Ενισχύεται η ανεξαρτησία του διαχειριστή σιδηροδρομικής υποδομής (ΟΣΕ), σύμφωνα με το άρθρο 40 που περιλαμβάνεται στο σχ.ν. του υπουργείου Οικονομικών με τίτλο «Αναδιάρθρωση της Ελληνικής Εταιρείας Συμμετοχών και Περιουσίας και των θυγατρικών της».
Επιμέλεια: Β. Βεγιάζη
Όπως εξηγείται, στόχος της εν λόγω διάταξης «είναι η ενίσχυση στον μέγιστο βαθμό της ανεξαρτησίας και της αμεροληψίας των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου και των ανώτερων διευθυντικών στελεχών του διαχειριστή υποδομής, για τον οποίο προβλέπεται, πως όχι μόνο εξακολουθεί να είναι ξεχωριστή νομικά οντότητα από κάθε σιδηροδρομική επιχείρηση και οιονδήποτε φορέα έχει ως αντικείμενο τους σιδηροδρόμους αλλά υποχρεούται επιπλέον να διατηρεί ξεχωριστή έδρα από κάθε σιδηροδρομική επιχείρηση και τη Ρυθμιστική Αρχή Σιδηροδρόμων αλλά και κάθε άλλη αρχή ή φορέα, που συνδέεται με τη σιδηροδρομική δραστηριότητα.
Για τον σκοπό αυτό τίθενται κωλύματα και ασυμβίβαστα, ώστε να διασφαλιστεί η αποφυγή σύγκρουσης συμφερόντων στα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου του διαχειριστή υποδομής και τα ανώτερα διευθυντικά του στελέχη, τόσο κατά τη διάρκεια της θητείας τους όσο και για ένα (1) έτος μετά την με οποιαδήποτε τρόπο λύση της εργασιακής σχέσης. Μάλιστα, οι απαγορεύσεις εκτείνονται και σε συζύγους, συμβιούντες και τέκνα αυτών. Παράλληλα, θεσπίζεται σύστημα κυρώσεων, ανάλογο των άρθρων 74 και 75 του ν. 4622/2019 (Α’ 133) όπως και του άρθρου 8 του 4972/2022 (Α’ 181).».
Το περιεχόμενο του άρθρου 40
Ενίσχυση ανεξαρτησίας διαχειριστή υποδομής – Τροποποίηση άρθρου 7 ν. 4408/2016
Στο άρθρο 7 του ν. 4408/2016 (Α’ 135), περί ανεξαρτησίας του διαχειριστή υποδομής: επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις: α) στην παρ. 1 προστίθεται δεύτερο εδάφιο, β) στην παρ. 2 προστίθενται εδάφια δεύτερο και τρίτο, γ) στη περ. α) της παρ. 3 μετά τη φράση «ως μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου διαχειριστή υποδομής και ως μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου σιδηροδρομικής επιχείρησης,» προστίθεται η φράση «ή της Ρυθμιστικής Αρχής Σιδηροδρόμων,» δ) προστίθενται παρ. 3α, 3β, 3γ, 3δ, 3ε, 3στ, και το άρθρο 7 διαμορφώνεται ως εξής:
«Άρθρο 7 Ανεξαρτησία του διαχειριστή υποδομής (άρθρο 7 της Οδηγίας 2012/34/ΕΕ όπως τροποποιήθηκε με την παρ. 4 του άρθρου 1 της Οδηγίας 2016/2370/ΕΕ)
Ο διαχειριστής υποδομής είναι υπεύθυνος για τη λειτουργία, τη συντήρηση, την αναβάθμιση και την ανακαίνιση του δικτύου και είναι επιφορτισμένος με την ανάπτυξη της σιδηροδρομικής υποδομής του εν λόγω δικτύου, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο. Τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου του διαχειριστή υποδομής, καθώς και τα ανώτερα διευθυντικά του στελέχη, που λογοδοτούν απευθείας σε αυτά, οφείλουν να ενεργούν κατά τρόπο, που δεν εισάγει διακρίσεις και η αμεροληψία αυτών δεν επηρεάζεται από ενδεχόμενη σύγκρουση συμφερόντων.
2. Ο διαχειριστής υποδομής είναι οργανωμένος, ως οντότητα νομικά διακριτή από κάθε σιδηροδρομική επιχείρηση. Οφείλει να έχει ξεχωριστή έδρα από κάθε σιδηροδρομική επιχείρηση και τη Ρυθμιστική Αρχή Σιδηροδρόμων, καθώς και από κάθε άλλη αρχή ή φορέα, που συνδέεται με τη σιδηροδρομική δραστηριότητα. Το προσωπικό του δεν επιτρέπεται να απασχολείται καθ’ οιονδήποτε τρόπο σε σιδηροδρομική επιχείρηση ή στη Ρυθμιστική Αρχή Σιδηροδρόμων.
