής Αρχής Λιμένα και του Περιφερειακού Γραφείου ΔΑΛ Πειραιά περιέχονται στο νομοσχέδιο «Επείγουσες Διατάξεις για την εφαρμογή της συμφωνίας δημοσιονομικών στόχων και διαθρωτικών μεταρρυθμίσεων». Οι διατάξεις περιέχονται στο κεφάλαιο «Μεταρρύθμιση του συστήματος εποπτείας και ελέγχου ελληνικού λιμενικού συστήματος».
Σύμφωνα με το υπουργείο Ναυτιλίας, η ΡΑΛ αναδεικνύεται σε ανεξάρτητη αρχή εποπτείας των εμπορικών μεθόδων και πρακτικών των παρόχων λιμενικών υπηρεσιών, με αναβάθμιση του εποπτικού της ρόλου, ώστε να δύναται να λαμβάνει ρυθμιστικά μέτρα για τη διασφάλιση της ακώλυτης παροχής λιμενικών υπηρεσιών στους χρήστες, της ακώλυτης πρόσβασης σε λιμενικές υπηρεσίες και της εύρυθμης λειτουργίας της συναφούς αγοράς λιμενικών υπηρεσιών, σύμφωνα με το κοινοτικό και εθνικό δίκαιο και σε συνεργασία με την Επιτροπή Ανταγωνισμού.
Αντίστοιχα, η ΔΑΛ αποτελεί δημόσιο φορέα με διοικητική και οικονομική αυτοτέλεια,στον οποίο ανατίθεται η άσκηση των διοικητικής φύσης εξουσιών/αρμοδιοτήτων, οι οποίες αφαιρούνται από τους Οργανισμούς Λιμένα, δυνάμει των διατάξεων των Συμβάσεων Παραχώρησης, λόγω της ιδιωτικοποίησης, σε συνεργασία με τη ΡΑΛ και τη Γενική Γραμματεία Λιμένων, Λιμενικής Πολιτικής και Ναυτιλιακών Επενδύσεων.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ζ΄
ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗ ΤΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΕΠΟΠΤΕΙΑΣ ΚΑΙ ΕΛΕΓΧΟΥ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΛΙΜΕΝΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ
Άρθρο 107
Γενική Γραμματεία Λιμένων, Λιμενικής Πολιτικής και Ναυτιλιακών Επενδύσεων
1. Το Υπουργείο Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής είναι σύμφωνα με την εκάστοτε κείμενη νομοθεσία αρμόδιο για τη χάραξη της λιμενικής πολιτικής, την εποπτεία των λιμενικών υποδομών κάθε λειτουργικής μορφής και την προαγωγή του εθνικού λιμενικού συστήματος ως παράγοντα ανάπτυξης της οικονομίας, των νησιών και της ναυτιλίας της χώρας.
2. Η Γενική Γραμματεία Λιμένων, Λιμενικής Πολιτικής και Ναυτιλιακών Επενδύσεων του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής είναι αρμόδια σύμφωνα με την εκάστοτε κείμενη νομοθεσία για τη χάραξη και την εφαρμογή ολοκληρωμένης πολιτικής και στρατηγικής για την οργάνωση, λειτουργία, ανάπτυξη και αξιοποίηση των λιμένων της χώρας. Μεριμνά για το σχεδιασμό και την προώθηση μέτρων για την ανάπτυξη του θαλάσσιου τουρισμού, την προσέλκυση ναυτιλιακών επενδύσεων στο λιμενικό και παραναυτιλιακό τομέα και την προαγωγή του αναπτυξιακού περιβάλλοντος της ναυτιλίας ως παράγοντα ενίσχυσης της εθνικής οικονομίας. Παράλληλα, υποστηρίζει το Υπουργείο Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής σε κτιριακές υποδομές.
‘Aρθρο 108
Σύσταση Ρυθμιστικής Αρχής Λιμένων
1. Συνιστάται Ανεξάρτητη Διοικητική Αρχή με την επωνυμία «Ρυθμιστική Αρχή Λιμένων» (Ρ.Α.Λ.), η οποία έχει ως γενικότερη αποστολή την εποπτεία και τη διασφάλιση της νομιμότητας των σχέσεων μεταξύ δημόσιων και ιδιωτικών φορέων του εθνικού λιμενικού συστήματος, με έμφαση στην τήρηση της συμβατικής τάξης και την εφαρμογή της νομοθεσίας περί ελεύθερου ανταγωνισμού και με την επιφύλαξη των αρμοδιοτήτων της Γενικής Γραμματείας Λιμένων, Λιμενικής Πολιτικής και Ναυτιλιακών Επενδύσεων του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος καταργούνται το άρθρο 43 του ν.4150/2013 (Α’ 102), όπως ισχύει, και η εκεί προβλεπόμενη Ρυθμιστική Αρχή Λιμένων (Ρ.Α.Λ.) ως αυτοτελής δημόσια υπηρεσία και ως διακριτό νομικό πρόσωπο. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος η Ρ.Α.Λ. ως Ανεξάρτητη Διοικητική Αρχή υποκαθιστά στο σύνολο των εννόμων σχέσεων και των περιουσιακών στοιχείων την καταργούμενη Ρ.Α.Λ. του άρθρου 43 του ν.4150/2013 (Α’ 102). Ως έδρα της Ρ.Α.Λ. ορίζεται ο Δήμος Πειραιά.
2. Τα μέλη της Ρ.Α.Λ. απολαμβάνουν προσωπικής και λειτουργικής ανεξαρτησίας και κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων τους, δεσμεύονται μόνο από το νόμο και τη συνείδησή τους και υποχρεούνται να τηρούν τις αρχές της αντικειμενικότητας και της αμεροληψίας. Για τη Ρ.Α.Λ εφαρμόζεται αναλόγως το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 2 του ν. 3051/2002 (Α` 220), όπως ισχύει.
3. Η Ρ.Α.Λ. υποβάλλει μέχρι την 31η Μαρτίου κάθε έτους στον Πρόεδρο της Βουλής ετήσια έκθεση, η οποία περιέχει στοιχεία για τη δραστηριότητα της, την εφαρμογή των κριτηρίων κατά προτεραιότητα εξέτασης και την επιδίωξη των στρατηγικών στόχων, τις αποφάσεις της και τις εκτιμήσεις της για την κατάσταση και τις εξελίξεις στον τομέα της αρμοδιότητας της.
4. Η Ρ.Α.Λ. υποχρεούται να κινεί τουλάχιστον μία φορά κάθε τέσσερα χρόνια διαδικασία αξιολόγησης της λειτουργίας της, της αποτελεσματικότητας εφαρμογής των διατάξεων του νόμου και του ευρωπαϊκού δικαίου γενικότερα από ελεγκτές αναγνωρισμένου κύρους και αξιοπιστίας. Τα αποτελέσματα της αξιολόγησης αποστέλλονται χωρίς καθυστέρηση στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής και στον Υπουργό Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής και δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα της.
5. Με Προεδρικό Διάταγμα που εκδίδεται μετά από πρόταση των Υπουργών Οικονομικών, Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης και Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής τροποποιείται το π.δ. 19/2016 (Α΄28) «Κανονισμός Λειτουργίας και Οργάνωση Υπηρεσιών της Ρυθμιστικής Αρχής Λιμένων (Ρ.Α.Λ.)» ώστε να προσαρμοστούν οι σχετικές ρυθμίσεις στην μετεξέλιξη της Ρ.ΑΛ. σε Ανεξάρτητη Διοικητική Αρχή και οι σχετικές διατάξεις κωδικοποιούνται σε ενιαίο κείμενο.. Με το ίδιο Προεδρικό Διάταγμα ρυθμίζονται όλα τα αναγκαία ζητήματα σχετικά με τα κωλύματα και τα ασυμβίβαστα των μελών της Αρχής , την υπηρεσιακή κατάστασή τους καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την κατά τον παρόντα νόμο λειτουργία της.
Μέχρι την έκδοση του Προεδρικού Διατάγματος της παρούσας, οι διατάξεις του π.δ.19/2016 ισχύουν και για την ρύθμιση των ζητημάτων της Ρ.Α.Λ. ως Ανεξάρτητης Διοικητικής Αρχής, ως προς την οποίαν εφαρμόζεται αναλόγως, στο μέτρο που διατάξεις του δεν αντιτίθενται σε διατάξεις του παρόντος νόμου ή δεν καταργούνται ρητά από αυτές.
6. Το προσωπικό που υπηρετεί στην καταργούμενη με τον παρόντα νόμο Ρ.Α.Λ. του άρθρου 43 του ν. 4150/2013 μετατάσσεται αυτοδικαίως στην Ρ.Α.Λ. ως Ανεξάρτητη Διοικητική Αρχή με το ίδιο νομικό καθεστώς. Η ιδρυόμενη Ρ.Α.Λ. αναδέχεται τις σχετικές συμβάσεις και ο χρόνος προϋπηρεσίας στην καταργούμενη Ρ.Α.Λ. προσμετράται ως πραγματικός χρόνος.
Άρθρο 109
Συγκρότηση
1. Η Ρ.Α.Λ. συγκροτείται από εννέα (9) μέλη, εκ των οποίων ένα μέλος είναι Πρόεδρος, ένα μέλος Αντιπρόεδρος και δύο μέλη Εισηγητές και απαρτίζεται από πρόσωπα αναγνωρισμένου κύρους που διακρίνονται για την επιστημονική τους κατάρτιση και την επαγγελματική τους ικανότητα στον τεχνικό, νομικό και οικονομικό τομέα, ιδίως σε θέματα ναυτιλίας, στρατηγικού και επιχειρησιακού σχεδιασμού, οργάνωσης, διοίκησης και λειτουργίας λιμένων ή οικονομικής και πολιτικής λιμένων ή λιμενικής βιομηχανίας καθώς και εχέγγυα ανεξαρτησίας και αμεροληψίας. Για τη Ρ.Α.Λ. εφαρμόζεται αναλόγως η παράγραφος 1 του άρθρου 3 του ν. 3051/2002 (Α` 220), όπως ισχύει. Ο Πρόεδρος, ο Αντιπρόεδρος και οι Εισηγητές είναι ανώτατοι κρατικοί λειτουργοί πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης και τελούν, κατά το χρόνο που κατέχουν τη θέση τους, σε αναστολή της επαγγελματικής τους δραστηριότητας. Με την απόφαση διορισμού καθορίζεται εάν τα λοιπά πέντε (5) μέλη είναι πλήρους και αποκλειστικής ή μερικής απασχόλησης. Εφόσον τα μέλη της Ρ.Α.Λ. που είναι πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης είναι μέλη διδακτικού ερευνητικού προσωπικού Ανώτατων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων (ΔΕΠ ΑΕΙ) τότε, σε σχέση με την αναστολή ασκήσεως των καθηκόντων τους ως μελών ΔΕΠ Α.Ε.Ι, εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 24 του ν. 4009/2011 (Α΄ 195). Επιπλέον των τακτικών μελών ορίζονται και δύο αντίστοιχα αναπληρωματικά μέλη τα οποία πρέπει να έχουν τα ίδια προσόντα με τα τακτικά μέλη και τα οποία αναπληρώνουν το τακτικό μέλος, εκτός του Προέδρου, του Αντιπροέδρου και των Εισηγητών, όταν αυτό απουσιάζει, κωλύεται ή ελλείπει. Όταν απουσιάζει, κωλύεται ή ελλείπει ο Πρόεδρος, αναπληρώνεται από τον Αντιπρόεδρο και ο Αντιπρόεδρος από τον Εισηγητή που είναι αρχαιότερος κατά το διορισμό. Όταν απουσιάζει, κωλύεται ή ελλείπει Εισηγητής αναπληρώνεται από άλλον Εισηγητή κατά την πιο πάνω αρχαιότητα κατά το διορισμό.
2. Ο Πρόεδρος, ο Αντιπρόεδρος, τα μέλη και οι Εισηγητές της Ρ.Α.Λ επιλέγονται από τη Βουλή, ύστερα από γνώμη της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στον Κανονισμό της Βουλής, διορίζονται δε με απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής μέσα σε προθεσμία δεκαπέντε (15) ημερών από την κοινοποίηση σε αυτόν της απόφασης της Επιτροπής. Η θητεία του Προέδρου, του Αντιπροέδρου και των μελών της Ρ.Α.Λ, τακτικών και αναπληρωματικών, καθώς και των Εισηγητών, είναι πενταετής και μπορεί να ανανεωθεί μία φορά. Η διαδικασία διορισμού των μελών της Ρ.Α.Λ. κινείται δύο μήνες πριν από τη λήξη της θητείας των προηγούμενων μελών. Αν πεθάνει, παραιτηθεί ή εκπέσει ο Πρόεδρος ή ο Αντιπρόεδρος ή μέλος της Ρ.Α.Λ. διορίζεται νέος Πρόεδρος, Αντιπρόεδρος ή νέο μέλος για το υπόλοιπο της θητείας. Δεν μπορούν να οριστούν μέλη της Ρ.Α.Λ, τα πρόσωπα που έχουν εκπέσει από την ιδιότητα του μέλους αυτής για τους λόγους που ορίζονται στο νόμο αυτόν. Η θητεία των μελών της Ρ.Α.Λ. παρατείνεται αυτοδικαίως μέχρι το διορισμό νέων. Ο Πρόεδρος, ο Αντιπρόεδρος και τα μέλη της Ρ.Α.Λ. αποχωρούν αυτοδικαίως με τη συμπλήρωση του εβδομηκοστού (70ού) έτους ηλικίας τους. Η θητεία των υφιστάμενων μελών της Ρ.Α.Λ. παρατείνεται αυτοδίκαια μέχρι το διορισμό νέων, σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο.
3. Ο Πρόεδρος, ο Αντιπρόεδρος και τα μέλη της Ρ.Α.Λ., τακτικά και αναπληρωματικά, μετά την επιλογή τους και πριν από την έκδοση της πράξης διορισμού τους, γνωστοποιούν στον Υπουργό Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής την παροχή υπηρεσίας, συμβουλής, εργασίας ή έργου, που έχουν αναλάβει με εντολή ή με οποιαδήποτε έννομη σχέση τα τελευταία πέντε χρόνια πριν από την έναρξη της θητείας τους. Μετά από εξέταση των προσκομισθέντων στοιχείων, ο Υπουργός Ναυτιλίας μπορεί με αιτιολογημένη απόφασή του να αναπέμψει το ζήτημα στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας για νέα κρίση. Αντίστοιχη υποχρέωση έγγραφης ενημέρωσης του Προέδρου της Ρ.Α.Λ υφίσταται και για κάθε έργο, εργασία, υπηρεσία, συμβουλή ή εντολή που παρέχουν τα μέλη της Ρ.Α.Λ. που δεν είναι πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης, κατά τη διάρκεια της θητείας τους. Εφόσον από τις πιο πάνω γνωστοποιήσεις προκύπτει προηγούμενη ή υφιστάμενη σχέση του μέλους με επιχείρηση που εμπλέκεται άμεσα ή έμμεσα σε υπό εξέταση υπόθεση, τεκμαίρεται κώλυμα συμμετοχής του στις συνεδριάσεις της Ρ.Α.Λ. για τη συζήτηση και λήψη απόφασης που σχετίζεται με την επιχείρηση αυτή.
4. Κατά τη διάρκεια της θητείας τους, τα τακτικά μέλη της Ρ.Α.Λ. τα οποία δεν είναι πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης, καθώς και τα αναπληρωματικά μέλη, δεν επιτρέπεται να ασκούν οποιοδήποτε έμμισθο ή άμισθο δημόσιο λειτούργημα ή κάθε άλλη επαγγελματική δραστηριότητα επιχειρηματική ή μη, που δεν συμβιβάζονται με την ιδιότητα και τα καθήκοντα του μέλους της Ρ.Α.Λ. Δεν συνιστά ασυμβίβαστο για μέλη της, τακτικά και αναπληρωματικά, η άσκηση καθηκόντων μέλους ΔΕΠ ΑΕΙ, με καθεστώς πλήρους ή μερικής απασχόλησης.
