Συγκρατημένα αισιόδοξη εμφανίστηκε η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), Κριστίν Λαγκάρντ, για την πορεία της ευρωπαϊκής οικονομίας.
Όπως ανέφερε μετά τη συνεδρίαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Τραπέζης, στο οποίο αποφασίστηκε τα επιτόκια παραμείνουν αμετάβλητα και να συνεχιστεί η υφιστάμενη νομισματική πολιτική, τα τελευταία οικονομικά στοιχεία καταδεικνύουν ότι η κατάσταση έχει σταθεροποιηθεί.
Συμπλήρωσε ωστόσο ότι η ευρωπαϊκή οικονομία αντιμετωπίζει προκλήσεις, οι οποίες όμως έχουν αμβλυνθεί, καθώς έχει υποχωρήσει ένα μέρος της αβεβαιότητας γύρω από το διεθνές εμπόριο. Στο πλαίσιο αυτό ανέφερε ότι η υπογραφή τής «πρώτης φάσης» της εμπορικής συμφωνίας ανάμεσα στην Κίνα και στις ΗΠΑ έχει περιορίσει ή εξαφανίσει την αβεβαιότητα στο μέτωπο αυτό. Εξέφρασε δε την ελπίδα η επίσκεψη της προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, το Φεβρουάριο στις ΗΠΑ να συμβάλλει στην εξομάλυνση των εμπορικών σχέσεων μεταξύ των δύο περιοχών.
Η πρόεδρος της ΕΚΤ παρόλο που υπερασπίστηκε την πολιτική των χαμηλών επιτοκίων, υπενθυμίζοντας ότι αυτή έχει συμβάλλει στην αύξηση των θέσεων εργασίας στην ευρωζώνη και στην τόνωση της οικονομίας, εξέφρασε τον προβληματισμό της. «Τα χαμηλά επιτόκια προϋποθέτουν χαμηλούς ρυθμούς ανάπτυξης- για το λόγο αυτό θα προτιμούσα υψηλότερα επιτόκια και υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης» ανέφερε χαρακτηριστικά, ωστόσο υπογράμμισε πως στην παρούσα φάση αυτό που προέχει είναι να δοθεί ώθηση στην οικονομία.
Για το λόγο αυτό άλλωστε το διοικητικό συμβούλιο της ΕΚΤ αποφάσισε σήμερα τα επιτόκια να παραμείνουν στα τρέχοντα ή σε χαμηλότερα επίπεδα έως ότου διαπιστώσει ότι οι προοπτικές για τον πληθωρισμό συγκλίνουν σθεναρά προς επίπεδο κοντά, αλλά κάτω του 2%.
Παράλληλα, η ΕΚΤ θα συνεχίσει τη διενέργεια καθαρών αγορών στο πλαίσιο του προγράμματος για την αγορά στοιχείων ενεργητικού (asset purchase programme – APP) με ύψος 20 δισ. ευρώ μηνιαίως. Η πρόεδρος της ΕΚΤ δεν παρέλειψε να απευθύνει έκκληση στις δύο χώρες, τις οποίες δεν κατονόμασε, της ΕΕ (σ.σ πρόκειται για τη Γερμανία και την Ολλανδία) οι οποίες διαθέτουν τον αναγκαίο δημοσιονομικό χώρο, να προχωρήσουν σε αύξηση των δημόσιων δαπανών προκειμένου να ενισχύσουν την αποτελεσματικότητα της νομισματικής πολιτικής.
Αναφορικά με το επικείμενο Brexit, η κα. Λαγκάρντ διαβεβαίωσε ότι οι υπηρεσίες της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας είναι προετοιμασμένες να αντιμετωπίσουν δυσλειτουργίες και προβλήματα που θα προκύψουν.
Η επικεφαλής της ΕΚΤ εξαγγέλλοντας την έναρξη της διαδικασίας αναθεώρησης της στρατηγικής της ΕΚΤ, διαβεβαίωσε ότι θα αφορά πλήθος θεμάτων -όπως είπε χαρακτηριστικά- «δεν θ΄ αφήσουμε καμία πέτρα που να μην ελεγχθεί τι έχει από κάτω».