Τέσσερις είναι, σύμφωνα με τον ΣΕΒΕ, οι πυλώνες στους οποίους θα πρέπει να στηριχθεί η ανάπτυξη της Κεντρικής Μακεδονίας, όπως αυτοί κατατέθηκαν από τον Σύνδεσμο στην κυβέρνηση στο πλαίσιο του 11ου Αναπτυξιακού Συνεδρίου για την Παραγωγική Ανασυγκρότηση της Κεντρικής Μακεδονίας.
Οι πυλώνες αυτοί είναι:
α. Ο τουρισμός σε όλες τις μορφές του (και αυτός ο κλάδος εντάσσεται στην ευρύτερη εξωστρέφεια)
β. Η αξιοποίηση του λιμανιού της Θεσσαλονίκης και η ανάπτυξη σχετικής μεταποιητικής δραστηριότητας. Μέσω της βελτιστοποίησης και του εκσυγχρονισμού των υπηρεσιών που παρέχει ο ΟΛΘ, σε συνέχεια της ολοκλήρωσης της διαδικασίας παραχώρησης σε ιδιώτη, δύναται να συσταθεί ένα οικοσύστημα μέσω του οποίου θα ωφεληθούν τόσο οι άμεσα εμπλεκόμενοι με το λιμάνι φορείς, όσο και συμπληρωματικοί κλάδοι.
Ενδεικτικά η αναβάθμιση του λιμανιού μπορεί να δημιουργήσει νέες θέσεις εργασίας, να προσελκύσει επενδύσεις και να ενισχύσει τη μεταποιητική εξωστρεφή βιομηχανία, η οποία παραδοσιακά βρίσκεται στη Βόρεια Ελλάδα με συναρμολόγηση, τυποποίηση και συσκευασία προϊόντων, δίνοντας υψηλή προστιθέμενη αξία.
γ. Ο αγροδιατροφικός τομέας που αποτελεί και γενικότερα έναν από τους σημαντικότερους κλάδους της ελληνικής οικονομίας, ιδιαίτερα όσον αφορά στο εξωτερικό εμπόριο.
Το πρόβλημα του μικρού μεγέθους των εκμεταλλεύσεων αντιμετωπίζεται, αφενός, με την ανάπτυξη εξειδικευμένων προϊόντων υψηλής προστιθέμενης αξίας που από την φύση τους χρειάζονται μικρές παραγωγές και, αφετέρου, στην περίπτωση των αγροτικών προϊόντων ευρείας κατανάλωσης, με τη συνένωση δυνάμεων μέσω της δημιουργίας clusters.
δ. Το υψηλής ποιότητας ανθρώπινο κεφάλαιο. Η περιοχή της Κ. Μακεδονίας, χάρη στα εξαιρετικά ακαδημαϊκά ιδρύματα που έχει την τύχη να διαθέτει, έχει αξιολογότατο ανθρώπινο δυναμικό, μηχανικούς, ιατρούς, επιστήμονες, τους οποίους, δυστυχώς, δεν εκμεταλλεύεται και έμμεσα τους παροτρύνει να φύγουν.
Η περιοχή θα μπορούσε ένα γίνει ένα hub παροχής εξειδικευμένης γνώσης τόσο για την ελληνική βιομηχανία, όσο και για ξένους επενδυτές που θα μπορούσαν π.χ. να έχουν τα τμήματα έρευνας και ανάπτυξης καθώς και μηχανοργάνωσης στην Ελλάδα.
Για να γίνουν όμως όλα τα παραπάνω θα πρέπει να απομακρυνθούν τα αντικίνητρα που σήμερα υπάρχουν, με σημαντικότερο την υπερφορολόγηση της εργασίας (φόρων και ασφαλιστικών εισφορών), ιδιαίτερα στα άτομα με ικανότητες για τα οποία οι αμοιβές θα πρέπει να είναι υψηλότερες του μέσου όρου.
Η φοροεισπρακτική πολιτική που ακολουθείται στην Ελλάδα με τη συνεχή αύξηση των φόρων και των εισφορών αποτελεί τεράστιο αντικίνητρο προς οποιαδήποτε επενδυτική κίνηση εγχώριου ή ξένου επενδυτή, έχοντας ως αποτέλεσμα την αύξηση της φοροδιαφυγής και εισφοροδιαφυγής.