5. Για τα μέλη ή τους αναπληρωτές, για τους οποίους προκύπτει ζήτημα ασυμβίβαστου κατά την προηγούμενη παράγραφο, αποφασίζει το Πειθαρχικό Συμβούλιο που προβλέπεται στο άρθρο 110. Σε εκτέλεση της απόφασης εκδίδεται πράξη του αρμόδιου για το διορισμό του μέλους οργάνου.
6. Η ιδιότητα του Προέδρου, του Αντιπροέδρου και του μέλους (τακτικού ή αναπληρωματικού) της Ρ.Α.Λ. είναι ασυμβίβαστη με την εξ αίματος ή εξ αγχιστείας μέχρι β` βαθμού συγγένεια ή συζυγική σχέση με πρόσωπο που κατέχει το βουλευτικό αξίωμα ή είναι βουλευτής στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή είναι μέλος της Κυβέρνησης. Το ασυμβίβαστο αυτό ισχύει καθ’ όλη τη διάρκεια της θητείας. Η διαπίστωση του ανωτέρω ασυμβίβαστου συνεπάγεται την αυτοδίκαιη έκπτωση από τη θέση του Προέδρου, του Αντιπροέδρου ή του μέλους, αντίστοιχα, για την οποία εκδίδεται διαπιστωτική πράξη του αρμόδιου για το διορισμό οργάνου. Η παρούσα παράγραφος καταλαμβάνει τα ήδη υπηρετούντα πρόσωπα.
7. Στον Πρόεδρο, στον Αντιπρόεδρο και στα μέλη της Ρ.Α.Λ. απαγορεύεται ο άμεσος ή έμμεσος προσπορισμός οποιουδήποτε οφέλους από επιχειρήσεις ή από τρίτους που επηρεάζονται άμεσα από τη δραστηριότητά τους.
8. Τα μέλη της Ρ.Α.Λ και οι αναπληρωτές τους έχουν υποχρέωση τήρησης της εμπιστευτικότητας και της εχεμύθειας. Ο Πρόεδρος, ο Αντιπρόεδρος και τα μέλη της Ρ.Α.Λ. υποχρεούνται στην τήρηση εμπιστευτικότητας πληροφοριών σχετικών με επιχειρηματική δραστηριότητα των οποίων έλαβαν γνώση κατά την άσκηση των καθηκόντων τους.
9. Με απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, ύστερα από γνώμη της Ρ.Α.Λ., καταρτίζεται Κώδικας Δεοντολογίας που ρυθμίζει τον τρόπο άσκησης των καθηκόντων των μελών της και του προσωπικού της.
10. Ο Πρόεδρος, ο Αντιπρόεδρος και τα μέλη της Ρ.Α.Λ, τακτικά και αναπληρωματικά, δεν επιτρέπεται, μετά τη λήξη της θητείας τους, με οποιονδήποτε τρόπο, να παρέχουν υπηρεσία με έμμισθη εντολή ή με οποιαδήποτε έννομη σχέση, σε εταιρία ή επιχείρηση επί των υποθέσεων εκείνων τις οποίες οι ίδιοι χειρίστηκαν ή επί των οποίων είχαν συμμετάσχει στη λήψη απόφασης κατά τη διάρκεια της θητείας τους. Ο Πρόεδρος, ο Αντιπρόεδρος και τα μέλη της Ρ.Α.Λ, τακτικά ή αναπληρωματικά, δεν επιτρέπεται, για τρία έτη μετά τη λήξη της θητείας τους να αναλαμβάνουν γενικώς την υπεράσπιση υποθέσεων ενώπιον της Ρ.Α.Λ. ή την προσφυγή ενώπιον των δικαστηρίων κατά αποφάσεών της. Η απαγόρευση αυτή είναι απρόθεσμη αναφορικά με υποθέσεις που χειρίστηκαν ή επί των οποίων είχαν συμμετάσχει στην λήψη απόφασης κατά τη διάρκεια της θητείας τους. Σε όσους παραβαίνουν τις διατάξεις της παραγράφου επιβάλλεται, με απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, πρόστιμο ίσο με το δεκαπλάσιο των συνολικών αποδοχών και αποζημιώσεων που έλαβε το μέλος της Ρ.Α.Λ. κατά τη διάρκεια της θητείας του.
11. Τα μέλη της Ρ.Α.Λ. εκπίπτουν αυτοδικαίως από τη θέση τους: α) αν εκδοθεί σε βάρος τους αμετάκλητη δικαστική απόφαση για αδίκημα που συνεπάγεται κώλυμα διορισμού σε θέση δημοσίου υπαλλήλου ή έκπτωση δημοσίου υπαλλήλου, σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ. (Α` 26), β) εάν δεν προβούν στις γνωστοποιήσεις της παραγράφου 3.
12. Η ιδιότητα του μέλους αναστέλλεται αν εκδοθεί αμετάκλητο παραπεμπτικό βούλευμα για αδίκημα που συνεπάγεται κώλυμα διορισμού σε θέση δημοσίου υπαλλήλου ή έκπτωση δημοσίου υπαλλήλου, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 3528/2007 (Α` 26) και μέχρι να εκδοθεί αμετάκλητη αθωωτική απόφαση. Αν ανασταλεί η ιδιότητα μέλους, διορίζεται αναπληρωματικό μέλος η θητεία του οποίου διαρκεί όσο διαρκεί η αναστολή.
13. Οι αποδοχές των μελών της Ρ.Α.Λ. που είναι πλήρους και αποκλειστικής καθορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.
14. Το ύψος της ημερήσιας αποζημίωσης, των δαπανών μετακίνησης και διανυκτέρευσης του Προέδρου, του Αντιπροέδρου, των Εισηγητών και των λοιπών μελών της, καθώς και του προσωπικού της για εκτέλεση υπηρεσίας καθορίζονται σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία. Τα οριζόμενα στην παρούσα παράγραφο τελούν υπό την επιφύλαξη των διατάξεων του ν. 3833/2010 (Α` 40).
15. Ο Πρόεδρος και όλα τα μέλη της Ρ.Α.Λ, καθώς και τα αναπληρωματικά μέλη υποβάλλουν κατ` έτος τη δήλωση περιουσιακής κατάστασης που προβλέπεται από τον. 3213/2003 (Α` 309), όπως ισχύει.
Άρθρο 110
Πειθαρχικός Έλεγχος
1. Για κάθε παράβαση των υποχρεώσεων τους που απορρέουν από τον παρόντα νόμο και τις κανονιστικές πράξεις που εκδίδονται κατ` εξουσιοδότηση αυτού, τα μέλη της Ρ.Α.Λ υπέχουν πειθαρχική ευθύνη. Την πειθαρχική διαδικασία ενώπιον του Πειθαρχικού Συμβουλίου της παραγράφου 2 κινεί το Υπουργικό Συμβούλιο ύστερα από πρόταση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, για τον Πρόεδρο και τα μέλη της. Το Πειθαρχικό Συμβούλιο αποφασίζει σε πρώτο και τελευταίο βαθμό την επιβολή των κυρώσεων που ορίζονται κατά τη διαδικασία του άρθρου 111.
2. Το Πειθαρχικό Συμβούλιο αποτελείται από έναν Σύμβουλο Επικρατείας, έναν Αρεοπαγίτη και έναν Καθηγητή Πανεπιστημίου με ειδίκευση στα οικονομικά, με τριετή θητεία. Καθήκοντα Προέδρου ασκεί ο αρχαιότερος των δικαστικών λειτουργών. Χρέη γραμματέα του Συμβουλίου εκτελεί υπάλληλος του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής. Ο Πρόεδρος, τα μέλη και ο γραμματέας του Συμβουλίου ορίζονται με ισάριθμους αναπληρωτές.
3. Το Συμβούλιο συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, η οποία εκδίδεται μέσα σε εξήντα ημέρες από την έναρξη ισχύος του παρόντος. Ειδικά, τα μέλη του Συμβουλίου που είναι δικαστικοί λειτουργοί, διορίζονται με απόφαση του Ανώτατου Δικαστικού Συμβουλίου.
4. Σε εκτέλεση της απόφασης του Πειθαρχικού Συμβουλίου εκδίδεται σχετική πράξη του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής.
Άρθρο 111
Πειθαρχικό Συμβούλιο
1. Το Πειθαρχικό Συμβούλιο συνεδριάζει νόμιμα με την παρουσία όλων των μελών του και αποφασίζει με απόλυτη πλειοψηφία των παρόντων. Το Πειθαρχικό Συμβούλιο αποφασίζει σε πρώτο και τελευταίο βαθμό.
2. Πειθαρχικά παραπτώματα θεωρούνται: α) η παράβαση διατάξεων του παρόντος και εν γένει της ισχύουσας νομοθεσίας κατά την άσκηση των καθηκόντων και αρμοδιοτήτων, β) η πλημμελής εκτέλεση των καθηκόντων και αρμοδιοτήτων, γ) η απόκτηση οικονομικού οφέλους ή ανταλλάγματος του ιδίου του μέλους ή τρίτου προσώπου κατά την άσκηση των καθηκόντων του ή εξ αφορμής αυτών και δ) η υπαίτια πρόκληση ζημίας σε βάρος του Ελληνικού Δημοσίου ή της Ρ.Α.Λ.
3. Οι επιβαλλόμενες από το Πειθαρχικό Συμβούλιο ποινές είναι: α) έγγραφη επίπληξη, β) πρόστιμο έως τις αποδοχές δώδεκα (12) μηνών και γ) οριστική παύση.
4. Σε περίπτωση επιβολής εντός διετίας δύο πειθαρχικών ποινών επίπληξης ή/και προστίμου σε μέλος της Ρ.Α.Λ. για το ίδιο ή διαφορετικό πειθαρχικό παράπτωμα, το μέλος αυτό εκπίπτει αυτοδίκαια από τη θέση του.
5. Η ποινή της οριστικής παύσης μπορεί να επιβληθεί μόνο στις εξής περιπτώσεις:
α) αν το πειθαρχικό παράπτωμα συνιστά ταυτόχρονα και αξιόποινη πράξη,
β) αν το μέλος απέκτησε ή επιδίωξε να αποκτήσει οικονομικό όφελος ή αντάλλαγμα προς όφελος του ιδίου ή τρίτου προσώπου κατά την άσκηση των καθηκόντων του ή εξ αφορμής αυτών,
γ) της παράβασης της υποχρέωσης εμπιστευτικότητας και εχεμύθειας,
δ) της παράβασης της παραγράφου 4 του άρθρου 108,
ε) της υπαίτιας πρόκλησης ζημίας σε βάρος του Ελληνικού Δημοσίου ή της Ρ.Α.Λ.
6. Μετά την κίνηση της πειθαρχικής διαδικασίας κατά το άρθρο 110 παράγραφος 1, ο Πρόεδρος του Πειθαρχικού Συμβουλίου υποχρεούται να καλέσει το μέλος σε προηγούμενη ακρόαση και παροχή έγγραφων εξηγήσεων με κλήση, η οποία αναφέρει το αποδιδόμενο παράπτωμα και επιδίδεται στο μέλος με δικαστικό επιμελητή ή άλλο δημόσιο όργανο. Στην κλήση αναφέρεται η ημερομηνία ακρόασης του μέλους ενώπιον του Πειθαρχικού Συμβουλίου, η οποία δεν μπορεί να απέχει λιγότερο των δέκα (10) εργασίμων ημερών από την ημερομηνία επίδοσης της κλήσης. Προ της ακροάσεως και της παροχής έγγραφων εξηγήσεων, το μέλος δικαιούται να λάβει γνώση του φακέλου της υπόθεσης.
7. Κατά την ακρόαση, το μέλος υποβάλλει ενώπιον του Πειθαρχικού Συμβουλίου τις έγγραφες εξηγήσεις του, παρέχει τις απαιτούμενες διευκρινίσεις, απαντά σε ερωτήσεις και εν γένει διευκολύνει το έργο του Πειθαρχικού Συμβουλίου για τη διακρίβωση των πραγματικών περιστατικών της υπόθεσης. Μετά την ολοκλήρωση της ανωτέρω διαδικασίας, το Πειθαρχικό Συμβούλιο διασκέπτεται αυθημερόν και εκδίδει απόφαση, η οποία είτε:
α) κρίνει ικανοποιητικές και επαρκείς τις εξηγήσεις του μέλους και παύει την πειθαρχική διαδικασία,
β) δίδει εντολή στον Πρόεδρο του Συμβουλίου να συντάξει έκθεση πειθαρχικού παραπτώματος στην οποία περιγράφονται τα πραγματικά περιστατικά, το κατά την παράγραφο 2 πειθαρχικό παράπτωμα και ορίζεται ημέρα και ώρα συνεδριάσεως του Πειθαρχικού Συμβουλίου για τη συζήτηση της υποθέσεως, στην οποία καλείται να παραστεί το διωκόμενο μέλος, εφόσον το επιθυμεί και με πληρεξούσιο δικηγόρο. Η ως άνω απόφαση και στις δύο περιπτώσεις επιδίδεται στο μέλος με δικαστικό επιμελητή ή άλλο δημόσιο όργανο.
8. Σε περίπτωση άσκησης πειθαρχικής δίωξης με απόφαση της περίπτωσης β` του εδαφίου β` της προηγούμενης παραγράφου, κατά την ορισθείσα ημέρα συνεδρίασης, το Πειθαρχικό Συμβούλιο δύναται κατά την κρίση του να εξετάσει μάρτυρες, μετά δε την προφορική ενώπιον του απολογία του διωκόμενου μέλους ή, σε περίπτωση μη εμφανίσεώς του, μετά τη διαπίστωση της νόμιμης κλήτευσής του, εκδίδει αμέσως την απόφασή του. Το Πειθαρχικό Συμβούλιο δύναται, αν το κρίνει αναγκαίο, να διατάξει τη συμπλήρωση της έκθεσης πειθαρχικού παραπτώματος και επανάληψη της συζητήσεως. Στην περίπτωση αυτή καλείται με νέα κλήση το διωκόμενο μέλος, στην οποία ορίζεται νέα ημέρα και ώρα συζητήσεως, η οποία επιδίδεται σύμφωνα με την προηγούμενη παράγραφο. Η επίδοση αυτή μπορεί να παραλειφθεί, εφόσον το μέλος κατά την πρώτη συζήτηση ήταν παρόν και του γνωστοποιήθηκε η νέα ημερομηνία συζητήσεως. Το Πειθαρχικό Συμβούλιο δύναται επίσης άπαξ να αναβάλει τη λήψη αποφάσεως, προκειμένου να εξετάσει ή επανεξετάσει μάρτυρες, ορίζοντας για το λόγο αυτόν νέα ημερομηνία συζήτησης της υποθέσεως. Στην περίπτωση αυτή, κλήση του διωκόμενου μέλους απαιτείται μόνο εάν αυτό ήταν απόν. Οι μάρτυρες προσέρχονται με επιμέλεια των ενδιαφερομένων. Η μη προσέλευση των μαρτύρων δεν κωλύει τη λήψη απόφασης.
9. Η απόφαση του Πειθαρχικού Συμβουλίου είναι ειδικώς αιτιολογημένη, συντάσσεται εγγράφως και τηρούνται συνοπτικά πρακτικά των συνεδριάσεων.
10. Η πειθαρχική διαδικασία είναι αυτοτελής και ανεξάρτητη από τυχόν εκκρεμή ποινική δίωξη. Η ποινική δίκη δεν αναστέλλει αυτοδίκαια την πειθαρχική διαδικασία, δύναται όμως το Πειθαρχικό Συμβούλιο να διατάξει την αναστολή της μέχρι την περάτωση της ποινικής δίκης. Πραγματικά περιστατικά, τα οποία διαπιστώθηκαν με αμετάκλητη απόφαση ποινικού δικαστηρίου λαμβάνονται υπόψη στην πειθαρχική διαδικασία, χωρίς ωστόσο το Πειθαρχικό Συμβούλιο να δεσμεύεται στην κρίση του από την απόφαση του ποινικού δικαστηρίου. Σε περίπτωση αμετάκλητης απόφασης ποινικού δικαστηρίου για αδίκημα σχετιζόμενο με παραβάσεις των διατάξεων του παρόντος ή για αδίκημα που συνεπάγεται κώλυμα διορισμού ή έκπτωση δημοσίου υπαλλήλου, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 3528/ 2007, εκδίδεται απόφαση του Πειθαρχικού Συμβουλίου, με την οποία διαπιστώνεται η οριστική παύση του μέλους.
