Ευοίωνες παραμένουν οι προοπτικές του σιδηρόδρομου, με εξαίρεση την φετινή χρονιά. Η παγκόσμια αγορά σιδηροδρόμων εκτιμάται ότι θα αναπτύσσεται ετησίως 2,3% έως το 2025, παρά την πτώση 8% το 2020, που προκλήθηκε από την πανδημία COVID-19, σύμφωνα με την τελευταία μελέτη της παγκόσμιας αγοράς σιδηροδρομικών μεταφορών της UNIFE.
Επιμέλεια: Φώτης Φωτεινός
Ο συνολικός όγκος της αγοράς αναμένεται να φθάσει τα 204 δις ευρώ έως το 2025, από 177 δις ευρώ στα τέλη του 2019. Η υπόθεση βασίζεται σε μια ταχεία ανάκαμψη της αγοράς, την οποία η μελέτη θεωρεί πιθανή.
«Η αγορά σιδηροδρομικών μεταφορών επλήγη από την πανδημία, η οποία διέκοψε προσωρινά την έντονη ανάπτυξη που βιώσαμε.
Ωστόσο, μετά από μια δύσκολη περίοδο του 2020, είμαστε πεπεισμένοι ότι τα διάφορα μέτρα τόνωσης, μαζί με την αυξανόμενη ζήτηση για λύσεις βιώσιμης κινητικότητας θα οδηγήσουν σε μια σταθερή ανάκαμψη της αγοράς», είπε ο Henri Poupart-Lafarge, πρόεδρος της UNIFE και διευθύνων σύμβουλος της Alstom.
Από την αξιολόγηση του 2018, το παγκόσμιο σιδηροδρομικό δίκτυο έχει επεκταθεί κατά 23.300 χλμ. Αντίστοιχα, ο αριθμός του τροχαίου υλικού έχει αυξηθεί κατά 20.000 μονάδες.
Τα τμήματα Ασία – Ειρηνικός και Δυτική Ευρώπη συνέβαλαν σημαντικά στη θετική ανάπτυξη της παγκόσμιας αγοράς σιδηροδρόμων, με μερίδιο 5,3% και 3,8% αντίστοιχα.
Σε σύγκριση με την τελευταία μελέτη, μόνο η αγορά Αφρικής / Μέσης Ανατολής παρουσίασε ελαφρά μείωση 1,2%, ενώ όλες οι άλλες αγορές ενισχύθηκαν.
Οι τάσεις που θα διαμορφώσουν την σιδηροδρομική αγορά
Διαφορετικές παγκόσμιες εξελίξεις είναι πιθανό να συνεχίσουν να τροφοδοτούν την ανάπτυξη της σιδηροδρομικής αγοράς στο μέλλον.
«Τάσεις, όπως η αστικοποίηση, η παγκόσμια αύξηση του πληθυσμού και η αυξανόμενη περιβαλλοντική ευαισθητοποίηση θα οδηγήσουν σε υψηλότερο αριθμό επιβατών, ενώ η ψηφιοποίηση και ο αυτοματισμός θα κάνουν τον σιδηροδρομικό τομέα πιο ελκυστικό», δήλωσε ο Andreas Schwilling, συνεργάτης της Roland Berger, της εταιρείας που διεξήγαγε τη μελέτη της UNIFE.
Όπως αναφέρεται στην έκθεση, το μερίδιο της παγκόσμιας αγοράς σιδηροδρομικής τεχνολογίας που παραμένει προσιτό στις ευρωπαϊκές εταιρείες έχει μειωθεί ελαφρά από 63%, σε 62% από τη μελέτη του 2018.
Ένας όγκος αγοράς 67,1 δις ευρώ παραμένει «μη προσιτός» για τις ευρωπαϊκές εταιρείες και αυτό θα μπορούσε να επιδεινωθεί από την τρέχουσα οικονομική ύφεση.
«Η αγορά πρέπει να είναι εξίσου ανοιχτή σε όλους τους προμηθευτές σιδηροδρόμων, είτε εγχώριων είτε ξένων. Οι ίσοι όροι ανταγωνισμού είναι ζωτικής σημασίας για αποτελεσματικά σιδηροδρομικά συστήματα και καλούμε τα θεσμικά όργανα να διασφαλίσουν ότι ο ανταγωνισμός είναι δίκαιος ως μέσο πρόληψης περαιτέρω μείωσης της προσβασιμότητας στην αγορά», δήλωσε ο Philippe Citroën, Γενικός Διευθυντής της UNIFE.
Σύμφωνα με τη μελέτη, η τρέχουσα συνολική σιδηροδρομική αγορά (σε αξία) καθοδηγείται από τις υπηρεσίες, με όγκο 65 δις ευρώ, ακολουθεί το τροχαίο υλικό, με 61,9 δις ευρώ, η υποδομή, με 32,6 δις ευρώ και το τμήμα σιδηροδρομικού ελέγχου, με 16,8 δις ευρώ.