Συνεπακόλουθα απομακρύνεται ο στόχος της αύξησης των κρατικών εσόδων με παράλληλη αποδυνάμωση των ελληνικών επιχειρήσεων. Η πολιτική που εφαρμόζεται στο φορολογικό σύστημα, εκτός της αύξησης των κρατικών εσόδων, θα πρέπει να είναι ανταποδοτική προς τις επιχειρήσεις δημιουργώντας τα αντίστοιχα κίνητρα. Αντιθέτως η υφιστάμενη κατάσταση στην Ελλάδα δεν προάγει την εξωστρέφεια των επιχειρήσεων.
Από την έρευνα της Grant Thornton, η οποία αναλύει την εξέλιξη των ελληνικών επιχειρήσεων για το διάστημα 2010-2016 σε δείγμα 8.000 επιχειρήσεων, προκύπτει ότι μόλις το 19% των επιχειρήσεων παρουσιάζει προοπτικές ανάπτυξης και χρηματοοικονομική υγεία, ενώ αντίθετα το 50% των επιχειρήσεων έχει ανάγκη βιώσιμων αναδιαρθρώσεων καθώς εμφανίζει αδύναμη χρηματοοικονομική κατάσταση και συρρίκνωση της δραστηριότητάς της.
Επίσης, από την έρευνα προκύπτει ότι το 58% των κερδών έχει αναλωθεί σε φόρους, το οποίο αποδεικνύει την αρνητική επίδραση του φορολογικού συστήματος στην κερδοφορία και βιωσιμότητα των επιχειρήσεων. Η αναποτελεσματικότητα της φορολογικής πολιτικής που ακολουθείται αποδεικνύεται επίσης από το γεγονός ότι μόλις το 10% των επιχειρήσεων επιβαρύνονται το 84% των συνολικών φόρων.
Ωστόσο, εκτός των επιχειρήσεων, αρνητικά είναι και τα αποτελέσματα σχετικά με τη φορολόγηση της εργασίας, καθώς σύμφωνα με την έκθεση του ΟΟΣΑ με τίτλο «Going for Growth», το υψηλό επίπεδο της φορολογίας της εργασίας στη χώρα μας έχει ως αποτέλεσμα την αύξηση της αδήλωτης εργασίας με τις αντίστοιχες αρνητικές συνέπειες στη λειτουργία των επιχειρήσεων και στα έσοδα του κράτους.
Παράλληλα, επιδεινώνεται το brain drain, το οποίο παραμένει ένα από τα σημαντικότερα προβλήματα των ελληνικών επιχειρήσεων.
Ο Σύνδεσμος κρίνει επιτακτική την ανάγκη αναπροσαρμογής του εγχώριου φορολογικού συστήματος και τη δημιουργία ενός ευνοϊκού πλαισίου λειτουργίας.
Ιδιαίτερα όσον αφορά στις εξαγωγικές επιχειρήσεις, οι οποίες αποτελούν την ελπίδα για ανάκαμψη της εγχώριας οικονομίας, πρέπει να υπάρξει η ανάλογη πολιτική στήριξής τους που θα διασφαλίσει τη βιωσιμότητα και την ανάπτυξή τους.
Στο πλαίσιο αυτό, ο ΣΕΒΕ προτείνει:
Oριζόντια πρόταση: Μείωση φορολογίας επιχειρήσεων και κυρίως μείωση φορολόγησης εργασίας (φορολογίας και ασφαλιστικών εισφορών)
O ΣΕΒΕ θεωρεί ότι μέτρα όπως τα παρακάτω θα βοηθήσουν σίγουρα στην ανάπτυξη της χώρας, παρόλα αυτά πιστεύει ότι σημαντικότερο όλων είναι η υπερβολική φορολόγηση της εργασίας.