11. Τα πειθαρχικά παραπτώματα της παραγράφου 2 παραγράφονται μετά πενταετία από την τέλεσή τους. Πειθαρχικό παράπτωμα, το οποίο αποτελεί και ποινικό αδίκημα δεν παραγράφεται πριν παραγραφεί το ποινικό αδίκημα. Η κατά την παράγραφο 6 κλήση για ακρόαση και για έγγραφες εξηγήσεις διακόπτει την ως άνω παραγραφή. Στην περίπτωση αυτή ο συνολικός χρόνος παραγραφής δεν μπορεί να υπερβεί τα επτά (7) έτη, με την επιφύλαξη του εδαφίου β` και της περίπτωσης της αναστολής της πειθαρχικής διαδικασίας κατά την παράγραφο 10, οπότε και ο χρόνος παραγραφής του πειθαρχικού παραπτώματος δεν συμπληρώνεται πριν την παρέλευση έτους από την ημερομηνία δημοσίευσης της αμετάκλητης απόφασης ποινικού δικαστηρίου.
12. Οι διατάξεις του Μέρους Ε` («Πειθαρχικό Δίκαιο») του Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ., ο οποίος κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 3528/2007, όπως οι διατάξεις αυτές εκάστοτε ισχύουν, εφαρμόζονται αναλογικά, στο μέτρο που δεν αντίκεινται στις διατάξεις του παρόντος νόμου.
Άρθρο 112
Κανονιστικές Αρμοδιότητες
Η Ρ.Α.Λ έχει την αρμοδιότητα έκδοσης κανονιστικών πράξεων και δεσμευτικών οδηγιών για τη ρύθμιση θεμάτων που αφορούν :
α) στην απλούστευση, στη διαφάνεια και στη συμβατότητα των τελών κοινού ενδιαφέροντος όλων των ελληνικών λιμένων με τη νομοθεσία περί ανταγωνισμού.
β) στην τυποποίηση της διαδικασίας αριθμητικού προσδιορισμού και υπολογισμού, επιβολής και είσπραξης ποινικών ρητρών ή άλλων συμβατικών αξιώσεων που προβλέπονται στις Συμβάσεις Παραχώρησης καθώς και στην τυποποίηση της διαδικασίας διατύπωσης και κρίσης των αντιρρήσεων των ενδιαφερομένων κατά των αποφάσεων επιβολής.
Ρητά ορίζεται ότι τα σχετικά εισπραττόμενα ποσά αποτελούν έσοδο του Υπουργείου Οικονομικών και δεν προσαυξάνουν τον προϋπολογισμό της Ρ.Α.Λ.
γ) στην άσκηση των λοιπών αρμοδιοτήτων της, συμπεριλαμβανομένης της έκδοσης Κανονισμού Ακροάσεων προσώπων και επιχειρήσεων.
2. Οι κανονιστικές πράξεις του παρόντος άρθρου δημοσιεύονται με ποινή ακυρότητας στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης.
Άρθρο 113
Ρυθμιστικές Αρμοδιότητες
1. Η Ρ.Α.Λ. έχει την αρμοδιότητα να λαμβάνει ρυθμιστικά μέτρα για:
α) την παρακολούθηση της εφαρμογής των όρων και διατάξεων των Συμβάσεων Παραχώρησης στους λιμένες, ιδίως σε ό,τι αφορά την τήρηση των κανόνων ανταγωνισμού, του συμφωνημένου επιπέδου εξυπηρέτησης και τη συμμόρφωση προς τους χρηματο-οικονομικούς στόχους,
β) την τήρηση των υποχρεώσεων των λιμένων στο πλαίσιο της σχετικής κείμενης – εθνικής και ευρωπαϊκής – νομοθεσίας, σε σχέση με δημόσιες συμβάσεις, Συμβάσεις Παραχώρησης και τους κανόνες ανταγωνισμού,
γ) την υποχρέωση παροχής δημόσιας υπηρεσίας στον λιμενικό τομέα σύμφωνα με τις Συμβάσεις Παραχώρησης και τους κανόνες ανταγωνισμού,
δ) τη διαμεσολάβηση και επίλυση διαφορών μεταξύ χρηστών και φορέων διαχείρισης, τη διαχείριση παραπόνων, και τη λήψη δεσμευτικών αποφάσεων επί αυτών σε εύλογο χρονικό διάστημα, σε κάθε θέμα αρμοδιότητάς της,
ε) την υποστήριξη προς τις αρμόδιες αρχές για την κατάρτιση προδιαγραφών δημοσίων συμβάσεων (παραχωρήσεις χερσαίας ζώνης) και των σχετικών ανανεώσεων που προτείνονται από τον φορέα διαχείρισης, την παρακολούθηση της εφαρμογής των όρων των δημοσίων συμβάσεων, προς εξασφάλιση ιδίως της τήρησης του συμφωνημένου επιπέδου εξυπηρέτησης, με προσδιορισμό των επιπέδων απόδοσης, επενδύσεων, δημιουργίας θέσεων απασχόλησης και της συμμόρφωσης με τους χρηματοοικονομικούς στόχους,
στ) την εξασφάλιση – σε συνεργασία με την Επιτροπή Ανταγωνισμού – της πιστής εφαρμογής της αντιμονοπωλιακής νομοθεσίας στον κλάδο, την αποτροπή κατάχρησης δεσπόζουσας θέσης, εναρμονισμένων πρακτικών, εξοντωτικής τιμολόγησης και άλλων πρακτικών που στρεβλώνουν τον ανταγωνισμό,
2. Περαιτέρω, η Ρ.Α.Λ είναι αρμόδια για:
α) την επεξεργασία και πρόταση στον Υπουργό Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής των αναγκαίων νομοθετικών διατάξεων για κάθε θέμα αρμοδιότητάς της
β) τη σύνταξη και υποβολή προς κάθε συναρμόδιο Υπουργείο ή Ανεξάρτητη Αρχή εισηγήσεων για κάθε θέμα αρμοδιότητάς της
γ) την ανταλλαγή πληροφοριών και συνεργασία με τους αντίστοιχους φορείς των άλλων κρατών – μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όσον αφορά τις αρμοδιότητες της
δ) την γνωμοδότηση επί της μεθοδολογίας και του καθορισμού των τελών λιμενικών υπηρεσιών και των τελών λιμενικών υποδομών, τη γνωμοδότηση – κατόπιν σχετικού ερωτήματος του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής – στο Υπουργείο Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής επί ειδικών θεμάτων λιμένων – περιλαμβανομένων και μέτρων για την ανάπτυξη και εκσυγχρονισμό του εθνικού λιμενικού συστήματος.
ε) την άσκηση των συμβατικών δικαιωμάτων του Ελληνικού Δημοσίου που απορρέουν από Συμβάσεις Παραχώρησης στο όνομα και για λογαριασμό του.
Ειδικά για τα παρακάτω:
αα) την καταγγελία ή με άλλο τρόπο λύση τέτοιας Σύμβασης Παραχώρησης, στο σύνολό της ή (εφόσον παρέχεται τέτοια δυνατότητα) μερικώς,
ββ) τη διαπίστωση της πλήρωσης διαλυτικής αίρεσης ή/και τη διαπίστωση της ματαίωσης αναβλητικής αίρεσης, καθώς και την επίκληση οποιουδήποτε από τα ανωτέρω, στο μέτρο που επιδρά στην ισχύ Σύμβασης Παραχώρησης, ολικά ή μερικά,
γγ) την άσκηση δικαιωμάτων παρέμβασης στα υπό παραχώρηση περιουσιακά στοιχεία ή/και την άσκηση δικαιωμάτων υποκατάστασης – υπεισέλευσης στη Σύμβαση Παραχώρησης,
δδ) την προσφυγή σε οποιοδήποτε δικαιοδοτικό όργανο επίλυσης των σχετικών συμβατικών διαφορών, όπως ενδεικτικά διαιτητικό ή πολιτειακό δικαστήριο, και την εν γένει άσκηση ενδίκων βοηθημάτων και μέσων, η Ρ.Α.Λ. ασκεί το σχετικό δικαίωμα ή προβαίνει στη σχετική ενέργεια μόνον εφόσον έχει προηγηθεί προηγούμενη σύμφωνη γνώμη του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής ή του Υπουργού Οικονομικών. Σε περίπτωση που οι δύο τελευταίοι Υπουργοί αιτηθούν γραπτώς στην Ρ.Α.Λ. την άσκηση δικαιώματος της παρούσας περίπτωσης, η Ρ.Α.Λ. έχει δέσμια αρμοδιότητα να προβεί στην άσκησή του κατά τα προσδιοριζόμενα στο σχετικό έγγραφο.
Η τροποποίηση Σύμβασης Παραχώρησης υπόκειται στους ουσιαστικούς και διαδικαστικούς κανόνες που ρυθμίζουν τη σύναψή της.
3. Η Ρ.Α.Λ. συνεργάζεται με την Επιτροπή Ανταγωνισμού και μπορεί να ζητεί τη γνώμη της σε θέματα ανταγωνισμού ή να παραπέμπει σε αυτήν υποθέσεις, οι οποίες ενδέχεται να εμπίπτουν στις ρυθμίσεις του ν. 3959/ 2011 και στην αρμοδιότητα της Επιτροπής Ανταγωνισμού.
4. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις και όταν η Ρ.Α.Λ.. έχει αποχρώσες ενδείξεις ότι η παράβαση διατάξεων της κείμενης νομοθεσίας ενέχει άμεση, σοβαρή και επικείμενη απειλή για τη δημόσια ασφάλεια, τη δημόσια τάξη ή τη δημόσια υγεία ή θα προξενήσει σοβαρά οικονομικά ή λειτουργικά προβλήματα στη λειτουργία των θαλάσσιων μεταφορών, μπορεί να λαμβάνει έκτακτα προσωρινά μέτρα προς αντιμετώπιση της κατάστασης, πριν τη λήψη οριστικής απόφασης, η οποία λαμβάνεται μετά από ακρόαση της ενδιαφερόμενης επιχείρησης και τηρώντας την αρχή της αναλογικότητας. Τα προσωρινά αυτά μέτρα δεν πρέπει να κατατείνουν στην πλήρη ικανοποίηση του δικαιώματος.
5. Η απόφαση της Ρ.Α.Λ περί των προσωρινών μέτρων είναι άμεσα εκτελεστή και μπορεί να επιβάλει ταυτόχρονα και διοικητικό πρόστιμο μέχρι πέντε χιλιάδες (5.000) ευρώ για κάθε ημέρα μη συμμόρφωσης.
6. Η διαδικασία λήψεως προσωρινών μέτρων καθορίζεται με τον Κανονισμό Ακροάσεων. Στον ενδιαφερόμενο παρέχεται δυνατότητα να εκθέσει τις απόψεις του και να προτείνει μέτρα αποκατάστασης. Εάν αυτά κριθούν επαρκή, η Ρ.Α.Λ.. ανακαλεί τα προσωρινά μέτρα και επικυρώνει τα προτεινόμενα από την επιχείρηση μέτρα αποκατάστασης.
7. Τα προσωρινά μέτρα της Ρ.Α.Λ. έχουν ισχύ μέγιστης διάρκειας δυο μηνών, η οποία, σε περιπτώσεις μη ολοκλήρωσης των διαδικασιών συμμόρφωσης, μπορεί να παραταθεί για ακόμη δυο μήνες με ειδικά αιτιολογημένη απόφαση.
Άρθρο 114
Διερεύνηση Καταγγελιών
1. Κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο έχει το δικαίωμα να καταγγέλλει ενώπιον της Ρ.Α.Λ. παραβάσεις για κάθε θέμα αρμοδιότητάς της. Με απόφαση της Ρ.Α.Λ. καθορίζονται ο τύπος, το περιεχόμενο, τα διαδικαστικά αποτελέσματα, καθώς και ο τρόπος υποβολής και καταχώρισης των καταγγελιών του προηγούμενου εδαφίου. Η Ρ.Α.Λ. αξιολογεί αν τα στοιχεία και οι ισχυρισμοί που τίθενται υπόψη της από τον καταγγέλλοντα συνιστούν ενδείξεις παράβασης. Αν από την αξιολόγηση αυτή δεν προκύπτουν ενδείξεις παράβασης των εν λόγω άρθρων, η καταγγελία λογίζεται ως προφανώς αβάσιμη και τίθεται στο αρχείο. Οι Καταγγελίες αξιολογούνται το συντομότερο δυνατό και πάντως μετά την πάροδο πέντε μηνών από την υποβολή τους στη Ρ.Α.Λ. Οι δημόσιοι υπάλληλοι, οι υπάλληλοι νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, οι εργαζόμενοι σε δημόσιες επιχειρήσεις ή επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας και οι εντεταλμένοι προσωρινά την άσκηση δημόσιας υπηρεσίας οφείλουν να ανακοινώνουν, χωρίς υπαίτια καθυστέρηση, στη Ρ.Α.Λ., ό,τι περιέρχεται στη γνώση τους με οποιονδήποτε τρόπο και σχετίζεται με θέματα αρμοδιότητάς της.
2. Καταγγελίες περί ζητημάτων που δεν εμπίπτουν στις αρμοδιότητες της Ρ.Α.Λ. με βάση τις διατάξεις του παρόντος νόμου τίθενται στο αρχείο με πράξη του Προέδρου της, ύστερα από εισήγηση της αρμόδιας οργανικής μονάδας, μέσα σε προθεσμία πέντε μηνών από την υποβολή τους. Εάν η καταγγελία εμπίπτει στις αρμοδιότητες άλλης ανεξάρτητης ή διοικητικής ή δικαστικής αρχής η Ρ.Α.Λ. οφείλει να τη διαβιβάσει αρμοδίως μέσα στην παραπάνω προθεσμία.
3. Όταν είναι αναγκαίο για την άσκηση των αρμοδιοτήτων της Ρ.Α.Λ., που ορίζονται στον παρόντα νόμο, ο Πρόεδρος της Ρ.Α.Λ. ή ο εξουσιοδοτημένος από αυτόν Αντιπρόεδρος, μπορεί να ζητά με έγγραφο πληροφορίες από επιχειρήσεις, ενώσεις επιχειρήσεων ή άλλα φυσικά ή νομικά πρόσωπα ή δημόσιες ή άλλες αρχές. Στο έγγραφο αναφέρονται οι διατάξεις του νόμου, οι οποίες θεμελιώνουν το αίτημα, ο σκοπός της αίτησης, η προθεσμία που τάσσεται για την παροχή των πληροφοριών, η οποία δεν μπορεί να είναι μικρότερη των πέντε εργασίμων ημερών. Εκείνοι, στους οποίους απευθύνεται το έγγραφο υποχρεούνται σε άμεση, πλήρη και ακριβή παροχή των πληροφοριών που ζητούνται. Δεν υπέχουν υποχρέωση παροχής πληροφοριών τα πρόσωπα που δεν εξετάζονται σε ποινικές δίκες. Με τα οριζόμενα στην παρούσα παράγραφο δε θίγονται οι διατάξεις περί τραπεζικού απορρήτου.
4. Με την επιφύλαξη ειδικών νόμων που καθιερώνουν υποχρέωση εχεμύθειας, όλες οι δημόσιες αρχές και τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου υπέχουν υποχρέωση να παρέχουν πληροφορίες και να συνδράμουν τη Ρ.Α.Λ. και τους εντεταλμένους υπαλλήλους της κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους.
