Σε κάποιες αποκρατικοποιήσεις το Ελεγκτικό Συνέδριο «έτρεξε» να βγάλει απόφαση, σε κάποιες άλλες όχι.
Στην περίπτωση της ΤΡΑΙΝΟΣΕ φαίνεται ότι καθυστερεί, εάν και δεν μπορεί κανείς να ισχυριστεί ότι υπάρχει κάποιο δεσμευτικό χρονοδιάγραμμα, σε αποφάσεις τέτοιου μεγέθους.
Το Ελεγκτικό, εάν και έχει πάρει τον φάκελο πώλησης της ΤΡΑΙΝΟΣΕ από τον Σεπτέμβριο, δεν έχει γνωμοδοτήσει. Μάλιστα, ακούγεται ότι έχει ζητήσει επιπρόσθετα στοιχεία.
Η καθυστέρηση αυτή έχει «ρίξει έξω» το αρχικό χρονοδιάγραμμα της μεταβίβασης. Ενδεικτικό είναι ότι ο διευθύνων σύμβουλος της FS Italiane, Renato Mazzoncini «βιάστηκε» να ορίσει το σχετικό χρονοδιάγραμμα.
Τον Σεπτέμβριο, σε δηλώσεις του στην Ιταλία, ανέφερε ότι η σύμβαση εξαγοράς της ΤΡΑΙΝΟΣΕ θα υπογραφτεί στα τέλη Σεπτεμβρίου και η μεταβίβαση των μετοχών τον Ιανουάριο του 2017, κάτι το οποίο δεν επιβεβαιώθηκε.
Εάν το Ελεγκτικό Συνέδριο δώσει το ΟΚ, τότε η συμφωνία πώλησης θα μεταβιβαστεί στη Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού της Κομισιόν, προκειμένου να εγκριθεί η διαγραφή των παράνομων κρατικών ενισχύσεων της ΤΡΑΙΝΟΣΕ. Μόνο τότε, οι Ιταλοί θα «επιβιβαστούν» στην ΤΡΑΙΝΟΣΕ.
Εάν και πολλοί προδικάζουν ότι το ΟΚ της ΕΕ θα είναι «τυπικό», με ενδιαφέρον αναμένονται οι πολιτικοί συσχετισμοί Ελλάδας και Ιταλίας, με τα «κέντρα αποφάσεων» της ΕΕ.
Το ερώτημα είναι, γιατί «καθυστερεί» το Ελεγκτικό; Στην σιδηροδρομική αγορά «ακούγεται» ότι η πώληση της ΤΡΑΙΝΟΣΕ, με το – αμφισβητούμενο για πολλούς – τίμημα των 45 εκατ. εντάσσεται στο ευρύτερο πεδίο διαμάχης της κυβέρνησης με τη δικαιοσύνη.