Μέτρα που μπορούν να βοηθήσουν στην ανάπτυξη της χώρας είναι, μεταξύ άλλων:
-άμεση μείωση των φορολογικών συντελεστών επιχειρήσεων στο 25% και 20% το 2023 για τις παραγωγικές και εξαγωγικές επιχειρήσεις
-φορολογικά και ασφαλιστικά κίνητρα για τις παραγωγικές και εξαγωγικές επιχειρήσεις που δημιουργούν νέες θέσεις εργασίας
-διεύρυνση της φορολογικής βάσης
-εντατικοποίηση των ελέγχων με ηλεκτρονικές διασταυρώσεις στοιχείων και πάταξη της φοροδιαφυγής/εισφοροδιαφυγής
-ενδυνάμωση φορολογικής συνείδησης
-κίνητρα μείωσης του μη μισθολογικού κόστους σε ό,τι αφορά τη συνεργασία ακαδημαϊκών και ερευνητικών ιδρυμάτων/κέντρων με παραγωγικές και εξαγωγικές επιχειρήσεις με στόχο την ενίσχυση της απασχόλησης
Ο στόχος είναι μέχρι το 2020 το 80% να προέρχεται από το 15% της φορολογικής βάσης και το 2023 από το 20%.
Το σημαντικότερο όμως αντικίνητρο όλων για τον ΣΕΒΕ είναι η υπερβολική φορολόγηση της εργασίας, ιδιαίτερα μετά την παράλογη αύξηση των ασφαλιστικών εισφορών, που στην ουσία είναι φορολόγηση καθώς δεν είναι ανταποδοτική.
Αυτή οδηγεί στην φυγή στελεχών και των ικανότερων νέων στο εξωτερικό καθιστώντας την ανάπτυξη αδύνατη, επιδεινώνοντας το ήδη μεγάλο πρόβλημα του λεγόμενου Brain Drain. Και αυτό συνδυάζεται με την παντελή έλλειψη κινήτρων για παραμονή Ελλήνων επιστημόνων στην Ελλάδα, προσέλκυση Ελλήνων επιστημόνων που έχουν ήδη μεταναστεύσει στο εξωτερικό για επιστροφή τους στην Ελλάδα αλλά και προσέλκυση ξένων επιστημόνων στην χώρα μας.
Η υπερβολική φορολόγηση της εργασίας που οδηγεί πολλούς επαγγελματίες και εργαζόμενους να φεύγουν στο εξωτερικό, λειτουργεί ως τροχοπέδη και για την ανάπτυξη της παραγωγής και της εξωστρέφειας. Διότι τα στελέχη με υψηλά προσόντα είναι εκείνα που προσδίδουν στα παραγόμενα προϊόντα και υπηρεσίες υψηλή προστιθέμενη αξία ώστε να είναι διεθνώς ανταγωνιστικά.
Με αυτά τα δεδομένα, επιβάλλεται η μείωση του μη μισθολογικού κόστους επιχειρήσεων και εργαζομένων.
Πρόταση ΣΕΒΕ για ειδική πολιτική στήριξης των παραγωγικών εξαγωγικών επιχειρήσεων. Στο παραπάνω γενικότερο πλαίσιο, o ΣΕΒΕ έχει καταθέσει από τον Σεπτέμβριο του 2017 μία πρόταση για ειδική πολιτική στήριξης των παραγωγικών εξαγωγικών επιχειρήσεων που αφορά, αφενός, μείωση φορολογικών-ασφαλιστικών βαρών και, αφετέρου, προσέλκυση στην εσωτερική αγορά κεφαλαίων που διατηρούνται πλέον στο εξωτερικό.
Ο Σύνδεσμος ζητά εκ νέου την εξέταση της εν λόγω πρότασης από την κυβέρνηση και την, με όποια περαιτέρω επεξεργασία και προσαρμογή, υλοποίησή της. Η πρόταση αυτή προτείνεται να ενταχθεί στις στοχευμένες φοροελαφρύνσεις, ποσού 3 δισ., που θα σχεδιάσει η κυβέρνηση στο πλαίσιο του νέου Μεσοπρόθεσμου Προγράμματος.
Βασικός εθνικός αναπτυξιακός άξονας όχι μόνο της Κεντρικής Μακεδονίας, αλλά όλης της επικράτειας είναι η εξωστρέφεια των ελληνικών παραγωγικών επιχειρήσεων. Είναι προφανές λοιπόν ότι οι παραπάνω προτάσεις του ΣΕΒΕ αφορούν όλα τα περιφερειακά συνέδρια για την παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας που κλείνουν το επόμενο διάστημα τον κύκλο τους.