5. Σε περίπτωση άρνησης, δυστροπίας ή καθυστέρησης παροχής των αιτούμενων κατά περίπτωση πληροφοριών ή σε περίπτωση παροχής πληροφοριών ανακριβών ή ελλιπών από επιχειρήσεις ή ενώσεις επιχειρήσεων, διευθυντές και υπαλλήλους τους, όπως και ιδιώτες ή νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου, η Ρ.Α.Λ. επιβάλλει πρόστιμο δεκαπέντε χιλιάδες (15.000) ευρώ με ανώτατο όριο το 1% του κύκλου εργασιών, και για κάθε παράβαση.
Η απόφαση επιβολής πρέπει να είναι ειδικά αιτιολογημένη και να περιγράφει επαρκώς την πλημμέλεια στη συμπεριφορά του ελεγχόμενου προσώπου.
6. Για την άσκηση των ελεγκτικών τους αρμοδιοτήτων, τα μέλη και οι υπάλληλοι της Ρ.Α.Λ., υπό την διεύθυνση και την εποπτεία του κατά περίπτωση αρμόδιου Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών, δύνανται:
α) να ελέγχουν κάθε είδους και κατηγορίας βιβλία, στοιχεία και λοιπά έγγραφα των επιχειρήσεων και ενώσεων επιχειρήσεων, καθώς και την ηλεκτρονική εμπορική αλληλογραφία των επιχειρηματιών, διοικητών, διευθυνόντων συμβούλων, διαχειριστών και γενικά εντεταλμένων τη διοίκηση ή διαχείριση προσώπων, καθώς και του προσωπικού των επιχειρήσεων ή ενώσεων επιχειρήσεων, ανεξαρτήτως της μορφής αποθήκευσης τους, και οπουδήποτε και εάν αυτά φυλάσσονται και να λαμβάνουν αντίγραφα ή αποσπάσματα τους.
β) να προβαίνουν σε κατασχέσεις βιβλίων, εγγράφων και άλλων στοιχείων, καθώς και ηλεκτρονικών μέσων αποθήκευσης και μεταφοράς δεδομένων, τα οποία αποτελούν επαγγελματικές πληροφορίες.
γ) να ελέγχουν και να συλλέγουν πληροφορίες και δεδομένα κινητών τερματικών, φορητών συσκευών, καθώς και των εξυπηρετητών τους σε συνεργασία με τις αρμόδιες κατά περίπτωση αρχές, που βρίσκονται μέσα ή έξω από τις κτιριακές εγκαταστάσεις των ελεγχόμενων επιχειρήσεων ή ενώσεων αυτών
δ) να ενεργούν έρευνες στα γραφεία και τους λοιπούς χώρους και τα μεταφορικά μέσα των επιχειρήσεων ή ενώσεων επιχειρήσεων
ε) να σφραγίζουν οποιονδήποτε επαγγελματικό χώρο. βιβλία ή έγγραφα, κατά την περίοδο που διενεργείται ο έλεγχος και στο μέτρο των αναγκών αυτού.
στ) να ενεργούν έρευνες στις κατοικίες των επιχειρηματιών, διοικητών, διευθυνόντων συμβούλων, διαχειριστών και γενικά εντεταλμένων τη διοίκηση ή διαχείριση προσώπων, καθώς και του προσωπικού των επιχειρήσεων ή ενώσεων επιχειρήσεων, εφόσον υπάρχουν εύλογες υπόνοιες, ότι φυλάσσονται εκεί βιβλία ή άλλα έγγραφα που συνδέονται με την επιχείρηση και το αντικείμενο του ελέγχου.
ζ) να λαμβάνουν, κατά την κρίση τους, ένορκες ή ανωμοτί καταθέσεις, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 212 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, και να ζητούν από κάθε αντιπρόσωπο ή μέλος του προσωπικού της επιχείρησης ή ένωσης επιχειρήσεων, επεξηγήσεις για τα γεγονότα ή τα έγγραφα που σχετίζονται με το αντικείμενο και το σκοπό του ελέγχου και να καταγράφουν τις σχετικές απαντήσεις.
Για τις πράξεις της παρούσας παραγράφου συντάσσονται εκθέσεις σύμφωνα με τα οριζόμενα στα άρθρα 148 – 153 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας.
Η διαδικασία συλλογής, φύλαξης και επεξεργασίας ηλεκτρονικών αρχείων και αλληλογραφίας, που συλλέγονται για τους σκοπούς του παρόντος νόμου, καθορίζεται με απόφαση της Ρ.Α.Λ.
Κατά την άσκηση των εξουσιών τους, τα μέλη και οι υπάλληλοι της Ρ.Α.Λ. τηρούν τις διατάξεις του άρθρου 9 του Συντάγματος για το άσυλο της κατοικίας και τις εγγυήσεις έρευνας που καθιερώνει ο Κώδικας Ποινικής Δικονομίας.
Σε περίπτωση άρνησης ή παρεμπόδισης με οποιονδήποτε τρόπο των μελών και υπαλλήλων της Ρ.Α.Λ. στην άσκηση των καθηκόντων τους, αυτοί μπορούν να ζητούν τη συνδρομή των εισαγγελικών αρχών και κάθε άλλης αρμόδιας αρχής.
Άρθρο 115
Εκπροσώπηση της Ρ.Α.Λ. – Αρμοδιότητες Προέδρου
1. Η Ρ.Α.Λ. παρίσταται αυτοτελώς ως διάδικος στα δικαστήρια σε κάθε είδους δίκες.
2. Ο Πρόεδρος της Ρ.Α.Λ. την εκπροσωπεί ενώπιον κάθε δικαστικής αρχής και στις σχέσεις της με τις άλλες διοικητικές ή ανεξάρτητες αρχές και τους τρίτους και έχει, δυνάμει της κείμενης νομοθεσίας, των διατάξεων του παρόντος και των αποφάσεων της Ρ.Α.Λ. την ευθύνη της λειτουργίας αυτής, ασκεί δε τις προς τούτο αρμοδιότητες και ιδίως:
(α) προΐσταται όλων των υπηρεσιών της, διευθύνει το έργο τους και ασκεί πειθαρχική εξουσία επί του προσωπικού της,
(β) καθορίζει τα θέματα ημερήσιας διάταξης και προεδρεύει στις συνεδριάσεις της Ρ.Α.Λ.,
(γ) παρακολουθεί την εκτέλεση των αποφάσεων, πορισμάτων και οποιωνδήποτε άλλων πράξεών της,
(δ) λαμβάνει αποφάσεις διαχειριστικού χαρακτήρα για την εύρυθμη λειτουργία της και την εφαρμογή των αποφάσεών της,
(ε) μεριμνά για την κατάρτιση προϋπολογισμού, απολογισμού και ισολογισμού της Ρ.Α.Λ.
3. Ο Πρόεδρος της Ρ.Α.Λ. μπορεί με πράξη του να αναθέτει την εκπροσώπηση της Ρ.Α.Λ. στον Αντιπρόεδρο ή σε άλλα μέλη της, εκτός δε των περιπτώσεων όπου ο νόμος το απαγορεύει ρητά, μπορεί με πράξη του να παρέχει εξουσιοδότηση στον Αντιπρόεδρο ή σε άλλα μέλη της Ρ.Α.Λ. ή στο Γενικό Διευθυντή ή σε Προϊσταμένους των Διευθύνσεων για τη διενέργεια συγκεκριμένης πράξης ή ενέργειας ή κατηγορίας πράξεων ή ενεργειών, καθώς και να υπογράφουν «με εντολή προέδρου» έγγραφα ή άλλες πράξεις της Ρ.Α.Λ., οι οποίες δημοσιεύονται δι’ αναρτήσεως, με επιμέλεια της Γραμματείας της Ρ.Α.Λ. στον πίνακα ανακοινώσεων και δημοσιεύσεων της, καθώς και στην ιστοσελίδα της. Οι πράξεις του προηγούμενου εδαφίου δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
4. Τον Πρόεδρο της Ρ.Α.Λ., εφόσον απουσιάζει ή κωλύεται, αναπληρώνει ο Αντιπρόεδρος.
Άρθρο 116
Συνεδριάσεις – Απαρτία
1. Η Ρ.Α.Λ. συνέρχεται στην έδρα της κατόπιν προσκλήσεως του Προέδρου της τουλάχιστον μία φορά το μήνα. Δύναται να συνεδριάζει και εκτός έδρας ή με τη χρήση ηλεκτρονικών μέσων.
2. Χρέη γραμματέα εκτελεί υπάλληλος της Ρ.Α.Λ που ορίζεται με απόφαση του Προέδρου. Ο γραμματέας παρίσταται κατά τις συνεδριάσεις.
3. Στις συνεδριάσεις της Ρ.Α.Λ. εκτός του Προέδρου, του Αντιπροέδρου και των μελών αυτής μπορούν να προσκαλούνται, αναλόγως και της ημερήσιας διάταξης, ένας εκπρόσωπος της Ένωσης Λιμένων Ελλάδος, ένας εκπρόσωπος της Ένωσης Περιφερειών Ελλάδος, ένας εκπρόσωπος του Συνδέσμου Επιχειρήσεων Επιβατηγού Ναυτιλίας, ένας εκπρόσωπος της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων Ελλάδος και ένας εκπρόσωπος της Ομοσπονδίας Υπαλλήλων Λιμανιών Ελλάδος, που ορίζονται από τους φορείς αυτούς με τους νόμιμους αναπληρωτές τους. Τα πρόσωπα αυτά συμμετέχουν, εφόσον προσκληθούν, με δικαίωμα λόγου και χωρίς δικαίωμα ψήφου.
Η Ρ.Α.Λ. μπορεί να καλεί στις συνεδριάσεις της, προς παροχή πληροφοριών ή προσαγωγή στοιχείων, υπηρεσιακούς παράγοντες ή και τρίτους, οι οποίοι αποχωρούν σε κάθε περίπτωση πριν την ψηφοφορία. Λεπτομέρειες ορίζονται στον Κανονισμό Εσωτερικής Λειτουργίας και Διαχείρισης.
4. Η Ρ.Α.Λ. βρίσκεται σε απαρτία και συνεδριάζει νομίμως, εφόσον μετέχουν στη συνεδρίαση πέντε (5) τουλάχιστον μέλη, μεταξύ των οποίων ο Πρόεδρος ή, απουσιάζοντος αυτού, ο Αντιπρόεδρος. Η απαρτία πρέπει να υπάρχει σε όλη τη διάρκεια της συνεδρίασης και κατά την ψηφοφορία.
5. Αν απαιτούνται διαδοχικές συνεδριάσεις που διεξάγονται σε διαφορετικό χρόνο, η νομιμότητα της σύνθεσης της Ρ.Α.Λ. δεν επηρεάζεται από την τυχόν εναλλαγή των μελών που συμμετέχουν.
6. Για τη λειτουργία της Ρ.Α.Λ. εφαρμόζονται οι διατάξεις του παρόντος νόμου και του Κανονισμού Εσωτερικής Λειτουργίας και Διαχείρισης (Προεδρικό Διάταγμα 19/2016 «Κανονισμός Λειτουργίας και Οργάνωση Υπηρεσιών της Ρυθμιστικής Αρχής Λιμένων», ΦΕΚ Α’ 28/2016, όπως ισχύει τροποποιημένο) και συμπληρωματικά οι διατάξεις του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας (ν. 2690/1999, Α` 45).
Άρθρο 117
Πρόσκληση Μελών – Συνεδριάσεις
1. Ο Πρόεδρος της Ρ.Α.Λ. καθορίζει την ημέρα, την ώρα και τον τόπο των συνεδριάσεων, καταρτίζει την ημερήσια διάταξη των θεμάτων που πρόκειται να συζητηθούν και καλεί τα μέλη να συμμετάσχουν.
2. Κάθε μέλος της Ρ.Α.Λ. έχει δικαίωμα να ζητήσει εγγράφως την ένταξη θέματος στην ημερήσια διάταξη. Ο Πρόεδρος υποχρεούται να συμπεριλάβει το προτεινόμενο θέμα σε κάποια από τις επόμενες τρεις συνεχείς συνεδριάσεις από την υποβολή του αιτήματος.
3. Η πρόσκληση των μελών, η οποία περιλαμβάνει την ημερήσια διάταξη, γνωστοποιείται στα μέλη της Ρ.Α.Λ. τουλάχιστον σαράντα οκτώ (48) ώρες πριν από τη συνεδρίαση. Η γνωστοποίηση μπορεί να γίνει με οποιονδήποτε πρόσφορο τρόπο, καθώς επίσης και με τηλεφώνημα, τηλεγράφημα, τηλεομοιοτυπία ή ηλεκτρονικό ταχυδρομείο.
Η προθεσμία αυτή μπορεί, σε περίπτωση κατεπείγοντος, να συντμηθεί με απόφαση του Προέδρου, όμως τότε, η πρόσκληση πρέπει να είναι έγγραφη.
4. Πρόσκληση των μελών της Ρ.Α.Λ. δεν απαιτείται όταν οι συνεδριάσεις γίνονται σε ημερομηνίες τακτές, που ορίζονται με απόφαση της, η οποία και γνωστοποιείται στα μέλη της.
Πρόσκληση δεν απαιτείται, επίσης, όταν μέλος της Ρ.Α.Λ. έχει δηλώσει, πριν από τη συνεδρίαση, κώλυμα συμμετοχής του σε αυτήν ή όταν το κώλυμα τούτο είναι γνωστό στον Πρόεδρο.
5. Αν κατά τη συνεδρίαση απουσιάσει μέλος της Ρ.Α.Λ. το οποίο δεν είχε προσκληθεί, η συνεδρίαση είναι παράνομη. Αν υπήρξαν πλημμέλειες ως προς την κλήτευση μέλους, η Ρ.Α.Λ. συνεδριάζει νομίμως, αν το μέλος αυτό παρίσταται κατά τη συνεδρίαση και δεν αντιλέγει.
Άρθρο 118
Υποχρεωτική Σύγκληση της Ρ.Α.Λ.
1. Ο Πρόεδρος έχει υποχρέωση να συγκαλέσει τη Ρ.Α.Λ. αν το ζητήσει εγγράφως ο Υπουργός Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, ο οποίος προσδιορίζει και τα προς συζήτηση θέματα.
2. Στην περίπτωση της προηγούμενης παραγράφου η σύγκληση της Ρ.Α.Λ. λαμβάνει χώρα εντός πέντε εργάσιμων ημερών από τη λήψη του σχετικού αιτήματος. Αν παρέλθει η ως άνω προθεσμία, ο Αντιπρόεδρος υποχρεούται να συγκαλέσει τη Ρ.Α.Λ. χωρίς καθυστέρηση.
3. Η σύγκληση είναι υποχρεωτική και όταν το ζητήσουν δύο τουλάχιστον μέλη της Ρ.Α.Λ. με αίτηση τους προς τον Πρόεδρο, στην οποία πρέπει να ορίζουν και τα θέματα της ημερησίας διατάξεως. Ο Πρόεδρος μπορεί να εντάξει τα προτεινόμενα θέματα στην ημερήσια διάταξη της επόμενης συνεδρίασης από την υποβολή του αιτήματος, αν αυτή δεν απέχει πάνω από δέκα ημέρες από τη λήψη του αιτήματος. Σε διαφορετική περίπτωση η Ρ.Α.Λ. συγκαλείται νομίμως και με πρόσκληση των αιτούντων μελών.
Άρθρο 119
Διεξαγωγή των Συνεδριάσεων
1. Στις συνεδριάσεις της Ρ.Α.Λ. συζητούνται και λαμβάνονται αποφάσεις μόνο για τα θέματα που περιλαμβάνονται στην ημερήσια διάταξη. Κατ` εξαίρεση, μπορούν να συζητηθούν και θέματα που δεν περιλαμβάνονται στην ημερήσια διάταξη, αν είναι παρόντα όλα τα μέλη και ομόφωνα συμφωνούν για τη συζήτηση τους.
