Εάν πράγματι υλοποιηθεί, αυτή η συμφωνία αλλάζει τα πάντα στο λιμάνι του Αμβούργου, ένα από τα μεγαλύτερα της Ευρώπης:
η τοπική κυβέρνηση και ο εφοπλιστικός κολοσσός Mediterranean Shipping Company (MSC) της ιταλοελβετικής οικογένειας Απόντε έχουν καταλήξει σε συμφωνία για μερική πώληση της εισηγμένης στο Χρηματιστήριο δημόσιας εταιρείας Hamburger Hafen und Logistik AG (HHLA), που διαχειρίζεται τρεις τερματικούς σταθμούς εμπορευματοκιβωτίων στο λιμάνι του Αμβούργου, όπως μετέδωσε η DW.
Εδώ και χρόνια το Αμβούργο διεκδικεί τη «νέα γενιά εμπορευματοκιβωτίων» που διακινείται ανά τον κόσμο.
Η συμφωνία προβλέπει ότι ο όμιλος MSC αποκτά μερίδιο 49,9%. Η πόλη του Αμβούργου μειώνει τη δική της συμμετοχή από 70% σε 50,1%, με το μετοχικό κεφάλαιο της HHLA να αυξάνεται συνολικά κατά 450 εκατομμύρια ευρώ.
Με αυτά τα χρήματα εκσυγχρονίζονται οι σταθμοί εμπορευματοκιβωτίων. Από τη συμφωνία μεταβίβασης εξαιρείται μέρος της ακίνητης περιουσίας της HHLA, όπως οι παλαιές αποθήκες μπαχαρικών και ευπαθών προϊόντων, κτίρια ανεκτίμητης αρχιτεκτονικής αξίας, που άρχισαν να κατασκευάζονται το 1883 και περιλαμβάνονται στον Κατάλογο Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO.
Ο όμιλος MSC έχει την έδρα του στη Γενεύη. Στη Γερμανία δραστηριοποιείται κυρίως στο κομμάτι της κρουαζιέρας μέσω της εταιρείας MSC Cruises. Μέρος της συμφωνίας αποτελεί και η δέσμευση να μεταφερθεί η έδρα της MSC Cruises από το Μόναχο στο Αμβούργο, σε νέο πολυτελές κτίριο επτά ορόφων, με τις εργασίες κατασκευής να αρχίζουν το 2026.
Το περίπλοκο πολιτικό σκέλος
Ο σοσιαλδημοκράτης δήμαρχος του Αμβούργου Πέτερ Τσέντσερ στηρίζει ενθέρμως τη συμφωνία, αλλά το ζήτημα είναι περίπλοκο. Λόγω του ομοσπονδιακού συστήματος διακυβέρνησης της Γερμανίας, αλλά και με βάση τα όσα προβλέπει το τοπικό Σύνταγμα του Αμβούργου, ο Τσέντσερ δεν είναι ένας απλός δήμαρχος που αποφασίζει με συνοπτικές διαδικασίες.
Είναι ένας τοπικός κυβερνήτης που προΐσταται δωδεκαμελούς κυβέρνησης (της λεγόμενης «Γερουσίας»), ενώ παράλληλα είναι υπόλογος απέναντι στο τοπικό Κοινοβούλιο, που αποτελείται από 121 βουλευτές.
Η συμφωνία για το λιμάνι υπεγράφη τον Ιούνιο του 2023, αλλά ένα ουσιαστικό πρώτο βήμα για την υλοποίησή της έγινε μόλις το περασμένο Σαββατοκύριακο, μετά από αντιδράσεις και επίπονες διαβουλεύσεις, καθώς η τοπική κυβέρνηση του Αμβούργου έδωσε το «πράσινο φως». Εκκρεμεί όμως η έγκριση του τοπικού Κοινοβουλίου, αλλά και της ΕΕ. Οι πολιτικές αντιδράσεις είναι ηχηρές, αλλά παραμένει άδηλο εάν επαρκούν οι συσχετισμοί δυνάμεων, για να αποτραπεί η υλοποίηση της συμφωνίας.
Κινητοποιήσεις από τα συνδικάτα
«Το ξεπούλημα της HHLA στον μεγαλύτερο εφοπλιστικό όμιλο του κόσμου, όχι μόνο δεν λύνει, αλλά οξύνει τα προβλήματα του λιμανιού», καταγγέλλει ο εκπρόσωπος του Κόμματος της Αριστεράς (Die Linke) Νόρμπερτ Χάκμπους.
Επιφυλάξεις εξέφραζαν μέχρι πρόσφατα και οι Χριστιανοδημοκράτες (CDU), λέγοντας ότι υπάρχουν απλώς «γενικόλογες δεσμεύσεις» για τη μελλοντική εμπλοκή του ομίλου MSC. Την πλήρη αντίθεσή του στην πώληση μεριδίου της HHLA εκφράζει και ο σοσιαλδημοκράτης πρώην δήμαρχος Χένινγκ Φόσεραου, που εξακολουθεί να έχει επιρροή στα πολιτικά πράγματα της πόλης.
