Το 2016 αποτέλεσε έτος – ορόσημο για τον ΟΛΠ, αφού το 51% + 16% του οργανισμού πέρασε στην κινεζική Cosco. Υπό το νέο management, ο οργανισμός προχώρησε σε αλλαγή του «Κανονισμού Εσωτερικής Οργάνωσης και Λειτουργίας», θέτοντας σε προτεραιότητα το επενδυτικό πλάνο του 2017, το οποίο ορίζει επενδύσεις 137,5 εκατ.
Σύμφωνα με τη διοίκηση του ΟΛΠ, πέραν της επέκτασης των υποδομών και της επακόλουθης αύξησης της δυναμικότητας των επιμέρους δραστηριοτήτων του λιμένα, ως αποτέλεσμα των υποχρεωτικών επενδύσεων που προβλέπονται στη νέα σύμβαση παραχώρησης, αλλά και του επιπρόσθετου οικιοθελούς επενδυτικού προγράμματος που θα υλοποιηθεί από τoν οργανισμό, εκτιμάται πως:
– η ύπαρξη και μόνο του ισχυρού και παγκοσμίως αναγνωρισμένου στο ναυτιλιακό γίγνεσθαι ‘’brand name’’ της COSCO, τόσο σε επίπεδο παρεχομένων λιμενικών υπηρεσιών, όσο και απλής παρουσίας στην εγχώρια λιμενική βιομηχανία,
– η ιδιωτικοποίηση του λιμένα και η λειτουργία του σε όρους βέλτιστης παραγωγικότητας κατά το πρότυπο ευρωπαϊκών λιμένων,
– η θέσπιση της νέας ευέλικτης επιχειρησιακής οργανωτικής δομής της εταιρείας,
– η υιοθέτηση μιας πιο πελατοκεντρικής και επιθετικής πολιτικής στον τομέα του marketing
αποτελούν ικανές συνθήκες για την προσέλκυση επιπλέον εμπορευματικού και επιβατικού έργου, αλλά και την περαιτέρω ανάπτυξη και ανάδειξη λιμενικών δραστηριοτήτων, όπως η ναυπηγοεπισκευή.
Στον εμπορικό λιμένα (σταθμοί εμπορευματοκιβωτίων και διακίνησης αυτοκινήτων), πέραν της περαιτέρω ανάδειξης του στρατηγικού πλεονεκτήματος της γεωγραφικής θέσης του λιμένα, ως κόμβου μεταφόρτωσης στο σταυροδρόμι τριών ηπείρων, παρέχεται μεγάλο περιθώριο αξιοποίησης της σύνδεσης με το εθνικό και κατ’ επέκταση με το ευρωπαϊκό σιδηροδρομικό δίκτυο, που διευρύνει σημαντικά την αγορά – στόχο του ΟΛΠ, δίνοντας πρόσβαση σε νέες αγορές που επεκτείνονται στην Βαλκανική και ως την Κεντρική Ευρώπη.
Η ανωτέρω προοπτική, σε συνδυασμό με την πολιτική σταθερότητα και ασφάλεια της χώρας, την βούληση του ΟΛΠ για ανάπτυξη των Logistics, τις ενταγμένες στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης τελωνειακές διαδικασίες, ανοίγουν ένα «παράθυρο ευκαιρίας» για την ανάδειξη του Πειραιά, όχι μόνο ως μιας από τις βασικότερες πύλες εμπορίου από την Ασία προς την Ευρώπη, αλλά και ως τόπου προσέλκυσης κεφαλαίων και υλοποίησης επενδύσεων.
Στον τομέα της κρουαζιέρας, οι διαφαινόμενες εξελίξεις για το 2017, βάσει στοιχείων παρακρατήσεων και εκτιμήσεις παραγόντων της εγχώριας βιομηχανίας κρουαζιέρας προοιωνίζουν ύφεση της συγκεκριμένης δραστηριότητας, γεγονός που οφείλεται, τόσο στην αποσταθεροποίηση της περιοχής της Ανατολικής Μεσογείου, όσο και στην ανάδειξη νέων αγορών (Ανατολική Ασία, Αυστραλία κλπ).