2. Ο Πρόεδρος της Ρ.Α.Λ. κηρύσσει την έναρξη και τη λήξη των συνεδριάσεων, διευθύνει τις εργασίες και φροντίζει για την εφαρμογή του νόμου και την εύρυθμη λειτουργία της.
Άρθρο 120
Πρακτικά Συνεδριάσεων
1. Για τις συνεδριάσεις της Ρ.Α.Λ. συντάσσεται πρακτικό, στο οποίο μνημονεύονται, ιδίως, τα ονόματα και η ιδιότητα των παριστάμενων μελών, ο τόπος και ο χρόνος της συνεδρίασης, τα θέματα που συζητήθηκαν με συνοπτική αλλά περιεκτική αναφορά στο περιεχόμενο τους, η μορφή και τα αποτελέσματα της ψηφοφορίας και οι αποφάσεις που λήφθηκαν. Στο ανωτέρω πρακτικό καταχωρίζονται υποχρεωτικώς όλες οι επιμέρους γνώμες που διατυπώθηκαν και τέθηκαν σε ψηφοφορία.
2. Στο πρακτικό καταχωρίζονται οι γνώμες των μελών που μειοψήφησαν και τα ονόματα αυτών.
3. Το πρακτικό συντάσσεται από το μέλος ή υπάλληλο της Ρ.Α.Λ. που επιφορτίζεται με το καθήκον αυτό από τον Πρόεδρο, συνυπογράφεται από το σύνολο των παρόντων μελών και επικυρώνεται από τον Πρόεδρο.
4. Κάθε ενδιαφερόμενος έχει το δικαίωμα, ύστερα από γραπτή αίτησή του, να λαμβάνει γνώση των πρακτικών των συνεδριάσεων και των υποθέσεων που διεκπεραιώθηκαν από τη Ρ.Α.Λ. Το δικαίωμα του προηγούμενου εδαφίου δεν υφίσταται στις περιπτώσεις που το έγγραφο αφορά την ιδιωτική ή οικογενειακή ζωή τρίτου, ή αν παραβλάπτεται απόρρητο το οποίο προβλέπεται από ειδικές διατάξεις. Η Ρ.Α.Λ,. μπορεί να αρνηθεί την ικανοποίηση του δικαιώματος τούτου αν η ικανοποίησή του είναι δυνατόν να δυσχεράνει ουσιωδώς την άσκηση των έρευνα συγκεκριμένης υπόθεσης.
Άρθρο 121
Αποφάσεις της Ρ.Α.Λ.
1. Οι αποφάσεις της Ρ.Α.Λ. λαμβάνονται με την απόλυτη πλειοψηφία των παρόντων μελών και φανερή ψηφοφορία. Σε περίπτωση ισοψηφίας, υπερισχύει η ψήφος του Προέδρου.
2. Οι αποφάσεις της Ρ.Α.Λ. πρέπει να είναι ειδικά αιτιολογημένες και καταχωρίζονται σε ιδιαίτερο βιβλίο. Μέσα σε δεκαπέντε (15) ημέρες από την καταχώρηση αυτή, ανακοινώνονται στην ιστοσελίδα της και κοινοποιούνται στον Υπουργό Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής.
3. Η Ρ.Α.Λ. μπορεί να διατάξει την επιχείρηση ή την ένωση επιχειρήσεων που παρέβη τον παρόντα νόμο να δημοσιεύσει την απόφαση που εκδίδεται σε εφημερίδα, η οποία κυκλοφορεί σε πανελλαδική ή τοπική κλίμακα, ανάλογα με την εμβέλεια της αγοράς, στην οποία εκδηλώνεται η παράβαση, τη σοβαρότητα και τα αποτελέσματα της τελευταίας. Αν η απόφαση της Ρ.Α.Λ. ακυρωθεί με αμετάκλητη δικαστική απόφαση, η Ρ.Α.Λ. υποχρεούται να δημοσιεύσει με δικά της έξοδα την απόφαση του Δικαστηρίου στην ίδια εφημερίδα.
Άρθρο 122
Έλεγχος των αποφάσεων της Ρ.Α.Λ.
1. Κατά των αποφάσεων της Ρ.Α.Λ. ασκείται προσφυγή ουσίας ενώπιον του Διοικητικού Εφετείου. Προσφυγή μπορεί να υποβάλει και ο Υπουργός Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής.
2. Η προθεσμία για την άσκηση προσφυγής και η άσκησή της δεν αναστέλλει την εκτέλεση της απόφασης της Ρ.Α.Λ. Αναστολή δύναται να χορηγηθεί από το αρμόδιο Δικαστήριο κατά τις ισχύουσες διατάξεις.
3. Η προσφυγή κατά αποφάσεως της Ρ.Α.Λ. που αφορά στην επιβολή προστίμου είναι παραδεκτή, εφόσον έχει καταβληθεί το 10% του επιβληθέντος προστίμου.
Άρθρο 123
Οργάνωση και Προσωπικό της Ρ.Α.Λ.
1. Στη Ρ.Α.Λ. συνιστάται Γενική Διεύθυνση, της οποίας προΐσταται Γενικός Διευθυντής. Η Γενική Διεύθυνση αποτελείται από μία Διεύθυνση Παρακολούθησης και Ελέγχου Αγοράς, η οποία περιλαμβάνει κατ΄ ελάχιστον Τμήματα Νομικής και Οικονομικής Τεκμηρίωσης, και μία Διεύθυνση Διοικητικής και Οικονομικής Υποστήριξης, η οποία με τα αντίστοιχα τμήματα εξασφαλίζει την αυτοτελή διοίκηση του προσωπικού και οικονομική διαχείριση των πόρων της Ρ.Α.Λ..
2. Για τη νομική υποστήριξη της Ρ.Α.Λ. συνιστάται Γραφείο Νομικής Υποστήριξης, υπαγόμενο απευθείας στον Πρόεδρο αυτής.
3. Οι θέσεις του προσωπικού της Ρ.Α.Λ. είναι τριάντα πέντε (35). Οι θέσεις αυτές, στις οποίες δεν περιλαμβάνεται εκείνη του δικηγόρου του Γραφείου Νομικής Υποστήριξης, κατανέμονται ως εξής:
Β) Ειδικό Επιστημονικό Προσωπικό με Σχέση Εργασίας Ιδιωτικού Δικαίου Αορίστου Χρόνου, όπως αυτό ορίζεται στο π.δ. 50/2001 : (25) θέσεις.
β. Διοικητικό Προσωπικό: δέκα (10) θέσεις.
Επιπροσθέτως συνιστάται μια (1) θέση δικηγόρου με έμμισθη εντολή, ο οποίος στελεχώνει το Γραφείο Νομικής Υποστήριξης και προσλαμβάνεται με προκήρυξη σύμφωνα με το άρθρο 43 του Νόμου 4194/2013 “Κώδικας Δικηγόρων” (Α΄ 208)
4. Επιτρέπεται η πλήρωση των ανωτέρω θέσεων με: α) διορισμό σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2190/1994, β) με μετάταξη μόνιμων ή με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου υπαλλήλων του Δημοσίου, Ν.Π.Δ.Δ. ή του ευρύτερου δημόσιου τομέα όπως αυτός ορίζεται από το άρθρο 51 του ν. 1892/1990 (Α` 101), γ) με απόσπαση μόνιμων ή με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου υπαλλήλων του Δημοσίου, Ν.Π.Δ.Δ. ή άλλων φορέων του ευρύτερου δημόσιου τομέα, όπως αυτός ορίζεται από το ν. 1892/1990 (Α` 101). Η μετάταξη και η απόσπαση διενεργούνται με κοινή απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής και του αρμόδιου κατά περίπτωση Υπουργού, χωρίς τη γνώμη υπηρεσιακού συμβουλίου ή άλλου οργάνου, οι δε μετατασσόμενοι και αποσπασμένοι οφείλουν να συγκεντρώνουν τα προσόντα αντίστοιχου διοριζόμενου – προσλαμβανόμενου. Για τη διακοπή της απόσπασης απαιτείται η γνώμη του Προέδρου της Ρ.Α.Λ. Η απόσπαση υπαλλήλου μπορεί να διακοπεί, ύστερα από εισήγηση της Ρ.Α.Λ., αν οι ανάγκες, για τις οποίες έγινε η απόσπαση του συγκεκριμένου υπαλλήλου, μπορούν να καλυφθούν από το προσωπικό της.
Το ειδικό επιστημονικό προσωπικό προσλαμβάνεται με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2190/1994 (Α` 28), όπως ισχύει. Η πλήρωση των θέσεων αυτών μπορεί να γίνει και με μετάταξη ή απόσπαση, κατά τις διατάξεις του παρόντος άρθρου. Με απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής καθορίζεται ο τρόπος, η διαδικασία και κάθε άλλη λεπτομέρεια για τη δημόσια ανακοίνωση και την υποβολή των υποψηφιοτήτων.
Το προσωπικό το οποίο μετατάσσεται αυτοδικαίως στη Ρ.Α.Λ. σύμφωνα με την παρ. 6 του άρθρου 108 του παρόντος καταλαμβάνει οργανικές θέσεις της παρούσας παραγράφου.
Με απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής είναι δυνατόν να διατίθεται ή αποσπάται στη Ρ.Α.Λ. προσωπικό που υπηρετεί στο Υπουργείο Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, στο Λιμενικό Σώμα και σε νομικά πρόσωπα εποπτευόμενα από τον Υπουργό Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, συμπεριλαμβανομένων των Οργανισμών Λιμένος Α.Ε., σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία.
5. Η επιλογή του Γενικού Διευθυντή καθώς και των Προϊσταμένων Διευθύνσεων και Τμημάτων γίνεται σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στις κείμενες διατάξεις του άρθρου 84 Ν. 3528/2007 «Κύρωση του Κώδικα Κατάστασης Δημόσιων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ.» (Α 26), όπως ισχύει.
Η θητεία του Γενικού Διευθυντή και των Προϊσταμένων Διευθύνσεων είναι τριετής και μπορεί να ανανεωθεί μια (1) μόνο φορά.
Η θέση του Γενικού Διευθυντή και των Προϊσταμένων Διευθύνσεων μπορεί να πληρούται και με απόσπαση υπαλλήλων, με τη διαδικασία της προηγούμενης παραγράφου, και διενεργείται με κοινή απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής και του αρμόδιου κατά περίπτωση Υπουργού, κατά παρέκκλιση από τις σχετικές διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας. Η απόσπαση πραγματοποιείται για χρόνο ίσο με τη θητεία του Γενικού Διευθυντή και των Προϊσταμένων Διευθύνσεων και χωρίς να απαιτείται γνώμη του Υπηρεσιακού Συμβουλίου της υπηρεσίας από την οποία προέρχεται ο αποσπασμένος. Ο Γενικός Διευθυντής και οι Προϊστάμενοι Διευθύνσεων της Ρ.Α.Λ. λαμβάνουν τις κάθε είδους αποδοχές, επιδόματα, προσαυξήσεις και λοιπές παροχές που προβλέπονται για τους γενικούς διευθυντές και Προϊσταμένους Διευθύνσεων των κεντρικών υπηρεσιών Υπουργείων.
6.α. Για την οργάνωση και διάρθρωση των υπηρεσιών της Ρ.Α.Λ., της αρμοδιότητες των οργανικών της μονάδων, τις αρμοδιότητες του Γενικού Διευθυντή και των προϊσταμένων των διευθύνσεων και τμημάτων, της ειδικότητες των θέσεων του προσωπικού και την κατανομή του στις οργανικές μονάδες της Ρ.Α.Λ., την αξιολόγησή του προσωπικού, καθώς και για τη συγκρότηση και λειτουργία υπηρεσιακού και πειθαρχικού συμβουλίου, εφαρμογή έχουν οι διατάξεις των άρθρων 6, 7 και 9 έως 15 των Κεφαλαίων III και IV του Προεδρικού Διατάγματος 19/2016 «Κανονισμός Λειτουργίας και Οργάνωση Υπηρεσιών της Ρυθμιστικής Αρχής Λιμένων» (Α’28).
β. Οι μετακινήσεις του προσωπικού της Ρ.Α.Λ. στο εσωτερικό και εξωτερικό για υπηρεσιακούς λόγους εγκρίνονται από τον Πρόεδρο της Ρ.Α.Λ. ή τον Γενικό Διευθυντή μετά από σχετική εξουσιοδότηση. Στην έγκριση καθορίζονται ο προορισμός της μετάβασης, ο σκοπός και η διάρκεια αυτής και ο προϋπολογισμός του κόστους της. Για τις δαπάνες μετακίνησης, την ημερήσια αποζημίωση και για κάθε συναφές με τις μετακινήσεις ζήτημα εφαρμογή έχουν οι διατάξεις της ισχύουσας νομοθεσίας.
γ. Προσωπικό, το οποίο κατείχε οργανική θέση υπαλλήλου δημόσιου τομέα και έχει τοποθετηθεί σε οργανικές θέσεις της Ρ.Α.Λ. με μετάταξη, επανέρχεται αυτοδικαίως στις θέσεις που κατείχε πριν την μετάταξη σε περίπτωση καταργήσεως της Ρ.Α.Λ..
δ. Το στοιχ. γ΄ της παρ. 1 του άρθρου 11 του Προεδρικού Διατάγματος 19/2016 «Κανονισμός Λειτουργίας και Οργάνωση Υπηρεσιών της Ρυθμιστικής Αρχής Λιμένων» (ΦΕΚ Α’28/2016) αντικαθίσταται ως εξής :
« (γ΄) η παροχή εμπεριστατωμένων εισηγήσεων προς τον Πρόεδρο και τα μέλη της Ρ.Α.Λ. μετά από ανάλυση δεδομένων και αξιολόγηση κινδύνων, καθώς και η διαμόρφωση εναλλακτικών επιλογών βάσει της ανάλυσης του εσωτερικού και εξωτερικού περιβάλλοντος λειτουργίας της Αρχής».
Άρθρο 124
Πόροι
1. Για την άσκηση των αρμοδιοτήτων της η Ρ.Α.Λ. εισπράττει τέλος, το οποίο επιβάλλεται και εισπράττεται ετησίως με απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Εσωτερικών και Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής επί των φορέων διοίκησης και εκμετάλλευσης λιμένων. Το ύψος του τέλους δεν μπορεί να είναι ανώτερο από 0,3% των ετήσιων μικτών εσόδων των Οργανισμών Λιμένων Α.Ε. καθώς και των καθολικών ή ειδικών διαδόχων τους και από το 0,2% των λοιπών φορέων διοίκησης και εκμετάλλευσης λιμένων, όπως ορίζονται στην Κ.ΥΑ. 8111/41/09(Β΄ 412), συμπεριλαμβανομένων των Δημοτικών και Κρατικών Λιμενικών Ταμείων καθώς και των ιδιωτικών φορέων εκμετάλλευσης λιμένων. Με απόφαση των ανωτέρω Υπουργών ρυθμίζονται θέματα σχετικά με τη διαδικασία είσπραξης και απόδοσης του τέλους αυτού.
Υπό την επιφύλαξη διαφορετικής ρύθμισης, με απόφαση των ανωτέρω Υπουργών, για τα θέματα σχετικά με τη διαδικασία είσπραξης και απόδοσης του τέλους αυτού εφαρμόζονται τα προβλεπόμενα στην με αρ. 340/2014 (Β’ 924) Κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Εσωτερικών και Ναυτιλίας και Αιγαίου και ισχύοντα για τη Ρ.Α.Λ. του άρθρου 43 του ν. 4150/2013.
2. Στον τακτικό προϋπολογισμό του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής είναι δυνατόν να εγγράφεται δαπάνη υπέρ της Ρ.Α.Λ. σε ποσοστό που δεν μπορεί να υπερβαίνει το δέκα τοις εκατό (10%) του ετήσιου προϋπολογισμού της για τις ασκούμενες υπέρ του Υπουργείου αυτού αρμοδιότητές της.