Τον περασμένο Νοέμβριο τα συνδικάτα προκήρυξαν προειδοποιητική απεργία, με την HHLA να κινείται δικαστικά κατά των απεργών. Σε συνέντευξή του στον τηλεοπτικό σταθμό NDR ο επικεφαλής της MSC Σόρεν Τοφτ διαβεβαίωνε ότι θα σεβαστεί τα «υφιστάμενα δικαιώματα» των εργαζομένων, επαναλαμβάνοντας κάθε τόσο ότι σκοπός του είναι «η ανάπτυξη και όχι η αποδόμηση» του λιμανιού.
Ωστόσο, μιλώντας προ ημερών στην εφημερίδα Hamburger Abendblatt, εκπρόσωποι των εργαζομένων υποστηρίζουν ότι ήδη βρίσκεται σε εξέλιξη εκτεταμένο πρόγραμμα αναδιάρθρωσης, με στόχο να εξοικονομηθούν 1,5 εκατομμύρια εργατοώρες και 150 εκατομμύρια ευρώ ετησίως.
Ενόψει της κρίσιμης ψηφοφορίας στο τοπικό Κοινοβούλιο του Αμβούργου τα συνδικάτα καλούν σε νέες κινητοποιήσεις, αρχής γενομένης από την Τετάρτη, με συγκέντρωση διαμαρτυρίας μπροστά στα γραφεία της HHLA.
Θα κάνει προσφορά ο «πλουσιότερος Ελβετός»;
Μία εναλλακτική λύση διαφαινόταν το φθινόπωρο του 2023, όταν ο Κλάους Μίχαελ Κούνε, μεγαλομέτοχος του εφοπλιστικού ομίλου Hapag-Lloyd και της εταιρείας logistics Kühne & Nagel, είχε κάνει τη δική του προσφορά για απόκτηση πλειοψηφικού πακέτου στην διαχειρίστρια εταιρεία HHLA.
Στα 86 του χρόνια ο Κούνε παραμένει επιχειρηματικά δραστήριος, με την περιουσία του να εκτιμάται σε 39,1 δισεκατομμύρια δολάρια, σύμφωνα με στοιχεία του αμερικανικού περιοδικού Forbes για το 2023.
Έτσι θεωρείται ο πιο πλούσιος …Ελβετός, δεδομένου ότι έχει μετακομίσει στη γειτονική Ελβετία, αλλά κάθε τόσο επιστρέφει στην ιδιαίτερη πατρίδα του, το Αμβούργο. Εκεί διαμένει στο πολυτελές ξενοδοχείο The Fontenay, το οποίο άλλωστε του ανήκει.
Ο λόγος του Κούνε μετράει στο Αμβούργο. Πολλοί θυμούνται ότι προ ετών ο Γερμανός εφοπλιστής παρενέβη, επενδύοντας δεκάδες εκατομμύρια ευρώ για να αποτρέψει την πώληση της Hapag-Lloyd σε ασιατικά κεφάλαια, αν και δεν φαινόταν να έχει οικονομικό όφελος την εποχή εκείνη.
Τώρα ο Κούνε θέλει να επενδύσει στο λιμάνι του Αμβούργου, ή τουλάχιστον ήθελε μέχρι τον περασμένο Σεπτέμβριο, όταν η τοπική κυβέρνηση απέρριψε την προσφορά του επισημαίνοντας μάλιστα ότι «δεν μπαίνει σε πλειστηριασμό», αλλά επιδιώκει «μία στρατηγική εταιρική σχέση, με στόχο την ενίσχυση του λιμανιού ως επενδυτικού προορισμού».
Μιλώντας στην εφημερίδα Frankfurter Allgemeine Zeitung (FAZ) ο Κούνε δήλωσε ότι η είσοδος ενός επενδυτή όπως ο όμιλος MSC αποτελεί «προσβολή» για έναν εφοπλιστικό όμιλο, όπως η Hapag-Lloyd που ήταν μέχρι σήμερα ο καλύτερος πελάτης για το λιμάνι του Αμβούργου.
Πρακτικά, σημειώνει το οικονομικό περιοδικό Manager Magazin, η υλοποίηση της συμφωνίας με τον όμιλο MSC θα σήμαινε ότι το 50% από τα λιμενικά τέλη που πληρώνει η Hapag-Lloyd θα πηγαίνουν πλέον στον άμεσο ανταγωνιστή της. Ο Κούνε είναι «κάτι παραπάνω από δυσαρεστημένος» από τις εξελίξεις, αναφέρουν κύκλοι του περιβάλλοντός του στο γερμανικό περιοδικό. Θα επιστρέψει άραγε με νέα προσφορά;