Η PostNL θα υποβάλει έφεση κατά προστίμου 2 εκατ. ευρώ που της επιβλήθηκε από την Ολλανδική Αρχή για τους Καταναλωτές και τις Αγορές (ACM).
Σύμφωνα με την τοπική νομοθεσία, απαιτείται τουλάχιστον το 95% του συνόλου της επιστολικής αλληλογραφίας να παραδίδεται την επόμενη μέρα.
Ωστόσο, στα τέλη του 2019, η PostNL δεν μπόρεσε να επιτύχει αυτό το ποσοστό, γεγονός που -όπως επισημαίνει το ολλανδικό ταχυδρομείο- «προκλήθηκε από μια κατάσταση ανωτέρας βίας, την οποία η ACM έπρεπε να λάβει υπόψη της».
Μετά την ολοκλήρωση της εξαγοράς της Sandd από την PostNL, τον Οκτώβριο του 2019, το δίκτυο της Sandd αποδείχθηκε ότι δεν ήταν πλέον σε θέση να υποστηρίξει την παράδοση της αλληλογραφίας που δεχόταν.
Λόγω νομικών περιορισμών στον ανταγωνισμό, «η PostNL δεν γνώριζε και δεν μπορούσε να γνωρίζει την κατάσταση λειτουργίας της Sandd» αναφέρει η εταιρεία.
Οπότε, η PostNL ανέλαβε να παραδίδει την αλληλογραφία της Sandd που δεν είχε παραδοθεί μέσω του δικού της δικτύου πολύ νωρίτερα από ό,τι είχε προγραμματιστεί, δηλ. πολύ πριν ολοκληρωθεί η ενοποίηση των δύο δικτύων.
Ο όγκος αλληλογραφίας περιλάμβανε σημαντικές επιστολές από νοσοκομεία και κυβερνητικούς φορείς. Ουσιαστικά, πρόκειται για επιστολές μεγάλης αξίας για τους καταναλωτές, ακόμη και αν η απαίτηση άμεσης παράδοσης δεν ισχύει για αυτή την κατηγορία.
Οπότε, μέχρι το τέλος του 2019, η PostNL έχασε την απαίτηση παράδοσης κατά 0,3%.
Το σκεπτικό της έφεσης
Η PostNL θεωρεί ότι η ACM δεν έλαβε επαρκώς υπόψη τις περιστάσεις που ίσχυσαν το 2019.
Όπως υποστηρίζει η ολλανδική εταιρεία, «η μόνη εναλλακτική λύση που ήταν ανοιχτή για την PostNL εκείνη την εποχή ήταν να αφήσει απαράδοτο ένα μεγάλο μέρος της αλληλογραφίας που δεχόταν το δίκτυο Sandd, κάτι που θα είχε ως αποτέλεσμα πολλές ανεπίδοτες επιστολές.
Η PostNL επέλεξε να μην προχωρήσει σε αυτήν την εναλλακτική, καθώς οι καταναλωτές αναμένουν μια προσβάσιμη, αξιόπιστη και οικονομικά προσιτή ταχυδρομική υπηρεσία.
Αυτός είναι ο λόγος που η PostNLis προσέφυγε κατά της απόφασης που εξέδωσε η ACM».