3. Πόροι της Ρ.Α.Λ. αποτελούν και οι πάσης φύσεως επιδοτήσεις, επιχορηγήσεις, χρηματοδοτήσεις ερευνητικών προγραμμάτων και κάθε άλλο έσοδο που προέρχεται από την Ευρωπαϊκή Ένωση ή από διεθνείς οργανισμούς.
4. Οι πόροι της Ρ.Α.Λ. εισπράττονται για λογαριασμό της και κατατίθενται σε τραπεζικό λογαριασμό, τη διαχείριση του οποίου έχει η Ρ.Α.Λ..
5. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης, Οικονομικών και Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής καθορίζονται τα Δημοτικά Λιμενικά Ταμεία όλων των νησιωτικών περιοχών, που δύνανται για λόγους προστασίας της νησιωτικότητας να εξαιρούνται από την καταβολή του τέλους της παρ. 1 του παρόντος.
Άρθρο 125
Προϋπολογισμός – Οικονομική διαχείριση
1. Η Ρ.Α.Λ. έχει υποχρέωση να συντάσσει προϋπολογισμό για το επόμενο οικονομικό έτος (1.1 – 31.12), τον οποίο κοινοποιεί στον Υπουργό Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής και στον Υπουργό Οικονομικών.
2. Ο προϋπολογισμός της Ρ.Α.Λ. εγκρίνεται από τους Υπουργούς Οικονομικών και Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής. Τον προϋπολογισμό εισηγείται στον Υπουργό Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής ο Πρόεδρος της Ρ.Α.Λ., ο οποίος είναι και ο διατάκτης των δαπανών αυτής.
3. Τα έσοδα της Ρ.Α.Λ. εισπράττονται στο όνομα και για λογαριασμό της και κατατίθενται σε ειδικό τραπεζικό λογαριασμό, τη διαχείριση του οποίου έχει η Ρ.Α.Λ, σύμφωνα με τον Κανονισμό Εσωτερικής Λειτουργίας και Διαχείρισης της (π.δ. 19/2016, Α’ 28). Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, κατόπιν εισήγησης της Ρ.Α.Λ., καθορίζονται τα όργανα, ο τρόπος και η διαδικασία είσπραξης των πιο πάνω χρηματικών ποσών. Οι δαπάνες που περιλαμβάνονται στον προϋπολογισμό της Ρ.Α.Λ. διαμορφώνονται ετησίως με απόφαση αυτής για να καλύψουν το πρόγραμμα δραστηριοτήτων του επόμενου έτους. Η Ρ.Α.Λ. έχει υποχρέωση να τηρεί λογαριασμούς και αρχεία, στα οποία συμπεριλαμβάνονται τα αποτελέσματα χρήσης και ο ισολογισμός, σύμφωνα με τις διατάξεις του δημοσίου λογιστικού και όπως ειδικότερα ορίζεται στον Κανονισμό Εσωτερικής Λειτουργίας και Διαχείρισης. Ο έλεγχος των οικονομικών στοιχείων και των ετήσιων λογαριασμών και οικονομικών καταστάσεων γίνεται από δύο ορκωτούς λογιστές. Τα στοιχεία αυτά και οι οικονομικές καταστάσεις δημοσιεύονται στο διαδικτυακό τόπο της Ρ.Α.Λ. και στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και υποβάλλονται στον Πρόεδρο της Βουλής μαζί με την ετήσια έκθεση του επόμενου έτους.
4. Η Ρ.Α.Λ. μπορεί να προβαίνει στην ανάθεση έργων, προμηθειών, καθώς και στην αγορά ή μίσθωση ακινήτων για τις ανάγκες της, σύμφωνα με τον Κανονισμό Εσωτερικής Λειτουργίας και Διαχείρισης της. Το τίμημα της αγοράς ή της μίσθωσης ακινήτων καταβάλλεται από τους πόρους της Ρ.Α.Λ.
5. Η Ρ.Α.Λ. υπόκειται στον έλεγχο του Ελεγκτικού Συνεδρίου κατά τις γενικές διατάξεις.
6. Με αιτιολογημένη απόφαση της Ρ.Α.Λ. είναι δυνατή η κατά τη διάρκεια του οικονομικού έτους εγγραφή ή αύξηση πιστώσεων στον προϋπολογισμό της με μείωση άλλων πιστώσεων με τη διαδικασία της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου.
Άρθρο 126
Διαχείριση Υλικού και Περιουσίας
1. Το υλικό της Ρ.Α.Λ. διακρίνεται σε πάγιο και αναλώσιμο.
2. Το πάγιο υλικό υπόκειται σε φθορά και απόσβεση. Το αναλώσιμο υλικό υπόκειται σε διαδικασίες αποθήκης.
3. Ο Προϊστάμενος του Τμήματος Οικονομικής Διαχείρισης ο οποίος εκτελεί χρέη Διαχειριστή Υλικού ενημερώνεται για την κίνηση και παρακολουθεί όλο το πάγιο και αναλώσιμο υλικό, συντονίζει και παρακολουθεί την ασφαλή φύλαξη και καλή κατάσταση του υλικού που υπάρχει στις αποθήκες και ειδοποιεί έγκαιρα τους αρμόδιους για την εξάντληση των αποθεμάτων.
4. Με απόφαση της Ρ.Α.Λ. είναι δυνατή η κατάρτιση Κανονισμού Διαχείρισης του υλικού και των περιουσιακών στοιχείων αυτής.
Άρθρο 127
Ίδρυση Δημόσιας Αρχής Λιμένων
1. Ιδρύεται Δημόσια Αρχή Λιμένων (Δ.Α.Λ), ως αποκεντρωμένη, αυτοτελής και ανεξάρτητη υπηρεσιακή μονάδα του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής με διοικητική και οικονομική αυτοτέλεια. Η Δ.Α.Λ έχει δικό της πρωτόκολλο, αρχείο και σφραγίδα στην οποία αναγράφεται η επωνυμία “Δημόσια Αρχή Λιμένα – Αποκεντρωμένη Υπηρεσία Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής – Ports Public Authority”, εποπτεύεται από τον Υπουργό Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής μόνο ως προς τον έλεγχο νομιμότητας των πράξεων και παΡ.Α.Λείψεών της. Η Δ.Α.Λ παρίσταται αυτοτελώς σε κάθε είδους δίκες που έχουν ως αντικείμενο πράξεις ή παραλείψεις της ή έννομες σχέσεις που την αφορούν.
2. Όργανα Διοίκησης της Δ.Α.Λ είναι :
α) Το Συμβούλιο Διοίκησης (Σ.Δ.)
β) Ο Διοικητής.
3. Το Σ.Δ. συγκροτείται από:
α) το Διοικητή της Δ.Α.Λ ως Πρόεδρο
β) έναν (1) εκπρόσωπο του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής, ο οποίος ορίζεται από τον οικείο Υπουργό, με το νόμιμο αναπληρωτή του
γ) το Διευθυντή της Διεύθυνσης Λιμενικής Πολιτικής της ΓΓΛΛΠΝΕ, με το νόμιμο αναπληρωτή του
δ) Έναν (1) εκπρόσωπο των εργαζομένων στα λιμάνια, ο οποίος υποδεικνύεται από την αντιπροσωπευτικότερη δευτεροβάθμια οργάνωση των εργαζομένων στα λιμάνια, με το νόμιμο αναπληρωτή του
ε) Έναν (1) εκπρόσωπο των εργαζομένων στη Δ.Α.Λ, ο οποίος υποδεικνύεται από την αντιπροσωπευτικότερη δευτεροβάθμια συνδικαλιστική οργάνωση, με το νόμιμο αναπληρωτή του.
Κατόπιν πρόσκλησης που τούς απευθύνεται ανάλογα και με την ημερήσια διάταξη, δύνανται να συμμετάσχουν στις συνεδριάσεις της Δ.Α.Λ χωρίς δικαίωμα ψήφου:
ε) Ένας (1) εκπρόσωπος της Ένωσης Περιφερειών Ελλάδος ο οποίος ορίζεται από το Διοικητικό της Συμβούλιο, με το νόμιμο αναπληρωτή του
στ) Ένας (1) εκπρόσωπος της Κεντρικής Ένωσης Δήμων Ελλάδος, ο οποίος ορίζεται από το Διοικητικό της Συμβούλιο, με το νόμιμο αναπληρωτή του
ζ) Ένας (1) εκπρόσωπος της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων Ελλάδος , ο οποίος ορίζεται από τη Διοικητική της Επιτροπή, με το νόμιμο αναπληρωτή του
η) Δυο (2) εκπρόσωποι του κάθε Περιφερειακού Γραφείου Δ.Α.Λ, οι οποίοι ορίζονται από τον επικεφαλής του κάθε Περιφερειακού Γραφείου
θ) Ένας (1) εκπρόσωπος του Συνδέσμου Επιχειρήσεων Επιβατηγού Ναυτιλίας
Ο Πρόεδρος του Σ.Δ. μπορεί, κατά την κρίση του, να καλεί στις συνεδριάσεις εκπροσώπους των συνδικαλιστικών οργανώσεων εργαζομένων, καθώς και κάθε υπηρεσιακό παράγοντα ή εκπρόσωπο οποιουδήποτε επιστημονικού ή τοπικού φορέα.
Η λειτουργία του Σ.Δ. διέπεται από τις διατάξεις των άρθρων 13, 14 και 15 του ν. 2690/1999, που αφορούν τη λειτουργία των Συλλογικών Οργάνων της Διοίκησης.
4. Το Σ.Δ. αποτελεί το ανώτατο διοικητικό όργανο της Δ.Α.Λ και κατά κύριο λόγο διαμορφώνει τη στρατηγική και την πολιτική της, εποπτεύει και ελέγχει τη διαχείριση της περιουσίας της και ασκεί τις αρμοδιότητες που προβλέπονται από την κείμενη νομοθεσία, τον Κανονισμό Λειτουργίας της Δ.Α.Λ, καθώς και τις ακόλουθες:
α) Αποφασίζει για τη λήψη μέτρων που εξασφαλίζουν την εύρυθμη λειτουργία της Δ.Α.Λ, την ορθολογική και αποδοτική διαχείριση των διαθέσιμων οικονομικών πόρων, ώστε να ανταποκρίνεται στην αποστολή της.
β) Εγκρίνει τον προϋπολογισμό της Δ.Α.Λ, καθώς και τον ισολογισμό και απολογισμό της οικονομικής χρήσης κάθε έτους.
γ) Εγκρίνει τις τροποποιήσεις του προϋπολογισμού, ανεξαρτήτως ποσού.
δ) Εγκρίνει το ετήσιο Σχέδιο Δράσης της Δ.Α.Λ για την αποτελεσματικότερη άσκηση των αρμοδιοτήτων της.
ε) Αποφασίζει, χωρίς την έγκριση σκοπιμότητας από άλλο όργανο, για την προμήθεια αγαθών και υπηρεσιών, σύμφωνα με την ισχύουσα νόμιμη διαδικασία
στ) Διατυπώνει προς τον Υπουργό Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής σύμφωνη γνώμη για την κατάρτιση, αναμόρφωση, συμπλήρωση, τροποποίηση του Κανονισμού Λειτουργίας της Δ.Α.Λ
ζ) Αποφασίζει για την αποδοχή δωρεών και κληροδοτημάτων υπέρ της Δ.Α.Λ.
η) Εκδίδει τις αναγκαίες διοικητικές πράξεις για τα παρακάτω θέματα προσωπικού της Δ.Α.Λ:
1) Άσκησης ιδιωτικού έργου με αμοιβή
2) Συμμετοχής σε εταιρείες
3) Υπερωριακής εργασίας.
4) Αποζημιώσεων συμβουλίων και επιτροπών.
θ) Ασκεί κάθε άλλη αρμοδιότητα που είναι αναγκαία για την αποτελεσματική και αποδοτική λειτουργία της Δ.Α.Λ και δεν έχει ανατεθεί στο Διοικητή αυτής.
5. Στη Δ.Α.Λ συνιστάται μια (1) οργανική θέση Διοικητή, με βαθμό 1 της κατηγορίας ΕΘ, ο οποίος είναι πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης και ορίζεται με απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής. Τα προσόντα που πρέπει να διαθέτουν οι υποψήφιοι είναι: πτυxίο Α.Ε.Ι. ή Τ.Ε.Ι, ιδιαίτερη ικανότητα στην άσκηση διευθυντικών καθηκόντων σε υπηρεσίες ή οργανισμούς του Δημοσίου ή επιχειρήσεις του δημόσιου ή ιδιωτικού τομέα της ημεδαπής ή αλλοδαπής, συνεκτιμωμένων και των μεταπτυxιακών σπουδών και επιστημονικής εξειδίκευσης σε θέματα στρατηγικού σχεδιασμού και προγραμματισμού, οργάνωσης, διοίκησης και λειτουργίας λιμένων ή οικονομικής και πολιτικής λιμένων ή λιμενικής βιομηχανίας, καθώς και της ανάλογης εμπειρίας.
6. Ο Διοικητής έχει τη γενική και ειδική ευθύνη διοίκησης και λειτουργίας της Δ.Α.Λ και προβαίνει σε κάθε αναγκαία ενέργεια για την εξασφάλιση της εύρυθμης λειτουργίας της. Ο Διοικητής προΐσταται όλων των υπηρεσιών της Δ.Α.Λ, εκπροσωπεί τη Δ.Α.Λ, σύμφωνα με τον Κανονισμό Λειτουργίας της και τις αποφάσεις του Σ.Δ., διοικεί τη Δ.Α.Λ και διαχειρίζεται σε καθημερινή βάση τα θέματα λειτουργίας της, περιλαμβανομένης και της υλοποίησης των σχετικών αποφάσεων του Σ.Δ. και υπογράφει συμβάσεις προμήθειας αγαθών και υπηρεσιών τη σύναψη των οποίων έχει αποφασίσει το Σ.Δ.,
Ειδικότερα, ο Διοικητής έχει, ιδίως, τις ακόλουθες αρμοδιότητες:
α) Προεδρεύει στο Συμβούλιο Διοίκησης.
β) Λαμβάνει όλες τις αναγκαίες αποφάσεις για την εκπλήρωση των σκοπών και στόχων της Δ.Α.Λ μέσα στα πλαίσια της γενικής πολιτικής και του προγραμματισμού.
γ) Συντάσσει και υποβάλλει για έγκριση στο Δ.Σ. του Δ.Α.Λ το ετήσιο σχέδιο δράσης
δ) Προΐσταται όλων των υπηρεσιών της Δ.Α.Λ, ασκεί ιεραρχικό και πειθαρχικό έλεγχο και μπορεί να αναθέτει τη διενέργεια ένορκης διοικητικής εξέτασης σε οποιονδήποτε υπάλληλο της Δ.Α.Λ
ε) Έχει την ευθύνη της οργάνωσης, συντονισμού και ελέγχου των υπηρεσιών της Δ.Α.Λ
στ) Εξασφαλίζει την ορθολογική διαχείριση των πόρων της Δ.Α.Λ
ζ) Μεριμνά για την κατάρτιση και υποβολή στο Σ.Δ του προϋπολογισμού, ισολογισμού και απολογισμού
η) Εισηγείται στο Σ.Δ. την αναμόρφωση και τροποποίηση του προϋπολογισμού
θ) Εισηγείται στο Σ.Δ. για την προμήθεια αγαθών και υπηρεσιών, με την ισχύουσα νόμιμη διαδικασία
ι) Αποφασίζει για τη σύσταση και συγκρότηση πάσης φύσεως επιτροπών εργασίας ή ομάδων εκτέλεσης συγκεκριμένου έργου.
ια) Εισηγείται στο Σ.Δ. τα προγράμματα υπερωριακής απασχόλησης του προσωπικού της Δ.Α.Λ.
