Tο Ινστιτούτο Διεθνών Οικονομικών Σχέσεων (ΙΔΟΣ), που έχει ιδρύσει ο Σύνδεσμος ΑΕ και Επιχειρηματικότητας, διοργάνωσε διαδικτυακή συζήτηση με θέμα: «Η Κίνα, το Διεθνές Σύστημα και οι Ελληνοκινεζικές σχέσεις».
Ομιλητές ήταν η Άννα Διαμαντοπούλου, Πρόεδρος του Δικτύου για τη Μεταρρύθμιση στην Ελλάδα και την Ευρώπη, πρώην Επίτροπος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και πρώην Υπουργός, ο Βασίλης Κωστής, Πρέσβης, ε.τ., και ο Πλάμεν Τόντσεφ, Επικεφαλής του Τμήματος Ασιατικών Σπουδών, ΙΔΟΣ. Τη συζήτηση συντόνισε ο Δ/ντής του ΙΔΟΣ, καθηγητής Χαράλαμπος Τσαρδανίδης.
Όπως αναφέρεται στην σχετική ανακοίνωση, η κα. Διαμαντοπούλου αναφέρθηκε στην επεκτατική επενδυτική δραστηριότητα της Κίνας σε πολλές χώρες, η οποία λειτουργεί με «παραρτήματα» με την παρουσία κρατικών εταιρειών με Κινέζους εργάτες και όχι με “παραδοσιακού” είδους επενδύσεις.
Η Κίνα, όπως επισημάνθηκε στην εκδήλωση, δεν διαθέτει την τεχνολογία, αλλά ούτε το know-how, ώστε να δημιουργείται προστιθέμενη αξία στη χώρα υποδοχής, όπου πραγματοποιούνται οι κινεζικές επενδύσεις και κατ’ επέκταση να υπάρχει κατάσταση αμοιβαίου οφέλους (win-win) και για τις δύο πλευρές.
Η κα Διαμαντοπούλου τόνισε ότι η ΕΕ εξετάζει το ενδεχόμενο να καταφύγει σε προστατευτικές πολιτικές έναντι της Κίνας, δεδομένου ότι η αγορά της δεν λειτουργεί με τους ίδιους όρους.
Οι εναλλακτικές για την ΕΕ είναι δύο: είτε η επιβολή δασμών, είτε η απαίτηση των ίδιων προδιαγραφών για τα εισαγόμενα προϊόντα από την Κίνα.
Η κα. Διαμαντοπούλου εκτίμησε ότι η επένδυση της COSCO στον Πειραιά μπορεί να μην είναι η καλύτερη δυνατή, αλλά είναι συμφέρουσα. Ωστόσο, υπάρχει ένα ευρύτερο ζήτημα αξιοπιστίας των στατιστικών πληροφοριών που παρέχει η εταιρεία.
Τόνισε ότι σε περίπτωση αιτήματος των ΗΠΑ για διακοπή ή παρακώλυση των σχέσεων με την Κίνα και κυρίως σχετικά με την Cosco, η Ελλάδα θα πρέπει να αξιολογήσει τα οφέλη για το εθνικό της συμφέρον σε βάθος χρόνου και από κοινού, με την ΕΕ να διατηρήσει μια ενιαία στάση.
Ο Βασίλης Κωστής υπογράμμισε ότι το ενδεχόμενο ενός νέου Ψυχρού Πολέμου με τη μορφή ενός έντονου ανταγωνισμού μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας δεν είναι ορατό.
Τόνισε δε ότι η πρωτοβουλία “One Belt, one Road” (BRI) συνιστά γεωπολιτική στόχευση, αλλά και τη μοναδική πρωτοβουλία της Κίνας τα τελευταία δέκα χρόνια.
Λειτουργεί στο πλαίσιο της ήπιας ισχύος, με στόχο να αυξήσει την επιρροή της Κίνας στην Ανατολική Ευρώπη και στην Κεντρική Ασία.
Οι βασικές περιοχές στις οποίες η Κίνα σημείωσε επιτυχία στο πλαίσιο του BRI είναι το λιμάνι του Πειραιά στην Ελλάδα και στην διώρυγα του Σουέζ, με τη δημιουργία μιας τεράστιας οικονομικής και εμπορικής ζώνης (SETC).
Ο Πλάμεν Τόντσεφ υπογράμμισε ότι οι προσδοκίες για τις ελληνοκινεζικές οικονομικές σχέσεις έχουν διαψευστεί, αφού η Κίνα δεν κατέστη «σωτήρας» της ελληνικής οικονομίας. Πριν από μερικά χρόνια υπήρχε η εντύπωση ότι η Κίνα θα κατέκλυζε την Ελλάδα με κινέζικες επενδύσεις, οι οποίες όμως είναι μόνο δύο.
Το 2016 υπογράφτηκε η δεύτερη σύμβαση στον Πειραιά, με την οποία η COSCO ανέλαβε τη συνολική διαχείριση του Οργανισμού Λιμένος Πειραιώς και η State Grid εξαγόρασε το 24% των μετοχών του ΑΔΜΗΕ.
Την ίδια στιγμή, η κινεζική πλευρά αποκομίζει τεράστια οφέλη από την επένδυση της COSCO, αν σκεφθεί κανείς την αξία των, ως επί το πλείστον, κινεζικών προϊόντων που εισέρχονται στην ευρωπαϊκή αγορά μέσω του Πειραιά.
Βέβαια, εκτοξεύτηκε η δυναμικότητα του ΟΛΠ, από 700.000 εμπορευματοκιβώτια το 2008 σε 5,5 εκατ. το 2021 και αυτό αναγνωρίζεται απ’ όλους.
Ωστόσο, τείνουμε να προσέχουμε μόνο αυτόν τον δείκτη, ο οποίος καταγράφει την επιτυχία της κινεζικής εταιρείας και όχι τα οφέλη για την ελληνική οικονομία.
Επομένως, υπάρχει ένα σοβαρό θέμα κατά πόσο η ίδια η σύμβαση που υπογράφτηκε το 2016 εξασφαλίζει σημαντικά οφέλη στην ελληνική πλευρά, αναφέρεται στην ανακοίνωση.