3. Τα ίδια άτομα δεν μπορούν να απασχολούνται ή να διορίζονται ταυτόχρονα:
α) ως μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου διαχειριστή υποδομής και ως μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου σιδηροδρομικής επιχείρησης, ή της Ρυθμιστικής Αρχής Σιδηροδρόμων,
β) ως πρόσωπα που είναι αρμόδια για τη λήψη αποφάσεων σχετικά με τα βασικά καθήκοντα και ως μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου σιδηροδρομικής επιχείρησης.
3α. Τα μέλη Διοικητικού Συμβουλίου του διαχειριστή υποδομής, καθώς και τα ανώτερα διευθυντικά του στελέχη απαγορεύεται καθ’ όλη τη διάρκεια της θητείας τους και για ένα (1) έτος μετά την καθ’ οιονδήποτε τρόπο λήξη της θητείας ή αντίστοιχα της εργασιακής τους σχέσης, να ασκούν οποιαδήποτε επαγγελματική ή επιχειρηματική δραστηριότητα που σχετίζεται με τη σιδηροδρομική δραστηριότητα.
3β. Τα μέλη Διοικητικού Συμβουλίου του διαχειριστή υποδομής, καθώς και τα ανώτερα διευθυντικά του στελέχη, που λογοδοτούν απευθείας σε αυτά, απαγορεύεται:
- να συμμετέχουν στο κεφάλαιο ή στα όργανα της διοίκησης ακόμα και ως μη εκτελεστικά μέλη, σε εμπορική επιχείρηση, που ασκεί ή που, σύμφωνα με το καταστατικό της, δύναται να ασκεί στην ημεδαπή, οποιαδήποτε δραστηριότητα σχετική με τους σιδηροδρόμους. Εξαιρούνται οι περιπτώσεις απόκτησης μετοχών, εταιρικών μεριδίων ή άλλων δικαιωμάτων λόγω κληρονομικού δικαιώματος.
- να συνδέονται με οποιαδήποτε έννομη σχέση με νομικό πρόσωπο της ημεδαπής που σχετίζεται με τη σιδηροδρομική δραστηριότητα.
3γ. Η απαγόρευση της παρ. 3α ισχύει και για τους συζύγους ή τους συμβιούντες κατά την έννοια του άρθρου 1 του ν. 4356/2015 (Α΄ 181), καθώς και για τα τέκνα αυτών.
3δ. Για τα πρόσωπα της παρ. 3, ισχύει το άρθρο 71 του ν. 4622/2019 (Α΄ 133).
3ε. Εάν διαπιστωθεί παράβαση των προηγούμενων παραγράφων εφαρμόζονται οι κυρώσεις του άρθρου 75 σε συνδυασμό με το άρθρο 74 του ν. 4622/2019, καθώς και η παρ. 5 του άρθρου 8 του ν. 4972/2022 (Α΄ 181).
3στ. Τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου του διαχειριστή υποδομής, εντός ενός (1) μηνός από την ανάληψη των καθηκόντων τους και εφεξής ετησίως εντός του πρώτου τριμήνου κάθε έτους, υποβάλλουν στην αρμόδια Διεύθυνση Διοίκησης του Υπουργείου Υποδομών και Μεταφορών υπεύθυνη δήλωση σχετικά με: α) την τυχόν συμμετοχή αυτών και των συζύγων ή των συμβιούντων τους στο κεφάλαιο ή στη διοίκηση σιδηροδρομικών επιχειρήσεων, υπό οποιαδήποτε μορφή και β) οποιαδήποτε άλλη δραστηριότητα των ιδίων ή των συζύγων ή συμβιούντων τους, αμειβόμενη ή μη, που δύναται, κατά την κρίση τους, να δημιουργήσει κατάσταση σύγκρουσης συμφερόντων κατά την άσκηση των ανατιθέμενων καθηκόντων τους. Ο διαχειριστής υποδομής εφαρμόζει εσωτερικές διαδικασίες διαχείρισης περιπτώσεων σύγκρουσης συμφερόντων σύμφωνα με τις βέλτιστες πρακτικές.
4. Οι διατάξεις της παρ. 1 του παρόντος άρθρου δεν θίγουν τα δικαιώματα λήψης αποφάσεων των υπουργείων Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Ανάπτυξης και Υποδομών και Μεταφορών όσον αφορά την ανάπτυξη και τη χρηματοδότηση της σιδηροδρομικής υποδομής και τις αρμοδιότητες των κρατικών φορέων όσον αφορά τη χρηματοδότηση και τη χρέωση της υποδομής, καθώς και την κατανομή της χωρητικότητας, όπως ορίζεται στην παρ. 2 του άρθρου 4 και στα άρθρα 8, 29 και 39».