ιβ) Εισηγείται στο Σ.Δ. για τις μετακινήσεις του προσωπικού της Δ.Α.Λ
ιγ) Υποβάλει στον Υπουργό Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής ετήσια έκθεση πεπραγμένων
ιδ) Εκδίδει τις διοικητικές πράξεις, που αφορούν στα παρακάτω θέματα του προσωπικού της Δ.Α.Λ :
1) Κανονικών αδειών και αδειών διευκολύνσεων, αδειών μητρότητας και αδειών χωρίς αποδοχές, καθώς και θεμάτων αναρρωτικών και ειδικών αδειών
2) Αδειών υπηρεσιακής εκπαίδευσης, αδειών για επιμορφωτικούς ή επιστημονικούς λόγους και αδειών εξετάσεων,
3) Τοποθέτησης σε οργανικές μονάδες
4) Υπηρεσιακής εκπαίδευσης
5) Υγειονομικής περίθαλψης.
6) Τοποθέτησης του υπαλλήλου σε θέση, μετά το διορισμό του
ιε) Εισηγείται στο Σ.Δ. σχετικά με την κατάρτιση, αναμόρφωση, συμπλήρωση, τροποποίηση του Κανονισμού Λειτουργίας της Δ.Α.Λ
7. Ο Διοικητής επιλέγεται κατόπιν ανοικτής πρόσκλησης η οποία εκδίδεται από τον Υπουργό Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής και λαμβάνει την προσήκουσα δημοσιότητα με δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, σε δύο ημερήσιες εφημερίδες πανελλήνιας κυκλοφορίας και στην ιστοσελίδα του Υπουργείου. Κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την υλοποίηση του προηγούμενου εδαφίου ρυθμίζεται με απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής. Οι πάσης φύσεως μηνιαίες αποδοχές του Διοικητή ορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής υπό την επιφύλαξη των κείμενων διατάξεων.
8. Η θητεία των Οργάνων Διοίκησης της Δ.Α.Λ είναι πενταετής. Τα Όργανα Διοίκησης της Δ.Α.Λ απολαμβάνουν προσωπικής και λειτουργικής ανεξαρτησίας και κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων τους δεσμεύονται μόνο από το νόμο και τη συνείδηση τους. Με το π.δ. της παραγράφου 2 του άρθρου 130 ρυθμίζονται τα ειδικότερα ζητήματα σχετικά με τις αρμοδιότητες του Διοικητή της Δ.Α.Λ, την προσωπική κατάσταση των μελών του Σ.Δ., τις περιπτώσεις έκπτωσης από τη θέση ή την αναστολή της ιδιότητας τους, τα ασυμβίβαστα και τους περιορισμούς για την άσκηση των επαγγελματικών τους δραστηριοτήτων που συνεπάγεται η ιδιότητα του μέλους της Δ.Α.Λ, καθώς και κάθε άλλο συναφές ζήτημα.
Άρθρο 128
Σκοπός και Αρμοδιότητες Δ.Α.Λ
1. Σκοπός της Δ.Α.Λ είναι να συμβάλει, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων που της απονέμονται, στην επίτευξη των προγραμματικών στόχων του ελληνικού λιμενικού συστήματος, στους οποίους και περιλαμβάνονται:
(α) η συμβολή στην τοπική, περιφερειακή και εγχώρια οικονομική, κοινωνική και κοινοτική ευημερία, σε αντιστοιχία με την κομβική και μακρο-οικονομική σημασία των Λιμένων
(β) η διευκόλυνση της οικονομικής ανάπτυξης και ευημερίας των περιοχών, κοινοτήτων και των κλάδων της οικονομίας, που εξυπηρετούνται από τους Λιμένες ή μέσω αυτού
(γ) η προστασία του περιβάλλοντος εντός των Λιμένων σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία
(δ) η αδιάλειπτη διαθεσιμότητα και παροχή αξιόπιστων και ποιοτικών υπηρεσιών από τους φορείς διαχείρισης λιμένων σε πλοία, επιβάτες και φορτία, σύμφωνα με την αρχή της απαγόρευσης διάκρισης, με την επιφύλαξη του κατ’ εξαίρεση επιτρεπτού τέτοιας διάκρισης, στο μέτρο που προβλέπεται ειδικά από τη Σύμβαση Παραχώρησης και σύμφωνα με την εφαρμοστέα κείμενη νομοθεσία
(ε) η αναβάθμιση του επιπέδου των παρεχόμενων στους χρήστες και το κοινό υπηρεσιών εντός των Λιμένων, σε συνεργασία με τη Ρ.Α.Λ και τη ΓΓΛΠΝΕ
(στ) η συνεργασία όλων των αρμοδίων φορέων της Ελληνικής Δημοκρατίας για την κατοχύρωση και τον έλεγχο των εργασιακών δικαιωμάτων και των συνδικαλιστικών ελευθεριών στη λιμενική ζώνη με την παρακολούθηση της εφαρμογής των ισχυουσών Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας και των κατά περίπτωση εφαρμοστέων νομοθετημάτων εθνικής, διεθνούς και ενωσιακής προέλευσης.
Σε κάθε περίπτωση διαπίστωσης από τη Δ.Α.Λ οποιασδήποτε παραβίασης των ανωτέρω αναφερόμενων νομοθετημάτων ενημερώνονται αμελλητί οι αρμόδιες ενωσιακές και εθνικές αρχές.
(ζ) η εν γένει εφαρμογή εντός λιμενικής ζώνης της κείμενης νομοθεσίας σε συνεργασία με τη Ρ.Α.Λ και τη ΓΓΛΛΠΝΕ.
2. Η Δ.Α.Λ ασκεί κάθε αρμοδιότητα, εξουσία ή ευχέρεια φορέα διοίκησης λιμένα που περιέρχεται ειδικά στον Υπουργό Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής με διάταξη νόμου που κυρώνει Σύμβαση Παραχώρησης μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου και του φορέα αυτού, εφόσον αυτή δεν απονέμεται με άλλη διάταξη νόμου ή απόφαση του Υπουργού αυτού σε άλλον φορέα.
3. Περαιτέρω, η Δ.Α.Λ:
α) αναλαμβάνει ενημερωτικές δράσεις για την προώθηση των συνεργατικών σχέσεων και δικτύων.
β) αναλαμβάνει ενημερωτικές πρωτοβουλίες σχετικά με την προώθηση των συνδυασμένων μεταφορών, την εισαγωγή νέων τεχνολογιών, πληροφοριακών συστημάτων και εφαρμογών.
γ) εισηγείται για την εκπόνηση και ανάθεση μελετών και ερευνών, σχετικών με το αντικείμενό της.
δ) εισηγείται για την ανάληψη και υλοποίηση προγραμμάτων από το Ελληνικό Δημόσιο ή από την Ευρωπαϊκή Ένωση ή από διεθνείς οργανισμούς που εδρεύουν στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, σχετικών με το αντικείμενό της.
ε) πραγματοποιεί έρευνες αγοράς, υλοποιεί ευρωπαϊκά διασυνοριακά προγράμματα και προγράμματα επανεκπαίδευσης / επιμόρφωσης εργαζομένων, αναλαμβάνει ρόλους συμβούλου συμμετέχει σε διεθνείς εκθέσεις, αναλαμβάνει πρωτοβουλίες για την προώθηση της έρευνας και καινοτομίας
στ) παρέχει εκπαιδευτικά προγράμματα λιμενικών υπηρεσιών και εργασιών για την συνεχή επιμόρφωση και δια βίου μάθηση των εργαζομένων στη λιμενική ζώνη.
ζ) γνωστοποιεί αμελλητί στην Ρ.Α.Λ. κάθε στοιχείο, το οποίο σχετίζεται με την άσκηση συμβατικών δικαιωμάτων του Ελληνικού Δημοσίου από Σύμβαση Παραχώρησης σε λιμενική ζώνη.
η) συνεργάζεται με κάθε αρμόδια Αρχή του Ελληνικού Δημοσίου για την εκπλήρωση των σκοπών και την άσκηση των αρμοδιοτήτων της.
4. Κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων του παρόντος άρθρου, η Δ.Α.Λ δικαιούται να συλλέγει κάθε αναγκαίο στοιχείο για την άσκηση των αρμοδιοτήτων της σύμφωνα με τη Σύμβαση Παραχώρησης και την κείμενη νομοθεσία
5. Κατά των πράξεων που εκδίδει η Δ.Α.Λ σύμφωνα με την παρ. 2 του παρόντος άρθρου επιτρέπεται η άσκηση ενδικοφανούς προσφυγής ενώπιον του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής. Η ενδικοφανής προσφυγή του προηγούμενου εδαφίου ασκείται με κατάθεση στη Γενική Γραμματεία Λιμένων και Λιμενικής Πολιτικής του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, μέσα σε ανατρεπτική προθεσμία δεκαπέντε (15) ημερών, από τη δημοσίευση της πράξης. Ο Υπουργός Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής υποχρεούται να εκδώσει την απόφαση του μέσα σε δέκα (10) ημέρες από την κατάθεση της προσφυγής. Αν παρέλθει άπρακτη η προθεσμία του προηγούμενου εδαφίου, η προσφυγή θεωρείται ότι έχει απορριφθεί σιωπηρά.
Άρθρο 129
Πόροι Δ.Α.Λ
1. Πόροι της Δ.Α.Λ είναι:
α) επιχορήγηση από τον τακτικό προϋπολογισμό του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, ύστερα από σύμφωνη γνώμη της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικών Υπηρεσιών του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής.
β) οποιοδήποτε ποσό ή έσοδο ορίζεται από τον νόμο ως εισπραττόμενο από την Δ.Α.Λ ή οποιοδήποτε άλλο ποσό εισπράττει η Δ.Α.Λ δυνάμει οιασδήποτε συμβάσεως ή άλλων έννομων σχέσεων.
γ) έσοδα από τη διαχείριση, εκμετάλλευση και αξιοποίηση της κινητής και ακίνητης περιουσίας της.
2. Ως έκτακτοι πόροι:
α) χρηματοδοτήσεις από προγράμματα και πρωτοβουλίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και κάθε άλλος πόρος που προέρχεται από διεθνείς οργανισμούς και ταμεία περιβαλλοντικής ενίσχυσης.
β) χορηγίες και δωρεές από φυσικά ή νομικά πρόσωπα δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου.
γ) χρηματοδοτήσεις από το πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων.
δ) έσοδα από ναυάγια, όπως αυτά ορίζονται στο Ν. 2881/2001.
Η Δ.Α.Λ είναι δυνατόν να επιχορηγείται από τον τακτικό προϋπολογισμό του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, ύστερα από σύμφωνη γνώμη Σ.Δ. Δ.Α.Λ και θετική εισήγηση της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικών Υπηρεσιών του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής.
3. Στο Υπουργείο Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής συνιστάται και λειτουργεί ειδικός “Λογαριασμός Δ.Α.Λ” , στον οποίο κατατίθενται ή αποδίδονται κατά περίπτωση οι πόροι της προηγούμενης παραγράφου του παρόντος άρθρου.
4. Τα έσοδα του Λογαριασμού Δ.Α.Λ διατίθενται κατά προτεραιότητα για τη χρηματοδότηση του σκοπού και των αρμοδιοτήτων της Δ.Α.Λ, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.
5. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, η οποία εκδίδεται κατόπιν σύμφωνης γνώμης Σ.Δ. Δ.Α.Λ, ρυθμίζονται ειδικότερα θέματα είσπραξης, διαχείρισης και απόδοσης των εσόδων του Λογαριασμού Δ.Α.Λ.
6. Στις δαπάνες του Λογαριασμού Δ.Α.Λ ασκείται προληπτικός έλεγχος από το Ελεγκτικό Συνέδριο, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.
Άρθρο 130
Διάρθρωση Δ.Α.Λ
1. Στη Δ.Α.Λ. συνιστάται Γενική Διεύθυνση, της οποίας προΐσταται Γενικός Διευθυντής. Η Γενική Διεύθυνση αποτελείται από μία Διεύθυνση Παρακολούθησης και Ελέγχου, η οποία περιλαμβάνει κατ΄ ελάχιστον Τμήματα Νομικής και Οικονομικής Τεκμηρίωσης, και μία Διεύθυνση Διοικητικής και Οικονομικής Υποστήριξης, η οποία με τα αντίστοιχα τμήματα εξασφαλίζει την αυτοτελή διοίκηση του προσωπικού και οικονομική διαχείριση των πόρων της Δ.Α.Λ.
2. Η νομική υποστήριξη της Δ.Α.Λ. παρέχεται από το Γραφείο Νομικού Συμβούλου του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής.
3. Το προσωπικό της Δ.Α.Λ. διέπεται από το Ν. 3528/2007 «Κύρωση του Κώδικα Κατάστασης Δημόσιων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ.» (Α 26). Οι θέσεις του προσωπικού της Δ.Α.Λ. είναι τριάντα (30). Οι θέσεις αυτές κατανέμονται ως εξής:
(α) είκοσι πέντε (25) θέσεις μόνιμου και με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου προσωπικού και
(β) πέντε (5) θέσεις ειδικού επιστημονικού προσωπικού.
4. Επιτρέπεται η πλήρωση των ανωτέρω θέσεων με: α) διορισμό σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2190/1994, β) με μετάταξη μόνιμων ή με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου υπαλλήλων του Δημοσίου, Ν.Π.Δ.Δ. ή του ευρύτερου δημόσιου τομέα όπως αυτός ορίζεται από το άρθρο 51 του ν. 1892/1990 (Α` 101), γ) με απόσπαση μόνιμων ή με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου υπαλλήλων του Δημοσίου, Ν.Π.Δ.Δ. ή άλλων φορέων του ευρύτερου δημόσιου τομέα, όπως αυτός ορίζεται από το ν. 1892/1990 (Α` 101). Η μετάταξη και η απόσπαση διενεργούνται με κοινή απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής και του αρμόδιου κατά περίπτωση Υπουργού, χωρίς τη γνώμη υπηρεσιακού συμβουλίου ή άλλου οργάνου, οι δε μετατασσόμενοι και αποσπασμένοι οφείλουν να συγκεντρώνουν τα προσόντα αντίστοιχου διοριζόμενου – προσλαμβανόμενου. Για τη διακοπή της απόσπασης απαιτείται η γνώμη του Προέδρου της Δ.Α.Λ. Η απόσπαση υπαλλήλου μπορεί να διακοπεί, ύστερα από εισήγηση της Δ.Α.Λ., αν οι ανάγκες, για τις οποίες έγινε η απόσπαση του συγκεκριμένου υπαλλήλου, μπορούν να καλυφθούν από το προσωπικό της.
Το ειδικό επιστημονικό προσωπικό προσλαμβάνεται με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2190/1994 (Α` 28), όπως ισχύει. Η πλήρωση των θέσεων αυτών μπορεί να γίνει και με μετάταξη ή απόσπαση, κατά τις διατάξεις του παρόντος άρθρου. Με απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής καθορίζεται ο τρόπος, η διαδικασία και κάθε άλλη λεπτομέρεια για τη δημόσια ανακοίνωση και την υποβολή των υποψηφιοτήτων.
Με απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής είναι δυνατόν να τοποθετείται ύστερα από αίτησή του προσωπικό που υπηρετεί στο Υπουργείο Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής.
5. Η επιλογή του Γενικού Διευθυντή καθώς και των Προϊσταμένων Διευθύνσεων και Τμημάτων γίνεται σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στις κείμενες διατάξεις του άρθρου 84 Ν. 3528/2007 «Κύρωση του Κώδικα Κατάστασης Δημόσιων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ.» (Α 26), όπως ισχύει.
Από την έναρξη λειτουργίας της Δ.Α.Λ. και μέχρι να ολοκληρωθεί η διαδικασία κρίσεων για κατάληψη θέσεων ευθύνης σύμφωνα με το Νόμο 3528/2007 (Α 26) χρέη Γενικού Διευθυντή και Προϊσταμένων Διευθύνσεων και Τμημάτων μπορούν να ασκούν και αποσπασμένοι υπάλληλοι, οι οποίοι αποσπώνται με τη διαδικασία της προηγούμενης παραγράφου.
