Όλα τα προαπαιτούμενα χαρακτηριστικά για την περαιτέρω ανάπτυξης της περιφερειακής συνεργασίας με άξονα την συνδεσιμότητα έχει η χώρα μας, αλλά ειδικότερα η Θεσσαλονίκη για τη ΝΑ Ευρώπη, που εκτός της οικονομικής στόχευσης έχει ιδιάζουσα σημασία για την γεωστρατηγική διάσταση.
Αυτή είναι και η πρώτη κοινή διαπίστωση των τριών ομιλητών που άνοιξαν τις εργασίες του συνεδρίου Southeast Europe Connectivity Forum (SECF), το οποίο γίνεται 31 Οκτωβρίου – 1 Νοεμβρίου στη Θεσσαλονίκη.
Ανοίγοντας επίσημα το συνέδριο ο Αθανάσιος Λιάγκος εκτελεστικός πρόεδρος της ΟΛΘ ΑΕ επισήμανε τη σημασία που έχει να αναπτύξουμε τη συνδεσιμότητα των δικτύων, με τους κατάλληλους δρόμους, την αντίστοιχη ανάπτυξη και διασύνδεση των σιδηροδρόμων, αφού όπως τόνισε «το να έχουμε όγκους με κοντέινερ στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης, αλλά το μην μπορούμε εύκολα να τους στείλουμε σε άλλες χώρες είναι ένα ζήτημα που πρέπει όλοι να μαζί να εντείνουμε τις προσπάθειες για την επίλυση των όποιων δυσκολιών».
Επιπρόσθετα αναφερόμενος στο Southeast Europe Connectivity Forum τόνισε πως πρόκειται για «ένα πραγματικά ξεχωριστό συνέδριο που διοργανώνεται για πρώτη φορά στην Ελλάδα και εστιάζει στις προοπτικές της Νοτιοανατολικής Ευρώπης σε παγκόσμιο επίπεδο και στην κρισιμότητα της ενίσχυσης της διασύνδεσης μεταξύ των χωρών της ευρύτερης περιοχής».
Σύμφωνα με τον ίδιο, «στην ΟΛΘ ΑΕ είναι ιδιαίτερη χαρά μας που αποτελούμε στρατηγικό εταίρο του συνεδρίου, στο επίκεντρο του οποίου βρίσκεται ο ρόλος της Ελλάδας –και ιδιαίτερα της Θεσσαλονίκης– ως πύλη ανάπτυξης και κόμβος μεταφορών για τη Νοτιοανατολική Ευρώπη. Άλλωστε, διαχρονικά τα λιμάνια διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην ελληνική οικονομία, καθώς αποτελούν βασικές πύλες για τις διεθνείς εμπορικές σχέσεις της χώρας. Σε αυτήν τη βάση, ο διεθνής προσανατολισμός της ΟΛΘ ΑΕ εστιάζει στην αξιοποίηση της στρατηγικής θέσης και την ενίσχυση της συνδεσιμότητας του Λιμένα Θεσσαλονίκης με τις χώρες της Νοτιοανατολικής Ευρώπης».
Ο εκτελεστικός πρόεδρος της ΟΛΘ αναφέρθηκε όπως είπε «στην προσήλωση στην εκτέλεση όχι μόνο των Υποχρεωτικών Επενδύσεων, αλλά και πρόσθετων πέραν αυτών, συνολικού ύψους 67.610 εκατ. ευρώ. Από το Μάρτιο του 2018, ημερομηνία της ιδιωτικοποίησης του λιμένα της Θεσσαλονίκης, έως σήμερα:
- Ο κύκλος εργασιών του ομίλου αυξήθηκε κατά 52%.
- Το τίμημα παραχώρησης πολλαπλασιάστηκε 2,6 φορές.
- Η δύναμη του προσωπικού ανέρχεται σε 488 εργαζόμενους, ενώ ο αριθμός του προσωπικού αυξήθηκε κατά 47,43%.
- Κατά τη διάρκεια αυτών των ετών έχουμε προβεί σε 347 νέες προσλήψεις εργαζομένων για την κάλυψη νέων θέσεων εργασίας, αλλά και όσων συνταξιοδοτήθηκαν και έχουμε εκπαιδεύσει μέχρι σήμερα 142 ασκούμενους.
Τόνισε επίσης πως «για το 2023 αναμένουμε αύξηση στις αφίξεις κρουαζιερόπλοιων σε σχέση με το 2022, με επιβεβαιωμένες αφίξεις να αριθμούν 69 από 14 διαφορετικές εταιρείες και 20 διαφορετικά κρουαζιερόπλοια, από τα οποία το 50% θα είναι αφίξεις homeporting. Το 2023 εγκαινιάζουμε το νέο Επιβατικό Σταθμό, τον Ιανουάριο του 2022 υπογράψαμε Σύμφωνο Συνεργασίας με την Οικονομική Ζώνη της Διώρυγας του Σουέζ (SCZone) με σκοπό την ανάπτυξη του διεθνούς εμπορίου, τον Ιούλιο του 2023 υπογράψαμε συνεργασία με την Ashdod Port Company Ltd., την εταιρεία διαχείρισης του λιμένα του Ashdod, στο Ισραήλ.
