Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποφάσισε να αποστείλει προειδοποιητική επιστολή στη χώρα μας, καθώς -όπως διαπιστώθηκε- δεν εφαρμόζονται ορθά οι ενωσιακοί κανόνες όσον αφορά την απαλλαγή των ταχυδρομικών υπηρεσιών από τον ΦΠΑ.
Σύμφωνα με το Δικαστήριο της ΕΕ, η απαλλαγή που προβλέπεται στην οδηγία για τον ΦΠΑ [άρθρο 132 παράγραφος 1 στοιχείο α) της οδηγίας 2006/112/ΕΚ του Συμβουλίου] αποσκοπεί στην ενθάρρυνση συγκεκριμένων δραστηριοτήτων γενικού συμφέροντος.
Αυτός ο γενικός στόχος συνίσταται, όσον αφορά τον ταχυδρομικό τομέα, στην προσφορά ταχυδρομικών υπηρεσιών που να ανταποκρίνονται στις βασικές ανάγκες του πληθυσμού με μειωμένο κόστος.
Επομένως, οι ταχυδρομικές υπηρεσίες που παρέχονται από τον πάροχο καθολικής υπηρεσίας, τα Ελληνικά Ταχυδρομεία (ΕΛΤΑ), για τις οποίες οι όροι έχουν αποτελέσει αντικείμενο ατομικής διαπραγμάτευσης (όπως οι αποστολές μεγάλων ποσοτήτων αλληλογραφίας, οι ειδικές εκπτώσεις ή οι εμπορικές συμφωνίες με συγκεκριμένους οργανισμούς), καθώς και άλλες υπηρεσίες που δεν εμπίπτουν στην καθολική ταχυδρομική υπηρεσία δεν συνιστούν δραστηριότητες γενικού συμφέροντος, δεδομένου ότι οι υπηρεσίες αυτές, από την ίδια τη φύση τους, ανταποκρίνονται στις ιδιαίτερες ανάγκες των οικείων χρηστών.
Το Δικαστήριο της ΕΕ έχει αποφανθεί σαφώς ότι η δυνατότητα ατομικής διαπραγμάτευσης συμβάσεων με πελάτες δεν αντιστοιχεί, καταρχήν, στην έννοια της παροχής της καθολικής υπηρεσίας.
Ως εκ τούτου, οι εν λόγω υπηρεσίες δεν μπορούν να τύχουν απαλλαγής από τον ΦΠΑ.
Κατά συνέπεια, η Ελλάδα, απαλλάσσοντας όλες τις ταχυδρομικές υπηρεσίες που παρέχονται από τα Ελληνικά Ταχυδρομεία (συμπεριλαμβανομένων εκείνων που δεν ανταποκρίνονται στις βασικές ανάγκες των οικείων χρηστών), παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει δυνάμει της οδηγίας 2006/112/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Νοεμβρίου 2006, σχετικά με το κοινό σύστημα ΦΠΑ.
Η χώρα μας έχει προθεσμία 2 μηνών για να αντιμετωπίσει τις ελλείψεις που επισημαίνονται στην προειδοποιητική επιστολή, εάν δεν λάβει μέτρα η Κομισιόν μπορεί να αποφασίσει να αποστείλει αιτιολογημένη γνώμη.