6. Η οργάνωση και η διάρθρωση των οργανικών μονάδων της Δ.Α.Λ σε διευθύνσεις, τμήματα και γραφεία, οι αρμοδιότητες αυτών, οι αρμοδιότητες του Γενικού Διευθυντή, των διευθυντών και των προϊσταμένων των τμημάτων και γραφείων, τα προσόντα του προσωπικού, η κατανομή αυτού σε κλάδους και ειδικότητες και κάθε άλλο σχετικό θέμα καθορίζονται με προεδρικό διάταγμα για τον Κανονισμό Λειτουργίας της Δ.Α.Λ, το οποίο εκδίδεται ύστερα από πρόταση των Υπουργών Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, Οικονομικών και Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης, κατόπιν σύμφωνης γνώμη του Σ.Δ. Δ.Α.Λ.
7. Οι υπάλληλοι, μόνιμοι και με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, που υπηρετούν στον ΟΛΠ ΑΕ και στον ΟΛΘ ΑΕ μπορούν με αίτησή τους, η οποία υποβάλλεται το αργότερο εντός ενός (1) έτους από τη θέση σε ισχύ του παρόντος Νόμου να μεταφέρονται ή μετατάσσονται στη Δ.Α.Λ με απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής. Για την αξιολόγηση των αιτήσεων του προηγούμενου εδαφίου συγκροτείται μετά την πάροδο της ανωτέρω προθεσμίας με απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής Τριμελές Συμβούλιο από Αντιπρόεδρο ή Πρόεδρο Τμήματος του ΑΣΕΠ, ο οποίος προεδρεύει, τον Προϊστάμενο της Διεύθυνσης Διοικητικών Υπηρεσιών του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής και το Διοικητή της Δ.Α.Λ, το οποίο καθορίζει τη σειρά προτεραιότητας των υπαλλήλων που μπορεί να διατίθενται προς μεταφορά ή μετάταξη, λαμβάνοντας υπόψη: τα τυπικά και ουσιαστικά τους προσόντα, την καταλληλότητά τους για τις θέσεις στις οποίες θα μεταφερθούν ή μεταταχθούν, την εργασιακή φυσιογνωμία τους, ηθικές αμοιβές, πειθαρχικές ποινές, την οικογενειακή και οικονομική τους κατάσταση, καθώς τα βιοτικά τους συμφέροντα. Η μετάταξη ή μεταφορά των υπαλλήλων της παρούσας παραγράφου γίνεται σε υφιστάμενες κενές θέσεις ή σε θέσεις που συστήνονται με την πράξη μετάταξης ή μεταφοράς στον κλάδο ή στην ειδικότητα στους οποίους μετατάσσεται ή μεταφέρεται ο υπάλληλος. Οι μετατασσόμενοι ή μεταφερόμενοι πρέπει να κατέχουν τα τυπικά προσόντα του κλάδου ή της ειδικότητας των θέσεων στις οποίες μετατάσσονται ή μεταφέρονται. Η μετάταξη ή μεταφορά μπορεί να διενεργείται και σε κενή ή συνιστώμενη με την απόφαση της μεταφοράς ή μετάθεσης θέση συναφούς ή παρεμφερούς κλάδου ή ειδικότητας, της ίδιας ή ανώτερης κατηγορίας, εφόσον ο υπάλληλος κατέχει τα τυπικά προσόντα του κλάδου ή της ειδικότητας στον οποίο μετατάσσεται ή μεταφέρεται. Εφόσον ο υπάλληλος συναινεί, η μετάταξη ή μεταφορά του μπορεί να γίνεται και σε κλάδο κατώτερης κατηγορίας. Σε περίπτωση μετάταξης ή μεταφοράς υπαλλήλων σε συνιστώμενες θέσεις και για όσο χρόνο υφίστανται αυτές δεν πληρούται ίσος αριθμός θέσεων μόνιμου ή με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου προσωπικού της Δ.Α.Λ. Η μετάταξη ή μεταφορά δεν καταλύει την υπηρεσιακή σχέση δημοσίου δικαίου ή τη σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου του υπαλλήλου ούτε μεταβάλλει τη νομική φύση των σχέσεων αυτών ή τις σχέσεις ασφάλισης, με τις οποίες υπηρετούσε ο υπάλληλος στο φορέα προέλευσης του. Οι μεταφερόμενοι ή μετατασσόμενοι σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παρούσα παράγραφο κατατάσσονται σε βαθμό ανάλογα με το χρόνο υπηρεσίας τους ο οποίος έχει διανυθεί στο φορέα προέλευσης με τα τυπικά προσόντα της κατηγορίας στην οποία μεταφέρονται, εφαρμοζομένων κατά τα λοιπά αναλόγως για τη βαθμολογική και μισθολογική κατάταξη τους των διατάξεων του ν. 4354/2015. Όποιος μετατάσσεται ή μεταφέρεται σε κατώτερη κατηγορία κατατάσσεται στο βαθμό και το μισθολογικό κλιμάκιο της νέας κατηγορίας με βάση το συνολικό χρόνο υπηρεσίας του, χωρίς να διατηρεί τυχόν διαφορά αποδοχών. Η διάταξη αυτή είναι ειδική και κατισχύει κάθε αντίθετης διάταξης και ισχύει για ένα έτος από τη δημοσίευση του παρόντος.
Άρθρο 131
Ίδρυση Περιφερειακού Γραφείου Δ.Α.Λ Πειραιά
1. Η κατά τόπον αρμοδιότητα της Δ.Α.Λ. εκτείνεται σε όλη την επικράτεια.
2. Συνιστάται Περιφερειακό Γραφείο Δ.Α.Λ Πειραιά (Δ.Α.Λ-Π) με έδρα στο Δήμο Πειραιά. Με απόφαση του Σ.Δ. επικεφαλής της Δ.Α.Λ-Π ορίζεται μέλος ή υπάλληλος της Δ.Α.Λ.
3. Η Δ.Α.Λ-Π αναλαμβάνει πλήρως την ευθύνη, τα καθήκοντα και το κόστος συμμόρφωσης με τις διατάξεις του ν. 2881/2001 (Α΄16/) αναφορικά με τον Λιμένα Πειραιά, σύμφωνα με το άρθρο 4 παρ. 2 της Σύμβασης Παραχώρησης και την εκάστοτε ισχύουσα νομοθεσία.
4. Στο πλαίσιο της παραγράφου 2 του άρθρου 21 του παρόντος νόμου, η Δ.Α.Λ-Π ασκεί όλες τις εξουσίες, αρμοδιότητες και ευχέρειες, που περιέρχονται ειδικά στον Υπουργό Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής δυνάμει του νόμου που κυρώνει τη Σύμβαση Παραχώρησης μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου και της ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία «Οργανισμός Λιμένος Πειραιώς Α.Ε.» (ΟΛΠ Α.Ε.), εφόσον αυτή δεν απονέμεται με άλλη διάταξη νόμου ή απόφαση του Υπουργού αυτού σε άλλον φορέα.
Με απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, η οποία εκδίδεται εντός τριών (3) μηνών από την έκδοση του παρόντος, δύναται να εξειδικεύονται κατά περιεχόμενο οι ως άνω αρμοδιότητες. Η παράλειψη έκδοσης της απόφασης αυτής δεν κωλύει την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.
5. Περαιτέρω, η Δ.Α.Λ-Π:
α) εισηγείται στο Διοικητή της Δ.Α.Λ τις απαραίτητες συστάσεις και υποδείξεις για τα κατάλληλα να ληφθούν μέτρα σχετικά με κάθε θέμα του άρθρου 127 του παρόντος Νόμου, που αφορά στο Λιμένα Πειραιά.
β) εισηγείται στο Σ.Δ. της Δ.Α.Λ τη διατύπωση γνώμης προς τη Ρ.Α.Λ και τη ΓΓΛΛΠΝΕ, αυτεπαγγέλτως ή κατόπιν ερωτήματος, για οποιοδήποτε από τα θέματα του άρθρου 21 του παρόντος που αφορά στο Λιμένα Πειραιά.
γ) εκπροσωπεί το Λιμένα Πειραιά σε εθνικό, ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο σε κάθε θέμα αρμοδιότητάς της, συνεργάζεται και ανταλλάσσει απόψεις με αντίστοιχες Αρχές στην Ελλάδα και στο εξωτερικό
δ) γνωστοποιεί αμελλητί στο Τ.Α.Ι.Π.Ε.Δ κάθε στοιχείο, το οποίο σχετίζεται με την άσκηση των δικαιωμάτων του ως μετόχου στον ΟΛΠ ΑΕ
ε) συνεργάζεται με κάθε αρμόδια Αρχή του Ελληνικού Δημοσίου για την εκπλήρωση των σκοπών και την άσκηση των αρμοδιοτήτων της
στ) συγκαλεί τουλάχιστον μια φορά ανά τρεις μήνες Συνέλευση Διαβούλευσης στην οποία συμμετέχουν εκπρόσωποι της Δ.Α.Λ., εκπρόσωποι του οικείου Οργανισμού Λιμένα, των αντίστοιχων συνδικαλιστικών ενώσεων των εργαζομένων, της Τοπικής Αυτοδιοίκησης (όμοροι δήμοι, περιφέρεια) και των τοπικών φορέων – χρηστών των υπηρεσιών του λιμανιού.
Με απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, η οποία εκδίδεται εντός τριών (3) μηνών από την έκδοση του παρόντος, καθορίζεται το οργανόγραμμα της Δ.Α.Λ-Π κατ’ αναλογίαν με τα ισχύοντα για τη Δ.Α.Λ
6. Με απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, μπορεί να συνιστώνται και άλλα Περιφερειακά Γραφεία της Δ.Α.Λ. Με την ίδια ή όμοια απόφαση καθορίζεται ο χρόνος έναρξης της λειτουργίας, η έδρα, η κατά τόπον αρμοδιότητα, η διάρθρωση και οι αρμοδιότητες κάθε Περιφερειακού Γραφείου. Στα Περιφερειακά Γραφεία προΐστανται μέλη του Συμβουλίου Διοίκησης ή υπάλληλοι της Δ.Α.Λ., που ορίζονται με απόφαση του Σ.Δ. της Δ.Α.Λ.
Άρθρο 132
Τελικές και Μεταβατικές Διατάξεις Κεφαλαίου
1. Σε περίπτωση αμφιβολίας ως προς τον φορέα της εξουσίας ή της αρμοδιότητας που σχετίζεται με διατάξεις του παρόντος νόμου και εφόσον τα σχετικά ζητήματα δεν ρυθμίζονται από άλλη ειδικότερη διάταξη, αυτή επιλύεται ως εξής:
α) Όταν η αμφιβολία αφορά στην ανάθεση της εξουσίας ή αρμοδιότητας στο φορέα εκμετάλλευσης με βάση τη Σύμβαση Παραχώρησης, πρέπει να θεωρηθεί ότι ο παραχωρησιούχος έχει από τη Σύμβαση τη σχετική εξουσία ή αρμοδιότητα.
β) Όταν η αμφιβολία αφορά στην κατανομή της εξουσίας ή της αρμοδιότητας μεταξύ των φορέων του παρόντος νόμου, αυτή επιλύεται ως εξής:
αα) Κάθε εξουσία ή αρμοδιότητα παρακολούθησης, εποπτείας και ελέγχου συμμόρφωσης του παραχωρησιούχου με τους όρους της Σύμβασης Παραχώρησης αναφορικά με οποιαδήποτε λιμενική ζώνη της ελληνικής επικράτειας, ασκείται από τη Ρ.Α.Λ.
ββ) Πλην διαφορετικής ρύθμισης του παρόντος ή άλλου νομοθετήματος και υπό την επιφύλαξη αρμοδιότητας άλλων φορέων της Ελληνικής Δημοκρατίας, η Δ.Α.Λ μεριμνά για την εφαρμογή της κείμενης νομοθεσίας στη λιμενική ζώνη και για τη συμμόρφωση με υποχρεώσεις που δεν απορρέουν από τέτοια Σύμβαση Παραχώρησης.
2. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος καταργούνται οι διατάξεις του άρθρου 43 του ν. 4150/2013, καθώς και οι διατάξεις των άρθρων 2 έως 5, 8 και 16 έως 19 του Προεδρικού Διατάγματος 19/2016 «Κανονισμός Λειτουργίας και Οργάνωση Υπηρεσιών της Ρυθμιστικής Αρχής Λιμένων» (Α’28).
3. Η Ρ.Α.Λ ασκεί ως εντολοδόχος του Ελληνικού Δημοσίου κάθε άλλη αρμοδιότητά του που είναι συναφής με τη Σύμβαση Παραχώρησης και δεν έχει ρητά απονεμηθεί σε κάποια υπηρεσία ή φορέα του, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στον παρόντα ή άλλο νόμο.
4. Οι αρμοδιότητες που απονέμονται με τις διατάξεις του παρόντος, δεν θίγουν ειδικότερες διατάξεις νόμων που κυρώνουν Συμβάσεις Παραχώρησης και ερμηνεύονται υπό τον πρίσμα των διατάξεων αυτών. Επιπρόσθετα, δεν θίγουν τις αρμοδιότητες της Γενικής Γραμματείας Λιμένων, Λιμενικής Πολιτικής και Ναυτιλιακών Επενδύσεων του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής σύμφωνα με την εκάστοτε κείμενη νομοθεσία.
5. Για τις ανάγκες του παρόντος νόμου ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:
α) «Σύμβαση Παραχώρησης»: κάθε σύμβαση την οποία έχει ή πρόκειται να συνάψει το Ελληνικό Δημόσιο με άλλο νομικό πρόσωπο ιδιωτικού ή δημοσίου δικαίου για την παραχώρηση δικαιώματος χρήσης, διαχείρισης ή/και εκμετάλλευσης όλης ή μέρους λιμενικής ζώνης ή για την παραχώρηση έργου ή υπηρεσίας σε λιμένα.
β) «Σύμβαση Παραχώρησης σε Φορέα της Ιδιωτικής Οικονομίας»: οποιαδήποτε Σύμβαση Παραχώρησης του σημείου (α) ανωτέρω, εφόσον αντισυμβαλλόμενος σε αυτήν του Ελληνικού Δημοσίου είναι οντότητα μη ελεγχόμενη, κατά το μετοχικό ή εταιρικό της κεφάλαιο ή με οποιονδήποτε άλλον τρόπο, άμεσα ή έμμεσα, από το Ελληνικό Δημόσιο, ανεξαρτήτως αν η σύμβαση αυτή κυρώνεται με τυπικό νόμο είτε όχι. Η επέλευση των κριτηρίων του προηγούμενου εδαφίου στο πρόσωπο του αντισυμβαλλομένου του Ελληνικού Δημοσίου μπορεί να είναι και επιγενόμενη της σύναψης της σχετικής σύμβασης, οπότε και η σύμβαση εμπίπτει στην εμβέλειά του από τον χρόνο αυτόν.
6. Η διαμεσολάβηση και επίλυση διαφορών μεταξύ χρηστών και φορέων διαχείρισης από τη Ρ.Α.Λ, η διαχείριση παραπόνων, και η λήψη δεσμευτικών αποφάσεων επί αυτών σε εύλογο χρονικό διάστημα είναι επιτρεπτή πριν και κατά τη διάρκεια εκκρεμοδικίας ανάμεσα στους χρήστες και τους φορείς διαχείρισης, αν τα μέρη συμφωνούν να προσφύγουν για την επίλυση της διαφοράς στη Ρ.Α.Λ.
7. Η διετής θητεία των μελών της καταργούμενης Ρ.Α.Λ., ως αυτοτελούς δημόσιας υπηρεσίας, δύναται να ανανεωθεί για μία μόνο φορά για δυο (2) έτη με τη διαδικασία της παρούσας παραγράφου, εφόσον φέρουν τα προσόντα διορισμού του άρθρου 109 του παρόντος.
8. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος, καταργούνται όλες οι διατάξεις που ρυθμίζουν κατά τρόπο διαφορετικό τα ίδια ζητήματα.