Η ευρωπαϊκή ναυτιλία έχει διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο στη διασφάλιση της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας της ΕΕ για πολλές δεκαετίες, καθώς σχεδόν το 74% του εξωτερικού εμπορίου της ΕΕ διεξάγεται μέσω θαλάσσης, όπως αναφέρει στην τελευταία έκθεσή της (2023 – 24) η Ένωση Ελλήνων Εφοπλιστών.
Αυτό έχει επιτευχθεί κυρίως με τη μεταφορά τεράστιων ποσοτήτων βασικών αγαθών, όπως τρόφιμα, πρώτες ύλες και ενεργειακά προϊόντα από, προς και μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών με σχετικά χαμηλό κόστος και με αξιόπιστο τρόπο.
Το 2023, το 76% του εξωτερικού εμπορίου αγροτικών προϊόντων της ΕΕ μεταφέρθηκε με πλοία, ενώ για ορισμένα προϊόντα, σχεδόν όλες οι ποσότητες εισαγωγών ή εξαγωγών διακινήθηκαν μέσω θαλάσσης, π.χ. κριθάρι (95%), σιτάρι (94%), σπόροι σόγιας (93%), ελαιόλαδο (93%), ρύζι (88%), τσάι (87%) και καφές (82%).
Οι θαλάσσιες μεταφορές αντιπροσωπεύουν επίσης το μεγαλύτερο μέρος του εξωτερικού εμπορίου της ΕΕ σε άλλες σημαντικές πρώτες ύλες, όπως χημικά (80%), λιπάσματα (86%), σίδηρος και χάλυβας (83%) και κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα (77%).
Επιπρόσθετα, η ναυτιλία αποτελεί καταλυτικό παράγοντα για την ενεργειακή ασφάλεια της ΕΕ, ιδιαίτερα λαμβάνοντας υπόψη τις πρόσφατες γεωπολιτικές εντάσεις και τις πολιτικές αποφάσεις για διαφοροποίηση των πηγών προμήθειας ενέργειας.
Με δεδομένο ότι τα Κράτη Μέλη της ΕΕ βασίζονται σε πολύ μεγάλο βαθμό στην εισαγόμενη ενέργεια, είναι προφανές ότι χωρίς τη ναυτιλία η οικονομία της Ευρώπης θα κινδύνευε.
Η EE δίνει έμφαση στην ενίσχυση της οικονομικής ασφάλειας και της ανταγωνιστικότητας των βιομηχανιών της έναντι άλλων χωρών και περιοχών του κόσμου.
Η επιτυχία του Green Deal Industrial Plan που αποσκοπεί στην υποστήριξη της ανταγωνιστικότητας της πράσινης βιομηχανίας της ΕΕ και σε μια ταχεία μετάβαση στην κλιματική ουδετερότητα, καθώς και άλλων σχετικών νομοθετικών πρωτοβουλιών, βασίζονται σε μεγάλο βαθμό στη ναυτιλία.
Για παράδειγμα, μέσω θαλάσσης μεταφέρονται ήδη οι μεγαλύτερες ποσότητες προϊόντων καθαρής ενέργειας προς/από την ΕΕ: 71,9% για τα υγρά βιοκαύσιμα, 92,3% για τις ανεμογεννήτριες και 81,9% για τα φωτοβολταϊκά πάνελ.
Επιπλέον, η καθοριστική συμβολή της ευρωπαϊκής ναυτιλίας στην οικονομία της ΕΕ αντανακλάται και στο ότι καταγράφεται σταθερά θετικό ισοζύγιο από τις υπηρεσίες θαλάσσιων μεταφορών.
Αυτό μεταφράζεται σε δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως που εισπράττουν τα Κράτη Μέλη της ΕΕ, με το συνολικό ποσό σωρευτικά από το 2010 να υπερβαίνει τα 340 δισεκατομμύρια ευρώ, ακολουθώντας ανοδική πορεία τα τελευταία χρόνια.
Προκειμένου να διατηρηθεί αυτή η τάση, η ΕΕ θα πρέπει να συνεχίσει να προωθεί ενεργά τη σύναψη Συμφωνιών Ελεύθερων Συναλλαγών με τρίτες χώρες, συμπεριλαμβανομένης της απελευθέρωσης των υπηρεσιών θαλάσσιων μεταφορών, με σκοπό τη διευκόλυνση των δραστηριοτήτων παγκοσμίως του στόλου που ελέγχεται από την ΕΕ.
Η σημασία της ναυτιλίας της ΕΕ για την οικονομία και την αυτονομία της Ευρώπης είναι αδιαμφισβήτητη, υπερβαίνοντας κατά πολύ τον ρόλο της ως μέσου μεταφοράς.
Η ελληνική ναυτιλία είναι ο βασικός πυλώνας αυτού του ζωτικού κλάδου, καθώς αντιπροσωπεύει πάνω από το 60% του εμπορικού στόλου που ελέγχεται από την ΕΕ.
Το μερίδιο αυτό είναι ακόμα υψηλότερο για τους τύπους πλοίων στρατηγικής σημασίας που μεταφέρουν κρίσιμες προμήθειες στα Κράτη Μέλη της ΕΕ.
Η ναυτιλία της ΕΕ είναι πολύ σημαντική όχι μόνο για την Ευρώπη, αλλά και για τον υπόλοιπο κόσμο.
H ύπαρξη ενός ισχυρού εξαγωγικού κλάδου, ενός διεθνούς εμπορικού στόλου που δραστηριοποιείται μεταξύ τρίτων χωρών (cross-trader), ενισχύει τη διαπραγματευτική θέση της ΕΕ στις συζητήσεις της με τρίτες χώρες για το εμπόριο και για την επίλυση άλλων θεμάτων.
Ωστόσο, το ποσοστό της ΕΕ στην παγκόσμια χωρητικότητα εμφανίζει πτωτική τάση με τις χώρες της Ανατολικής Ασίας να αποκτούν ολοένα και μεγαλύτερο μερίδιο της αγοράς.
Επομένως, η πολιτική της ΕΕ θα πρέπει να θέσει ως προτεραιότητα την αναστροφή αυτής της τάσης και να βοηθήσει τη ναυτιλία της να παραμείνει ανταγωνιστική σε παγκόσμιο επίπεδο, διατηρώντας έτσι αυτό το στρατηγικό πλεονέκτημά της, όπως υποστηρίζει η ΕΕΕ.