Παρά τις πιο πάνω εκτιμήσεις που ενδέχεται να διαφοροποιηθούν θετικά ή αρνητικά, αναλόγως των υπό διαμόρφωση τελικών συνθηκών, ο ΟΛΠ, μέσω της υλοποίησης μεγάλης κλίμακας προγραμματιζόμενων επενδύσεων, στοχεύει, όχι μόνο να ανταποκριθεί στις ολοένα και αυξημένες απαιτήσεις του κλάδου της κρουαζιέρας (μεγέθυνση πλοίων), αλλά και να αναδειχθεί ως μιας εκ των ηγετικών δυνάμεων της αγοράς της Ανατολικής Μεσογείου, ενισχύοντας συνολικά το ελληνικό τουριστικό προϊόν.
Παράλληλα, η σχεδιαζόμενη αξιοποίηση της ακίνητης περιουσίας της Λιμενικής Ζώνης του Κεντρικού Λιμένα πλέον της ώθησης της συγκεκριμένης αγοράς θα δημιουργήσει ενδιαφέρον για την μεγαλύτερης διάρκεια παραμονή στον λιμένα, επιβατών κρουαζιέρας και ακτοπλοΐας.
Στον τομέα της ναυπηγοεπισκευής, πέραν της επισκευής της μεγάλης πλωτής δεξαμενής του ΟΛΠ, έχει προγραμματιστεί η προμήθεια μιας επιπλέον δεξαμενής τύπου Panamax (χωρητικότητας 80.000 dwt) για την ενίσχυση και ανάπτυξη της συγκεκριμένης δραστηριότητας.
Η εταιρεία στοχεύει, μέσω της προμήθειας τεχνολογικά προηγμένου εξοπλισμού, της μεταφοράς τεχνογνωσίας, της πελατοκεντρικής προσέγγισης και το επιθετικό marketing να πείσει τις αγορές ότι η ΝΕΖ Περάματος διαθέτει πλέον το ‘’πακέτο’’ για την εκτέλεση των απαιτούμενων εργασιών αναβάθμισης πλοίων, που ορίζονται στην προσφάτως επικυρωθείσα σύμβαση του Διεθνούς Ναυτιλιακού Οργανισμού (ΙΜΟ), για την επεξεργασία και διαχείριση του θαλάσσιου έρματος, η οποία τίθεται σε ισχύ από 8 – 9 – 2017.
Εκτιμάται ότι η εφαρμογή της ως άνω σύμβασης θα οδηγήσει σε περίπου 2.000 ναυπηγήσεις νέων πλοίων, κατ’ έτος, στην επόμενη πενταετία και στην μετασκευή 50.000 πλοίων (πηγή: Maritime Business Opportunities Conference, Απρ. 2016), που δεν διαθέτουν αυτή την στιγμή τα απαιτούμενα τεχνικά χαρακτηριστικά.
Αναλόγως του μεγέθους του πλοίου, το κόστος εγκατάστασης των συγκεκριμένων τεχνικών λύσεων μπορεί να κυμανθεί από $650.000 ως $5.000.000, ενώ σύμφωνα με μελέτη του διεθνούς οίκου Clarksons (Σεπτ. 2016), μόλις το 2,6% του εμπορικού στόλου παγκοσμίως έχει προχωρήσει στην εγκατάσταση συστημάτων διαχείρισης θαλάσσιου έρματος.
Τα ανωτέρω καταδεικνύουν τις προοπτικές ανάπτυξης της συγκεκριμένης αγοράς που αναμένεται να φτάσει στην κορύφωση της το διάστημα 2018-2020, αποτελώντας μιας πρώτης τάξεως ευκαιρία για την ελληνική ναυπηγοεπισκευαστική δραστηριότητα να αποσπάσει σημαντικά μερίδια αγοράς.
Τα ανωτέρω, σε συνδυασμό με την συντονισμένη προσπάθεια εσωτερικής αναδιοργάνωσης των υπηρεσιών και αναμόρφωσης των κανονιστικών διατάξεων, θέτουν από το αμέσως προσεχές διάστημα τις απαραίτητες βάσεις για την ενίσχυση της θέσης του ΟΛΠ σε εθνικό και διεθνές επίπεδο, όπως υποστηρίζει η διοίκησή του.