Οι Έλληνες βιομήχανοι μπορούν και πρέπει να τεθούν στο επίκεντρο της παραγωγικής ανασυγκρότησης της χώρας, δήλωσε μιλώντας σε εκδήλωση για την ελληνική βιομηχανία και τις εξελίξεις στην ΕΕ, ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της «Μυτιληναίος», Ευάγγελος Μυτιληναίος.
Σύμφωνα με τον ίδιο, «η βιομηχανία οφείλει αλλά και επιθυμεί να συμβάλει στον σχεδιασμό μίας ακόμα σημαντικότατης μεταρρύθμισης. Αυτής της ενιαίας βιομηχανικής πολιτικής».
Ο επικεφαλής της «Μυτιληναίος» υπογράμμισε ότι «ο χρονισμός της ημερίδας αυτής είναι πολύ εύστοχος, καθώς η Ευρωπαϊκή Επιτροπή μόλις λίγους μήνες πριν, το Νοέμβριο, δημοσίευσε το όραμά της για μια «κλιματικά ουδέτερη οικονομία» έως το 2050.
Οκτώ φιλόδοξα σενάρια που στόχο έχουν την προσαρμογή ή και τη ριζική αναμόρφωση κάθε οικονομικής δραστηριότητας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, προκειμένου να επιτύχουμε αυτά, για τα οποία δεσμευθήκαμε με τη συμφωνία του Παρισιού.
Μεγάλο βάρος, βέβαια, πέφτει στους τομείς της ηλεκτροπαραγωγής και των μεταφορών, ωστόσο και για τη βιομηχανία, η προσδοκώμενη μείωση εκπομπών αγγίζει το 80% σε σχέση με τα επίπεδα του 2005.
Ο σχεδιασμός κάνει λόγο για εξηλεκτρισμό σχεδόν όλων των βιομηχανικών διεργασιών με ηλεκτρική ενέργεια προερχόμενη από ΑΠΕ, εξάντληση όλων των δυνατοτήτων για ενεργειακή απόδοση, κυκλική οικονομία, καινοτόμες εφαρμογές υδρογόνου, βιομάζας κλπ. η ευρωπαϊκή -και βεβαίως η ελληνική- βιομηχανία οφείλει να γίνει πιο καθαρή.
Όμως αυτή η πρόκληση για την ευρωπαϊκή οικονομία και τη βιομηχανία της δεν είναι χωρίς κόστος και χωρίς κινδύνους. Η Επιτροπή κάνει λόγο για ετήσιες επενδύσεις άνω του 1 τρισ. ευρώ συνολικά, δηλ. σε όλους τους κλάδους της οικονομίας για την επίτευξη των στόχων».
Σε άλλο σημείο της ομιλίας του τόνισε ότι «προ 10 ημερών στείλαμε ως Business Europe στο Συμβούλιο της ΕΕ ένα ηχηρό μήνυμα για την ανάγκη έμπρακτης στήριξης της βιομηχανίας και επαναξιολόγησης της πολιτικής τη Ευρώπης αξιώνοντας μεταξύ άλλων και την ορθή εφαρμογή των κανόνων για τον ανταγωνισμό, την ενέργεια και το περιβάλλον με το βλέμμα στραμμένο και στον υπόλοιπο πλανήτη.
Για την ελληνική βιομηχανία, δε, οι επιταγές αυτές αποκτούν ακόμη μεγαλύτερη σημασία, καθώς πολλές άλλες ευρωπαϊκές χώρες εξαντλούν όλα τα περιθώρια για να στηρίξουν τη βιομηχανία τους.
Παρ’ ότι έχουν γίνει κάποια βήματα τα τελευταία 6-7 χρόνια προς αυτή την κατεύθυνση, υστερούμε ακόμα πολύ στη διαμόρφωση φιλικού περιβάλλοντος για νέες επενδύσεις, που τόσο τις χρειάζεται η Ελλάδα για την ανάκαμψη από την πολύ δύσκολη κρίση. Μία κρίση που δοκίμασε τις αντοχές της κοινωνίας μας συμπεριλαμβανομένων και των επιχειρήσεων. Ως ΣΕΒ έχουμε απαριθμήσει τόσο τις γενναίες όσο και τις πιο «εύκολες» παρεμβάσεις που απαιτούνται:
Κίνητρα για επενδύσεις (φορολογικά και άλλα), επιτέλους απλοποίηση και επιτάχυνση των αδειοδοτικών διαδικασιών (το fast track θα πρέπει να γίνει ο κανόνας, όχι η εξαίρεση αν θέλουμε η Ελλάδα να προχωρήσει με τους ρυθμούς που χρειάζονται), ειδική αντιμετώπιση και ξεκάθαρη προώθηση των στρατηγικών ή εμβληματικών επενδύσεων, απαλλαγή από απηρχαιωμένες νομικές και ρυθμιστικές αγκυλώσεις που έχουν καθηλώσει για χρόνια τις υγιείς δυνάμεις της οικονομίας και πολλά άλλα.
Το πολυνομοσχέδιο του υπουργείου Οικονομίας κινείται σίγουρα προς τη σωστή κατεύθυνση και οφείλουμε να αναγνωρίσουμε ότι αφουγκράστηκε την πραγματική οικονομία και περιλαμβάνει αρκετές σωστές παρεμβάσεις. Ελπίζουμε να ακολουθήσουν και αλλά τέτοια παραδείγματα».
Ο κ. Μυτιληναίος παρατήρησε ότι ενώ η Ευρώπη κινείται στην εποχή του Industry 4.0, εμείς ακόμα και σήμερα δεν έχουμε λύσει βασικά θέματα, όπως το ενεργειακό κόστος.
Όπως είπε, «ο ΣΕΒ έχει ήδη εκθέσει τις προτάσεις του στο πλαίσιο της Επιτροπής Βιομηχανίας του Business Europe, οι οποίες και αφορούν ένα σχέδιο βιομηχανικής αναγέννησης της χώρας που εναρμονίζεται με τη στρατηγική της ΕΕ για τη βιομηχανική πολιτική και την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητάς της.
Η βιομηχανία μπορεί να μπει στην πρώτη γραμμή και να συμβάλει καθοριστικά στο κτίσιμο της μετά-κρίσης Ελλάδας. Με την αρωγή όλων των παραγωγικών δυνάμεων, αλλά και της Πολιτείας, το μερίδιο της βιομηχανίας στο ΑΕΠ της χώρας μπορεί να φθάσει ακόμα και το 12%, σε λίγο χρόνο και να συμπαρασύρει την οικονομία σε ανοδική τροχιά.
Με συγκεκριμένες προτάσεις που κατευθύνονται τόσο στο παραγωγικό δυναμικό, όσο και στις συνδεδεμένες υπηρεσίες.
Η εξίσωση φαίνεται απλή αλλά χρειάζεται εθνική συνεννόηση, διάλογο, τόλμη: Απλούστερο νομοθετικό πλαίσιο, κίνητρα, επενδύσεις. Και άρα περισσότερα έσοδα για το κράτος, περισσότερη εξωστρέφεια».