Καθίσταται λοιπόν σαφές ότι επιδίωξή μας είναι να καθιερώσουμε τον Λιμένα Θεσσαλονίκης ως ένα smart port, που ενσωματώνει πλήρως τα κριτήρια ESG στις δραστηριότητές του και να συμβάλλουμε ενεργά στην εξέλιξη της ελληνικής λιμενικής βιομηχανίας και τη δημιουργία σημαντικής προστιθέμενης αξίας για την οικονομία και την κοινωνία».
Ο κ. Λιάγκος σημείωσε ότι «με το βλέμμα στο μέλλον της συνδεσιμότητας του Λιμένα Θεσσαλονίκης, προωθούμε το έργο της επέκτασης της Προβλήτας 6, με στόχο την ουσιαστική αναβάθμιση του ρόλου της στην εξωστρέφεια της χώρας, παρέχοντας τη δυνατότητα απευθείας εξυπηρέτησης πλοίων εμπορευματοκιβωτίων κύριων γραμμών χωρητικότητας έως 24.000 TEU, αυξάνοντας τη χωρητικότητά του και οδηγώντας σε ανάλογη αύξηση της εμπορικής του δραστηριότητας».
«Η Θεσσαλονίκη αποτελεί διαχρονικά πόλο οικονομικής και εμπορικής δραστηριότητας για την Ελλάδα και τη Νοτιοανατολική Ευρώπη. Κόμβο ανάπτυξης και συνδεσιμότητας στην περιοχή των Βαλκανίων. Γέφυρα φιλίας, συνεννόησης και συνεργασίας των λαών. Εύλογα λοιπόν πραγματοποιείται εδώ το πρώτο Southeast Connectivity Forum που ξεκινά σήμερα, παρουσία σημαντικών επιχειρήσεων του κλάδου των μεταφορών και των υποδομών από την εγχώρια και διεθνή αγορά», τόνισε ο Χρήστος Τσαλικίδης, Υπεύθυνος Τύπου και Επικοινωνίας του υπουργείου Εσωτερικών (Τομέας Μακεδονίας -Θράκης) μεταφέροντας τον χαιρετισμό του αρμόδιου υφυπουργού Στάθη Κωνσταντινίδη.
Επίσης σημείωσε πως «γίνεται, σαφές ότι η βελτίωση της συνδεσιμότητας στα δίκτυα μεταφορών επιφέρει οικονομικά και γεωπολιτικά οφέλη για όλες τις χώρες της περιοχής. Η Ελλάδα, μέσω της Θεσσαλονίκης και κατ’ επέκταση της Μακεδονίας και της Θράκης, ανοίγει νέους εμπορευματικούς δρόμους που συνδέουν κοινωνίες και οικονομίες. Αναβαθμίζει την εφοδιαστική αλυσίδα της ευρύτερης περιοχής στην οποία δραστηριοποιείται και γίνεται εμπορευματικό σημείο αναφοράς παγκόσμιας ακτινοβολίας. Διευρύνει το εξαγωγικό επιχειρείν και συμβάλλει καθοριστικά στην οικονομική ανάπτυξη της πόλης. Γι’ αυτό, εάν ήθελα να βάλω έναν τίτλο στον χαιρετισμό μου, θα επέλεγα: “Δύναμή μας η συνεργασία”».
Ο Γιάννης Θωμάτος, Managing Partner της Tsomokos Communications υπογράμμισε τη μεγάλη σημασία που έχει συνολικά η περιφερειακή συνεργασία και κατ΄ επέκταση η συνδεσιμότητα που μπορούν να συμβάλλουν στην ανάπτυξη της ευρύτερης περιοχής. Όπως είπε, η Θεσσαλονίκης εξ ορισμού αποτελεί τον πυλώνα για τα παραπάνω και φυσικά γι΄ αυτό εξάλλου επιλέχθηκε για την πραγματοποίηση του πρώτου διεθνούς συνεδρίου. Σύμφωνα με τον ίδιο «ευελπιστούμε να γίνει θεσμός».
Ο κ. Θωμάτος επισήμανε πως όλα αυτά που συζητάμε σήμερα εδώ στη Θεσσαλονίκη, «αποκτούν εκτός της οικονομικής ανάπτυξης, ιδιαίτερη σημασία, για την ευρύτερη περιοχή, ειδικά σε ότι αφορά την γεωστρατηγική διάσταση, μετά και τα γεγονότα στην Ουκρανία, την κλιματική αλλαγή, που πλέον όλοι συζητάμε κι αναζητούμε λύσεις».
Σύμφωνα με τον κ. Θωμάτο η επιλογή της Θεσσαλονίκης μόνο τυχαία δεν μπορεί να θεωρηθεί, αφού εκτός της στρατηγική γεωγραφικής της θέσης, παρέχει τη δυνατότητα ανάπτυξη των υποδομών για να προχωρήσουν να αναπτύξουν περισσότερο την περιφερειακή συνεργασία και κατ’ επέκταση την συνδεσιμότητα».