Ο ΟΣΕ «σήκωσε το γάντι» εναντίον της ΡΑΣ για τις πιστοποιήσεις μηχανοδηγών. Ο οργανισμός αποποιείται κάθε ευθύνης για τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι ιδιωτικές εταιρείες που επιθυμούν να δραστηριοποιηθούν στις εμπορευματικές σιδηροδρομικές μεταφορές, σε ότι αφορά την εκπαίδευση και την πιστοποίηση μηχανοδηγών, τονίζοντας ότι, έως τώρα, δεν έχει υποβληθεί κανένα αίτημα.
Με δήλωση του στην “Ναυτεμπορική”, μετά από σχετική ερώτηση, ο διευθύνων σύμβουλος του οργανισμού Κωνσταντίνος Πετράκης, όχι μόνο απορρίπτει τις ευθύνες που καταλογίζονται στον ΟΣΕ, αναφορικά με τους ισχυρισμούς του προέδρου της Ρυθμιστικής Αρχής Σιδηροδρόμων, Βασίλη Τσιαμαντή, σύμφωνα με τους οποίους η σιδηροδρομική αγορά παραμένει κλειστή, λόγω αδυναμίας εκπαίδευσης και πιστοποίησης των μηχανοδηγών από τον ΟΣΕ, αλλά επιστρέφει τις “βολές” που περιείχε, εναντίον του ΟΣΕ, η Έκθεση Πεπραγμένων 2016 της ΡΑΣ.
«Με έκπληξη πληροφορήθηκα τους ισχυρισμούς του προέδρου της ΡΑΣ, η οποία μεγάλωσε ακόμη περισσότερο, όταν διαπίστωσα ότι περιέχονται και στα Πεπραγμένα της ΡΑΣ για το 2016 που δόθηκαν στην δημοσιότητα πρόσφατα», αναφέρει ο κ. Πετράκης.
«Θλίβομαι, επίσης, επειδή δεν έχουμε συναντηθεί με τον κ. Πρόεδρο, παλαιό διευθυντικό στέλεχος του ΟΣΕ, ούτε μία φορά από τότε που ανέλαβα την ευθύνη της Διοίκησης του ΟΣΕ τον Μάρτιο του 2016.
Αν αυτό είχε συμβεί, θα είχα την ευκαιρία να τον ενημερώσω, σχετικά με τις προσπάθειες του ΟΣΕ να ανταποκριθεί στα καθήκοντα που επέβαλε το άνοιγμα της σιδηροδρομικής αγοράς την 01.01.2016 και στη συνέχεια ο Νόμος 4408/2016».
Ο διευθύνων σύμβουλος του ΟΣΕ υπογραμμίζει ακόμη ότι, “ο ΟΣΕ είναι ο μόνος οργανισμός που διαθέτει και την υποδομή και την τεχνογνωσία για την εκπαίδευση και την πιστοποίηση μηχανοδηγών. Οποτεδήποτε μας ζητηθεί είμαστε έτοιμοι να δρομολογήσουμε άμεσα την εκπαίδευση.
Ωστόσο, μέχρι σήμερα δεν μας έχει υποβληθεί κάποιο αίτημα από τις ενδιαφερόμενες εταιρείες, σχετικά με την εκπαίδευση του προσωπικού τους, στην οποία αναφέρεται ο Πρόεδρος της ΡΑΣ.
Αντίθετα, από την πλευρά μας προσπαθούμε να ανταποκριθούμε στα καθήκοντα αυτά μέσα από αντίξοες για τις δημόσιες επιχειρήσεις συνθήκες.
Προσπαθούμε να καλύψουμε την απογύμνωση του ΟΣΕ από 1000 εξειδικευμένα και εκπαιδευμένα στελέχη που μετατάχθηκαν βίαια το 2011, μέσω 35 νέων προσλήψεων που ενέκρινε το ΑΣΕΠ και επιδιώκοντας την επανάκαμψη στον ΟΣΕ, όσων από τους μεταταχθέντες μπορούν και θέλουν, με τις απαιτούμενες νομοθετικές πρωτοβουλίες”, καταλήγει ο κ. Πετράκης.
Οι αιτιάσεις της ΡΑΣ
Υπενθυμίζεται ότι, για τον ΟΣΕ, η Αρχή διαπιστώνει καθυστερήσεις στον τομέα της εκπαίδευσης και πιστοποίησης μηχανοδηγών σιδηροδρομικών συρμών.
Ειδικότερα, όπως αναφέρεται στην έκθεση, στην ελληνική σιδηροδρομική αγορά, η πρόθεση δύο νέων σιδηροδρομικών επιχειρήσεων (Rail Cargo Logistics Goldair, Pearl) στις οποίες έχει ήδη χορηγηθεί, από την ΡΑΣ, άδεια λειτουργίας, να δραστηριοποιηθούν στις εμπορευματικές σιδηροδρομικές μεταφορές δείχνει την δυναμική και το μέλλον του τομέα αυτού, παρόλο τον μέχρι τώρα χαμηλό όγκο έργου.
“Όμως βασική προϋπόθεση για την προσέλκυση και λειτουργία νέων σιδηροδρομικών επιχειρήσεων είναι να επιλυθούν τα τελευταία απομένοντα προβλήματα στον τομέα της εκπαίδευσης και πιστοποίησης μηχανοδηγών σιδηροδρομικών συρμών.
Είναι προφανές ότι, χωρίς την δυνατότητα εκπαίδευσης και πιστοποίησης της κρίσιμης για την λειτουργία κάθε σιδηροδρομικής επιχείρησης αυτής ειδικότητας, η σιδηροδρομική αγορά στην Ελλάδα θα θεωρείται, αλλά και θα είναι ουσιαστικά κλειστή, με ότι αυτό συνεπάγεται”, υπογραμμίζεται στην σχετική έκθεση.
Η ΡΑΣ, με επιστολή της προς τον ΟΣΕ, τον Φεβρουάριο 2016, όπως αναφέρεται στην έκθεση, επισήμανε την επιτακτική ανάγκη ετοιμότητάς του, τη δυνατότητα λειτουργίας του εκπαιδευτικού του κέντρου για την παροχή προγραμμάτων εκπαίδευσης για την αδειοδότηση και την πιστοποίηση μηχανοδηγών και υποψηφίων μηχανοδηγών, κατά τις απαιτήσεις του Ν.3911/2011.
Στο πλαίσιο αυτό, ζήτησε από τον ΟΣΕ να προσδιορίσει τις εκκρεμότητες που καθυστερούν την ετοιμότητα λειτουργίας του εκπαιδευτικού κέντρου.
Ο ΟΣΕ έθεσε ως βασικές εκκρεμότητες: την κατάρτιση διεταιρικών συμβάσεων συνεργασίας με τις εταιρείες ΤΡΑΙΝΟΣΕ και ΕΕΣΣΤΥ, την κατάρτιση καταλόγου εκπαιδευτών και την πιστοποίησή τους από τον ΕΟΠΠΕΠ και τέλος, την κοστολόγηση των εκπαιδευτικών προγραμμάτων, περιλαμβανομένου του καθορισμού των αμοιβών των εκπαιδευτών.